Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Περί φιλίας και άλλων τυρβάζουσα


  
Λέγαμε λοιπόν τις προάλλες ότι τη γουστάρω αυτήν την κρίση που ρίχνει τις μάσκες. Άλλαξα όμως γνώμη και δεν τη γουστάρω πια. Οι μάσκες που έπεσαν, όσες έπεσαν, είναι υπεραρκετές προκειμένου να καταλήξω στον μαθηματικό τύπο που μας δείχνει σε πόσο καιρό και με ποια αιτία ένας «ορκισμένος» φίλος γίνεται «οργισμένος» εχθρός. Δηλαδή δεν πρόκειται ακριβώς περί τύπου. Πιο πολύ συνταγή μαγειρικής θυμίζει. Αλλά μήπως κι η μαγειρική στους χημικούς τύπους δεν στηρίζεται σύμφωνα με την πρώην εθνική μας τηλεμαγείρισα Βέφα;;
Ενιγουέι τον τύπο τον επεξεργάζομαι ακόμα γιατί θέλω να του βάλω και μερικούς(!) παραμέτρους* ακόμα (κατά τον «στίβο χαρτιών» του πρωθυπουργού μας) και μετά στη διαθεσή σας.
Εκείνο που μπορώ να σας πω με βεβαιότητα είναι ότι η φιλία (η πραγματική) δεν είναι σαν το τυρί. Δεν ωριμάζει σε 3-4 μήνες. Δεν θέλει κόπο η φιλία, με το ζόρι φιλία δεν υπάρχει, όμως θέλει τρόπο σε βάθος χρόνου. Πρέπει να δοκιμάζεται συνεχώς, καμιά φορά να τσαλακώνεται, να επιβεβαιώνεται σε κάθε στιγμή και σε κάθε περίσταση. Με ακόμη μεγαλύτερη βεβαιότητα σας λέω ότι η φιλία είναι μέγιστο αγαθό που όμως δεν υπάρχει ελεύθερο στη φύση. Δομείται και αναδομείται in vivo. Αντιθέτως τα υλικά της υπάρχουν και μάλιστα σε αφθονία. Και αυτά τα υλικά είναι οι άνθρωποι.
Η φιλία δεν είναι δεδομένη, δεν ζητείται ούτε αναζητείται, δεν απαιτείται, δεν δηλώνεται, δεν είναι build in, δεν είναι ένστικτο, δεν προαναγγέλεται και δεν αποφασίζεται. Η φιλία είναι κατάκτηση, είναι επίτευγμα, είναι προσόν για δύο (τουλάχιστον), είναι τρόπος ζωής, είναι δώρο-έκπληξη. Και φυσικά.... δεν είναι για πάντα. Μπορεί να είναι δυνατή αλλά μπορεί να είναι κι εύθραυστη, ήρεμη αλλά πολλές φορές κι εκρηκτική, σταθερή αλλά και χύμα στο κύμα, δαιδαλώδης, χαοτική ή/και απαλή, κουραστική ή ευεργετική, ασκίαστη ή άστα να πάνε. Μπορεί ακόμη κι ερωτική να είναι μια φιλία. Εκεί όμως καραδοκούν μπελάδες. Άσε καλύτερα. Θα πάρω κάτι άλλο. Δεν είναι λοιπόν για πάντα η φιλία και πολλές φορές ό,τι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο. Αν υπάρξει «πόνος» δεν έχει έρθει ακόμη το τέλος. Ίσως να πήρε αναβολή αλλά πάντως δεν ήρθε. Αν δεν υπάρξει ούτε στενοχώρια, ούτε πίκρα, ούτε σου λείπει το πρώην αντικείμενο της υποτιθέμενης φιλίας, δεν υπήρξε ποτέ αυτή η φιλία, μια γνωριμία ήταν που πάει πέρασε και πάμε γι’ άλλα. Αυτό το είδος φιλίας ευδοκιμεί και στην πραγματική ζωή αλλά ο χώρος στον οποίο λατρεύει να αναπτύσσεται είναι το FaceBook. Πραγματική εμπειρία, δοκίμιο σκέτο να ανακαλύπτεις τί πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι added as friends, ή τί νομίζουν πώς είναι οι σχέσεις και οι φιλίες και γενικά πώς αντιλαμβάνονται τη σημασία να είναι κανείς κοινωνικός, ευχάριστος, ευγενής, ανεκτικός, φιλόξενος. Πολλοί από αυτούς δεν ενδιαφέρονται για φίλους, θέλουν αυλή, δεν μπορούν να υποστηρίξουν μια σχέση γιατί δεν έχουν εξασκηθεί σε αυτό είτε επειδή δεν θέλουν είτε επειδή δεν μπορούν γιατί έχουν συνηθίσει τον μικρόκοσμό τους και βλέπουν με τους ίδιους όρους και τον κανονικό τον κόσμο. Τα λάικ και τα σούπα και τα μούπες σε καμία περίπτωση δεν προσθέτουν ούτε ένα τόσο δα κόκκο στο οικοδόμημα που λέγεται φιλία και που πολλές φορές μπορεί να σου πάρει μια ολόκληρη ζωή για να το χτίσεις.   
Όλες αυτές οι Νάσιες αμπελοφιλοσοφίες αφορούν κυρίως τις ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ φιλίες. Κι αφού μπορώ να έχω άποψη γι’ αυτές θα πει ότι έχω φίλους, πάντως σε καμία περίπτωση περισσότερους από τα δάχτυλα των χεριών μου. Όμως ναι, τους έχω, αυτοί είναι η περιουσία μου, το στήριγμά μου, το σχολείο μου, το πανεπιστήμιό μου, το δικό μου FB (Friend Book), οι υποδοχείς της αγάπης μου, της προσοχής και της εκτίμησής μου. Αυτοί που ακόμα κι αν είναι οργισμένοι θα παραμείνουν ορκισμένοι φίλοι και συνοδοιπόροι. Σε όποιο μονοπάτι επιλέξουμε να είμαστε μαζί. Δεν είναι απαραίτητο να είμαστε όλοι στον ίδιο δρόμο περιπατητές. Να μη δημιουργηθεί και συνωστισμός. Πάντως όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε νομίζω σ’ αυτή τη ρημάδα τη ζωή σε κάποιο σταυροδρόμι θα συναντηθούμε. Αν πάλι όχι στην επόμενη ζωή. Σας αγαπώ όλους. Ξέρετε εσείς.
* εσείς αν προτιμάτε βάλτε «μερικές παράμετρες».

Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

ΘΑ ΤΗΝ ΒΡΩ ΕΓΩ ΤΗΝ ΑΚΡΗ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ.... ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ

Το ξέρω αγάπη μου ότι δεν έχω εναλλακτικές. Το ξέρω. Δεν μου άφησες άλλη επιλογή. 
Μ' εκδικείσαι και δεν ξέρω γιατί. Ε λοιπόν το ίδιο θα κάνω κι εγώ. Δεν ξέρω αν το πήρες χαμπάρι αλλά οι κανόνες της εκδίκησης άλλαξαν. Η εκδίκηση πλέον είναι ένα πιάτο που τρώγεται ζεστό... καυτό μη σου πω. Τόσο καυτό που θα σου κάψει το λαρύγγι να μην μπορείς πια ν'αρθρώσεις λέξη. Μιλιά, σσσςςςςςς. 

Σκέφτομαι ότι μπορεί να μην έχω τρόπο να σου αρνηθώ τα 500 ευρώ που μου τ' αρπάζεις από την τσέπη χωρίς να σε νοιάζει αν είναι τα μοναδικά μου, αν μ' αυτά θα πληρώσω το ταμείο μου, τη δόση του στεγαστικού μου, τα μελάνια του εκτυπωτή μου, το ρεύμα του σπιτιού και του γραφείου μου, αν μ' αυτά ταΐζω τα παιδιά (δεν έχω παιδιά 'νταξ, ποιητική αδεία το λέω). Δεν το συζητώ καν για τη δική μου ανάγκη να φάω. Μπορεί λοιπόν να μην έχω τρόπο να γλυτώσω το χαράτσι παρότι κάτι ακούγεται για ένα κίνημα δεν πληρώνω χαράτσια και τ' αρχίδια μου κουνιούνται. Θα τον βρεις εσύ τον τρόπο να μου τα πάρεις. 

Αλλά πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Πόσα είπαμε μου παίρνεις; 500 ευρώ για το επιτήδευμα; 300 για την αλληλεγγύη; Λοιπόν αλληλέγγυα δεν ήμουν ποτέ και δεν θα γίνω τώρα. Αν ήμουν θα είχα κι εγώ το όνομά μου σ' εκείνον τον πίνακα με τα ονόματα των σελέμπριτις που δίνουν φράγκα ή πουλάνε αέρα κοπανιστό, σε κείνο το νοσοκομείο που έχτισε η Μαριάννα με τα λεφτά των άλλων. 

Για το επιτήδευμα δικαίως τα θέλεις γιατί τώρα θα σου αποδείξω εγώ πόσο επιτήδεια είμαι, να σου στερήσω αλλιώς όσα μου παίρνεις με το ζόρι.

Γιατί θα σου τα στερήσω απ' αλλού αγάπη μου. Και θα σε τσούξει περισσότερο. Πάρτα στα μούτρα σου, τα 800 ευρώ, πάρτα, βάλτα εκεί που ξέρεις γιατί μόνο εκεί θα μπορείς να τα βάλεις σε λίγο αφού δεν θα σου φτάνουν ούτε για κωλόχαρτο. Αυτά είναι τα μόνα χρήματα που θα πάρεις από εμένα. Να το ξέρεις. Μαγαζί δεν θα δει ούτε τη φωτογραφία μου, σούπερ μάρκετ θα γίνει απαγορευμένη ζώνη. Σινεμά, θέατρο, συναυλίες, non, non et non θα ζήσω με τις αναμνήσεις μου. Ξέρεις πόσες έχω;; Ου ου ένα σωρό. Για βιβλία ούτε λόγος κι ας με συγχωρήσουν οι αγαπημένοι μου φίλοι που είναι συγγραφάκια. Μερικές χιλιάδες έχω στις βιβλιοθήκες μου. Θα τα πάρω απ' την αρχή. Κι αν μου τελειώσουν θα πάω στους φίλους μου τους διαβαστερούς (έχω έχω) και θα τους λέω "φέρτε". Για καινούργια βιβλία θα πηγαίνω στις παρουσιάσεις τους. Εκεί έχουν το κακό συνήθειο να τα διαβάζουν τα βιβλία που υποτίθεται πως θέλουν να πουλήσουν. 

Τι θα κάνω αντ' αυτών;; Λοιπόν έχουμε και λέμε.

Ούτε ένα ευρώ δεν θα σου δώσω με άλλους έμμεσους φόρους. Ούτε ένα. Έκοψα το κάπνισμα, εφημερίδες τέλος. Αναψυκτικά, παγωτά ροφήματα τύπου κόλα όλα τέλος. Τέλος τα ντιλίβερι και τα τέικ αγουέι. 

Κρασάκι ωραιότατο σπιτικό θα μου στέλνουν οι φίλοι μου από την Άνω Ραχούλα, τσάμπα, εγώ σε ανταπόδοση θα τους φτιάχνω ετικετούλες για τα μπουκάλια τους. Μόνο την εργασία εγώ, μόνο τη μακέτα, θα τις τυπώνουν μόνοι τους σπίτι τους. 

Φρέσκα φρούτα και λαχανικά, η φίλη μου το μαναβάκι από Κόρινθο. Θα την πληρώνω κι αυτή σε είδος. Διαφημισούλες για τη σοδειά τους.

Η φίλη μου η Έλλη ζει Ιταλία, τον Αύγουστο θα 'ρθει να δει τους γονείς της. Έχει ήδη έτοιμο το δέμα, μεγάλο είν' αλήθεια. Ζυμαρικά κάθε είδους, ρύζια, ντομάτες κονκασέ, αλεύρι, καφέδες, κρασί από την Τοσκάνη, αυγουλάκια από το Ούντινε, και γενικά ό,τι μπορεί να μεταφερθεί χωρίς να χαλάσει. Τον βγάλαμε τον χειμώνα. Στο αυτοκίνητό της θα τα βάλει. Θα 'ρθει που θα 'ρθει με αυτό, μην είναι άδειο. Αυτά θα της τα πληρώσω φυσικά. Αλλά ούτε ένα σεντς δεν θα έρθει στα λαμόγια του ελληνικού κράτους. Ούτε ένα σεντς δεν θα πληρώσω σε ΦΠΑ, ΕΦΚ, ΕΦΣ, ΔΓΜ, ΠΤΑΡΧΜΑΛ κι άλλους φόρους. Χαλάλι του του Σύλβιο. Τα κέρδισε με το σπαθί του. 

Η φίλη μου η Άννα  ζει στη Γερμανία. Σκέφτηκα να της πω να μου φέρει μπύρες αλλά όχι. Δεν θέλω τίποτε από εκεί. Δεν τους χωνεύω. 

Ο φίλος μου ο Νίκος ζει Αλβανία. Θα ρθει με τα παιδιά του το καλοκαίρι στα πεθερικά του. Θα μου φέρει τυριά, ψωμιά, κουλούρια, τσουρέκια. Κι εγώ θα κάνω μπέιμπι σίτινγκ αν θέλει να πάει με την κυρά του καμιά βόλτα. Επί σειρά ετών τόσα και τόσα έχουν κάνει οι Αλβανοί για μας, ξεσκάτισαν γριές, καθάρισαν σπίτια, φρόντισαν άρρωστους, έσκαψαν, πότισαν, όλη την Ελλάδα έχουν βάψει 50 φορές. Να μην κάνω κι εγώ κάτι γι' αυτούς;

Ρούχα, παπούτσια, τσάντες, έχω για τέσσερις ζωές. Κι αν θέλω κάτι τις φρέσκο; Η Ελένη σπουδάζει στο Παρίσι. Έχει το ίδιο σουλούπι με μένα. Και το ίδιο γούστο. Θα με φροντίσει. Ούτε αυτά θα τα πληρώσω. Γιατί θα μου τα στέλνει στη γιορτή και τα γενέθλιά μου. Θα μου πείτε τώρα "εσύ δεν θα της κάνεις δώρο";; Αμέ, από το Παρίσι θα το ψωνίσει και θα της δώσω τα λεφτά. Ή θα τα συμψηφίσουμε. Θα δούμε, θα δούμε, είπαμε θα τον βρω εγώ τον τρόπο αγάπη μου. 

Τί μένει; Το γάλα και το γιαούρτι. Ε θα ζήσω λοιπόν χωρίς γάλα και χωρίς γιαούρτι. Για το ασβέστιο θα παίρνω χάπια. Θα μου τα στέλνουν οι φίλοι μου που σπουδάζουν στην Αμερική. 

Ααααα ξέχασα τα κρέατα και τα πουλερικά. Δεν πειράζει πάντα ήθελα να γίνω χορτοφάγος. Και τα ψάρια; Φάτε μάτια ψάρια, η κοιλιά περίδρομο.

Γκαίγκε;; 

Εκτός..... εκτός..... αν συμβεί κάτι άλλο!!!! Δεν ξέρω, δεν ξέρω, πηγαίνει εσάς πουθενά το μυαλό σας;; Κατεβάζει καμιά ιδέα η κούτρα σας;;


Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

ΑΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΑΚΟ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ


Τελικά τη γουστάρω αυτή την κρίση. Τη γουστάρω τρελά. Τη γουστάρω γιατί τώρα ξέρω ποιός πραγματικά είσαι. Είτε γιατί εγώ βλέπω καλύτερα είτε γιατί εσύ δεν μπορείς πια να κρυφτείς. Ή και τα δύο. Φανερώθηκες πια δειλέ συνάνθρωπε και δήθεν συνοδοιπόρε. Θλιβερέ «συνεργάτη» και «συναγωνιστή». Δεν βλέπεις την τύφλα σου αλλά εμένα με βλέπεις. Και με βλέπεις σαν εχθρό. Ξαφνικά με νοιώθεις υπάλληλό σου, ενώ δεν είμαι, μόνο και μόνο επειδή γαμοσταυρίζεις την τύχη σου που δεν προνόησες να έχεις υπαλλήλους κανονικούς να τους γαμήσεις το κέρατο τώρα που οι πολιτικοί τους οποίους εσύ ψήφισες σου γαμούν το δικό σου. 
Είσαι φοβισμένος και παρότι ψηλός, είσαι κοντόφθαλμος και δειλός, δεν τολμάς ούτε το βλέμμα να σηκώσεις και να τους κοιτάξεις στα μάτια. Αλλά πόσο εύκολα εσύ, ρίχνεις το βλέμμα σου άγριο σε μένα. Δεν έχεις εξουσία και το ξέρεις. Κυρίως δεν έχεις εξουσία επάνω μου. Ποτέ δεν είχες, απλά το νόμιζες. Αρρωσταίνεις μίζερε ανθρωπάκο που δεν την απόκτησες αυτή τη ρημαδοεξουσία. Που ήξερες τόσα χρόνια ότι δεν μπορείς να μου τη βγεις γιατί είμαστε ίσα κι όμοια. Τώρα όμως την έχεις δει αφεντικό αφού δεν μπορείς πια αφεντικό ούτε του εαυτού σου να είσαι. Ανθρωποφάγος έγινες ή μάλλον ήσουνα και τώρα το δείχνεις. Ποια αλληλεγγύη, σκατά, ένα τίποτα είσαι.
Γουστάρω αυτήν την κρίση, δεν θέλω να σωθεί η χώρα. Θέλω να βουλιάξει σούμπιτη για να εξαφανιστείς εσύ, το χειρότερο είδος ανθρώπου που έχει υπάρξει ποτέ σ’ αυτόν τον πλανήτη κι αυτή η χώρα σου ’κανε την τιμή να σε φιλοξενεί. Πατάμε το ίδιο χώμα, αναπνέουμε τον ίδιο αέρα κι αρρωσταίνω και μόνο με τη σκέψη. Γουστάρω την κρίση κι ας με πάρει κι εμένα ο διάολος. Θυσιάζομαι για το καλό της χώρας μου.
Δεν είμαι δούλος σου ρε, παρ’ το απόφαση. Μη μου πετάς ό,τι μαλακία σου ’ρθει στο κεφάλι τύπου «πες δόξα τω θεώ που ’χεις δουλειά, κι έχεις ψωμί και τρως», νομίζεις ότι με ταΐζεις κι από πάνω, πόσο βολικό να ξεχνάς ότι είμαστε ίσοι, εγώ κάνω για σένα ανθρωπάκο τη δουλειά που εσύ έχεις ανάγκη κι εσύ με αμοίβεις γι’ αυτό. Ίσα βάρκα, ίσα νερά. Δεν είσαι σε θέση εσύ να μου κάνεις εμένα μαθήματα επιβίωσης που τα ’χες όλα εύκολα και πρόλαβες γαμώ το κέρατο μου και την έφτιαξες τη ζωούλα σου, τις περισσότερες φορές εις βάρος μου και τώρα παρ’ όλο που έχεις περίσσευμα (να το χαίρεσαι) θέλεις και το δικό μου ψωμί να μου το φας επειδή τάχα έχουμε κρίση. Αν δεν σου άνοιγα εγώ τα μάτια, μικρέ ανθρωπάκο, δεν θα ’χες πάρει χαμπάρι για την κρίση. Θ’ άκουγες για κόσμο στο Σύνταγμα και θα νόμιζες ότι μετακόμισε η ανθοκομική έκθεση Κηφισιάς. Σε σένα τα λέω αυτά, που τολμάς και μου λες ότι, ναι, θ’ απεργήσεις κι εσύ γιατί βαρέθηκες να πληρώνεις φόρους, όσους δεν μπόρεσες δηλαδή ν’ αποφύγεις. Γι’ αυτό νομίζεις ρε μαλάκα ότι γίνονται οι απεργίες;
Σε πήρα χαμπάρι ανθρωπάκο της κρίσης. Όταν τολμάς να μου λες, επειδή με νομίζεις φίλη σου, ότι είμαι ίδια σου – μπορεί να ήμουνα κάποτε φίλη σου, όχι πια, να το ξέρεις – όταν λοιπόν τρίβεις με ικανοποίηση τα χέρια σου επειδή παζάρεψες μέχρι θανάτου τους άλλους κι ανακάλυψες εντυπωσιασμένος ότι εσύ τελικά βγήκες και κερδισμένος από πάνω!!!! Όταν δεξιά κι αριστερά διατυμπανίζεις τα «μαύρα» σου και τις  «offshore» σου. Όταν το μόνο χρώμα που αντιλαμβάνεσαι είναι το μαύρο είτε επειδή τέτοια ήσαν τα λεφτά σου τόσα χρόνια είτε επειδή θα ’θελες πολύ να ζεις στον Αμερικανικό Νότο, τότε τις καλές εποχές. Όταν σύμμαχός σου είναι ο πελάτης σου που τον έχεις κάνεις θεό, αλλά εγώ σε ξελασπώνω, εγώ κάνω τη βρώμικη δουλειά, δεν υποτιμώ τη δική σου αλλά μη μου τη λες κι από πάνω «με τέτοια κρίση πρέπει να δουλέψεις για ένα κομμάτι ψωμί και να λες κι ευχαριστώ». Εγώ ρε μαλάκα ανθρωπάκο την ζωή μου επέλεξα να τη ζήσω όπως γούσταρα, κι η εξάρτησή μου από το λάιφ στάιλ και τα λεφτά ήταν η μικρότερη δυνατή. Χέστηκα για τα φαγάδικα Michelin και Pirelli και τους σκούφους και τα σαρίκια και Λουί Βιτόν και τα Ουτζιτζί - μη χέσω καλοκαιριάτικα. Τρισάθλιε υποανθρωπάριε που δεν τολμώ να στενοχωρηθώ για τίποτα αφού δεν μου το επιτρέπεις εσύ κι ο κωλοχαρακτήρας σου. Που χέστηκες για το πρόβλημά μου αλλά καταλαβαίνεις ότι δεν ξηγιέσαι καλά όμως δεν ζητάς μια συγνώμη. Έτσι ρε αδελφέ, πες την αυτή τη ρημάδα τη συγνώμη κι ας μην την εννοείς. Πες την χάριν της συνύπαρξης στον ίδιο κόσμο, στον ίδιο το ντουνιά.
Θέλεις το τέλειο αποτέλεσμα αλλά το θέλεις τσάμπα. Όμως την κυβέρνηση τη βρίζεις .... μάλλον. Όχι γιατί καταστρέφει τη χώρα... δεν νομίζω ότι την ένοιωσες ποτέ χώρα σου ή σε νοιάζει γι’ αυτήν. Όχι γιατί τινάζει στον αέρα δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αίμα. Γιατί εσύ δεν αγωνίστηκες για τίποτα. Εσένα η ζωή σου ήταν το λάιφ στάιλ, τα ιν και τα άουτ και τα κλικ και τα σκατά μου τα ίδια. 'Νταξ κι εμένα δουλειά μου δεν είναι οι αγαθοεργίες, διαφημίσεις και σλόγκαν πουλάω κι εγώ, αλλά εμένα είναι Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΟΥ ΚΙ ΟΧΙ Η ΖΩΗ ΜΟΥ. Κι εσύ μικρέ τρισάθλιε μαγαζάτορα που πουλάς τα μαρκέ 1000 φορές πιο ακριβά, αφού 1000 φορές πιο ακριβά στα πουλάει η αντιπροσωπεία ενώ τα παίρνει από την Κίνα 10 σεντς δεν θες οι υπάλληλοί σου να ’χουν δικαιώματα, μόνο εσύ έχεις κι επαναστατείς όταν μειώνεται το αφορολόγητο αλλά από την άλλη χαίρεσαι που θα γλιτώσεις δώρα κι επιδόματα κι αποζημιώσεις. Πας στο Σύνταγμα ελπίζοντας να δεις κρεμάλες με τους υπαλλήλους που εσύ θεωρείς ότι σε εκμεταλλεύονται αντί να σου χρωστάνε χάρη. Πας στο Σύνταγμα για να μπορείς να ξαναγίνεις το μικρό λαμόγιο που ήσουν πάντοτε. Το κακό είναι ότι πηγαίνω κι εγώ. Γιατί άραγε; Ε λοιπόν πηγαίνω και βρίσκομαι μαζί με πολλούς που δεν θέλω ούτε τον ίδιο αέρα ν’ αναπνέω ούτε το ίδιο χώμα να πατάω, αλλά έχω πλάι μου 3.... 4 ....άντε 10 βαριά βαριά ανθρώπους που μόνο γι’ αυτούς αξίζει να είμαι εκεί. Γι’ αυτούς αλλά κυρίως για μένα θα κάνω τα πάντα για ν’ ακυρώσω το είδος σου. Όσο κι αν μου κοστίσει αυτό.



Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

ΣΚΟΥΠΙΔΟΦΑΓΟΣ ΕΓΙΝΕΣ, ΑΦΟΥ ΣΚΟΥΠΙΔΙ M' ΕΚΑΝΕΣ


Παρασκευή πρωί. Ξυπνάω, ωραία μέρα. Λίγο ραδιόφωνο. Εντάξει έχω χρόνο. Καφές, μπάνιο, όλα καλά. Α να βάψω τα νυχοπόδαρά μου κόκκινα. Το γαλλικό το βαρέθηκα. Έχω χρόνο. Από τις 6.30 ξύπνια. Όλα τέλεια, όλα τέλειωσαν, ντύνομαι φεύγω. Μπαίνω στο αυτοκίνητο, ανοίγω την γκαραζόπορτα και ...ουπς ένα αυτοκίνητο μ’ έχει κλείσει. Δεν ανησυχώ, ο οδηγός του είναι στο τιμόνι. Κοιτάζω να δω τί γίνεται και διαπιστώνω ότι ένα φορτηγάκι έχει κλείσει το δρόμο ακριβώς μπροστά στο αυτοκίνητο που έχει κλείσει εμένα. Εντυπωσιάζομαι γιατί αυτό το φορτηγάκι είναι διακοσμημένο με μια φίρμα που λέγεται Ε........ και διευκρινίζει ότι κάνει συλλογή οικιακών λαδιών!!!!! Ώπα λέω, κοίτα να δεις, υπάρχει αυτή η υπηρεσία!!! Μια σωλήνα βγαίνει από ένα τεπόζιτο του φορτηγακίου και καταλήγει σ’ ένα βαρέλι στον κήπο μιας μονοκατοικίας, απέναντι από το σπίτι μου. Βρε το γείτονα, λέω, πολύ τηγάνι πέφτει. Όμως εγώ θέλω να φύγω. Μπορώ να κάνω όπισθεν και να βγω από την άλλη γκαραζόπορτα. Έχουμε δύο. Ήδη το σταματημένο ΙΧ κάνει όπισθεν. Μήπως να κάνω κι εγώ το ίδιο; Όλη η διαδικασία έχει κρατήσει 3-4 λεπτά. Αλλά θα’θελα να ’ξερα σε πόση ώρα θα ξεκολλήσω ή αλλιώς να βρω άλλο τρόπο να φύγω. Συνήθως πηγαίνω με τα πόδια στη δουλειά μου αλλά εκείνη την καταραμένη μέρα το χρειαζόμουνα το αυτοκίνητο.
Εκείνη τη στιγμή λοιπόν, τη μαύρη, την καταραμένη στιγμή μου ’ρθε να ρωτήσω τον οδηγό του φορτηγακίου που κρατούσε την σωλήνα μέσα στο βαρέλι του γείτονα, μου ’ρθε λέω να τον ρωτήσω σε πόση ώρα θα τελειώσει η διαδικασία. Και σηκώνω το χέρι μου, το δεξί, και το στρίβω όπως κάνουμε όταν θέλουμε να ρωτήσουμε κάτι. Ξέρετε τι εννοώ. Ταυτόχρονα σχηματίζω με τα χείλη μου τις λέξεις «ΑΡΓΕΙΣ»;; Και ξαφνικά, σαν να άνοιξε ο ουρανός κι έπεσαν πάνω μου κοτρώνες, σαν να με τύφλωσαν όλα τα φλας του κόσμου, σαν να έπεσα πάνω σε δέντρο, σαν να πετούσαν μπροστά μου χιλιάδες πεταλούδες, μυγάκια κι ό,τι βάλει ο νους σας, ακούω ή μάλλον πιο πολύ αισθάνομαι ότι ο οδηγός του φορτηγακίου που λέγαμε μου είπε «άι πάγαινε μωρή»!!!!!!! Άι πάγαινε μωρή, άι πάγαινε μωρή, δεν πιστεύω στα μάτια μου, δεν πιστεύω στ’ αυτιά μου!!!!!!! Και τότε σαν να με έσπρωξε ο Παπακωνσταντίνου, προφανώς για να τα κακαρώσω και να γλιτώσει από μένα, σαν να μ’ έβαλε ο ΓΑΠ για να μ’ εκδικηθεί για τις κατάρες, ή απλώς ο διάβολος μέσα μου, βγαίνω από το αυτοκίνητο, αφού πρώτα κατάφερα να μετρήσω μέχρι το 2 και λέω το τρομερό, το απαίσιο, το επαίσχυντο «σε ποιόν μιλάς έτσι ρε φίλε» και τότε πραγματικά ο ουρανός χύθηκε πάνω μου κι ακόμη και τώρα δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτό που τώρα σας διηγούμαι συνέβη στ’ αλήθεια. Η απάντηση λοιπόν που παίρνω είναι «Άντε γαμήσου μωρή κουφάλα»!!!!!! Εγώ η Νάση η Αναγνωστοπούλου, καλοντυμένη κι αρωματισμένη όλο κέφι και ζωντάνια 9 η ώρα το πρωί μέσα στο αυτοκινητάκι μου ξεκινώντας τη μέρα μου μόνο και μόνο επειδή έκανα δύο ερωτήσεις «αργείς» και «σε ποιόν μιλάς έτσι ρε φίλε» εισέπραξα ό,τι χειρότερο σε φραστικό επεισόδιο μπορεί κατά τη γνώμη μου να εισπράξει μια γυναίκα..... «άι πάγαινε μωρή» και «άι γαμήσου μωρή κουφάλα»!!!!!! Εγώ όλα αυτά!!! Δεν θυμάμαι τι του είπα, θα ρωτήσω τους γειτόνους που άκουγαν, δεν θυμάμαι τι του ’σουρα, θυμάμαι όμως ότι ενώ τον έβριζα χωρίς βρωμόλογα όμως, μόνο και μόνο επειδή ψιλοφοβήθηκα όχι ότι είμαι καλός άνθρωπος, με απείλησε ότι θα μου τρίψει το στουπί το βρώμικο στη μούρη κι ότι θα βάλει ανάποδα τη μάνικα και θα με λούσει με τα λάδια αφού πρώτα μου σπάσει το κεφάλι.
Δυσκολεύεστε να τα πιστέψετε; Κι εγώ.
Έφυγε κάποια στιγμή αυτός κι εγώ κλαίγοντας φυσικά, με απίστευτη ταραχή πήγα στο γραφείο μου. Βρήκα το τηλέφωνο της εταιρείας στο internet, ο θεός να μου κόβει δευτερόλεπτα και να τα κάνει data στο διαδίκτυο και ανέφερα το γεγονός. Ο ιδιοκτήτης της εταιρείας δεν ήταν εκεί. Μου τηλεφώνησε όμως αργότερα. Μου ζήτησε πολλές φορές συγνώμη και μου υποσχέθηκε ότι θα κάνει ό,τι πρέπει, σαν να συνέβη αυτό το περιστατικό στη μάνα του, τη γυναίκα του, την αδελφή του ή την κόρη του. Κι ότι θα με ενημερώσει. Εύχομαι κι ελπίζω να τον έχει απολύσει κι αυτός να μην μπορεί να βρει άλλη  δουλειά για το υπόλοιπο της ζωής του.
Α ξέχασα να σας πω. Ήταν Έλληνας. Πιο Έλληνας δεν γίνεται. Όχι για να μην υπάρχουν σκιές.
Στο γραφείο είχαμε δράματα. Ο Αλέξης προσπαθούσε να με ηρεμήσει με τελείως λάθος επιχειρήματα τύπου «Μη χαλιέσαι για έναν μαλάκα», «δηλαδή ρε Αλέξη αν με χτυπούσε με το αυτοκίνητο κάποιος και μ’ εγκατέλειπε  τι θα μου ’λεγες μη χαλιέσαι για έναν μαλάκα;;” «αν με πυροβολούσε κάποιος με μια σφαίρα τι θα μου ’λεγες μη χαλιέσαι για έναν δολοφόνο;;”» «Μα δεν είναι το ίδιο ρε Νάση». «Ναι ρε Αλέξη είναι το ίδιο και χειρότερο. Μια σφαίρα στην ψυχή μου δέχθηκα σήμερα». Και τότε άρχισαν τα φτερουγίσματα – έκτακτες τα λένε οι γιατροί – στην καρδιά, αίσθημα παλμών. Μαρμαρυγή το λένε στη χειρότερη μορφή του που ελπίζω να μην την έχω εγώ, χωρίς βέβαια να έχω πάει στο γιατρό. Ανάσες δυσκολεύομαι να πάρω ακόμα και τώρα που έχουν περάσει 5 μέρες. Και να σκεφτείτε ότι την προηγούμενη χάσαμε εντελώς ξαφνικά 2 σκληρούς από τον server. Τα ’φτυσαν, πώς το λένε. Οι δουλειές της ημέρας χαθήκανε κι εγώ φυσικά δεν είχαν καν το δικαίωμα να στενοχωρηθώ. Δεν μου το επέτρεψαν οι λατρευτοί μου συνεργάτες. Δε βαριέσαι, η δουλειά τους να γίνεται. (Αυτό είναι ένα κεφάλαιο από μόνο του)!!!!!!!!!
Αλλά υπάρχει και συνέχεια.... όχι πως δεν θα υπήρχε αφού ενός κακού μύρια έπονται. Νάση με λένε, μαγνήτης είμαι. Κάντε λίγη υπομονή καλοί μου άνθρωποι. Θέλω να τα βγάλω από μέσα μου γιατί θα σκάσω. Ενώ λοιπόν προσπαθούσα να ηρεμήσω από το σοκ εκείνης της ημέρας όπου εκτός των άλλων έπρεπε να ξαναφτιάξω τις μακέτες που είχα χάσει την προηγούμενη, έφυγα να πάω σούπερ μάρκετ μήπως και με το σόπινγκ θέραπι ηρεμήσω κάπως. Κατεβαίνω λοιπόν τη λεωφόρο Δημοκρατίας των Μελισσίων κι από το αντίθετο ρεύμα, σε ένα άνοιγμα της νησίδας, κάποιος κάνει αναστροφή. Αλλά όπως σας είπα σε εκείνο το σημείο η φουρκέτα απαγορεύεται. Ο οδηγός κοστουμάτος με γκρι Golf δεν χωράει να στρίψει, δεν «κόβει» το τιμόνι του κωλογκόλφ – ας με συγχωρήσουν οι φαν του συγκεκριμένου μοντέλου – και κλείνει κάθετα το δρόμο. Φρέναρα όσο πιο αποτελεσματικά μπορούσα, το abs ευτυχώς ενεργοποιήθηκε, γκρ γκρ κγρ γραν γκραν, και σταματάω μισό μέτρο πριν πέσω επάνω του. Αυτός εξακολουθεί να βρίσκεται κάθετα στο δρόμο και να μας κοιτάζει αποσβολωμένος ή έτσι τουλάχιστον νόμιζα η ηλίθια και η πανηλίθια μαζί, δύο σε ένα. Ευτυχώς τα αυτοκίνητα που ερχόντουσαν πίσω μου, σταμάτησαν κι αυτά έγκαιρα και δεν είχαμε πολλαπλή καραμπόλα. Και τόλμησα η ηλίθια, που γέρασα και μυαλό δεν έβαλα, αλλά έβγαλα το κεφάλι μου από το παράθυρο και λέω «πως βγαίνεις έτσι ρε φίλε, παραλίγο να γίνει καραμπόλα, στο τσακ προλάβαμε όλοι και φρενάραμε». Ο οδηγός του αυτοκινήτου που βρισκόταν πίσω μου είχε βγάλει το χέρι του και του έκανε την κίνηση που κάνουμε όταν λέμε κάποιον «μαλάκα» αλλά όχι όχι αυτός έφυγε αλώβητος. Εγώ η πτωχή εισέπραξα για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ώρες ένα ακόμη μεγαλοπρεπέστατο «θα πεις κι άλλα μωρή, άντε γαμήσου κουφάλα». Ο.Κ. δεν με είπε δεύτερη φορά μωρή. Στρίβει το αυτοκίνητο και φεύγει. Μερικά μέτρα παρακάτω σταματάει στην άκρη και μόλις τον προσπερνάω, ψιλοβρίζοντάς τον, η αλήθεια είναι, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, άρχισε να με κυνηγάει, και να με βρίζει και να κάνει σλάλομ γιατί έμπαιναν άλλα αυτοκίνητα και του έκλειναν το δρόμο. Κι εγώ ήμουνα αναγκασμένη να στρίβω στα στενά για να του ξεφύγω. Τελικά μπήκα σ’ ένα βενζινάδικο κι εκεί οι υπάλληλοι μου έδωσαν νερό και μου είπαν να βάλουν το αυτοκίνητο στο πλυντήριο για να το κρύψουν. Αλλά εγώ έφυγα και πήγα κι έκανα τα ψώνια μου μήπως και ηρεμήσω. Αλλά μπα, και τα λεφτά μου χάλασα και θερμίδες έβαλα από τα παγωτά που έφαγα και τα φτερουγίσματα έδιναν κι έπαιρναν κι ησυχία δεν έβρισκα. Την άλλη μέρα πήγα εκδρομή αλλά ούτε αυτό βοήθησε. Και μάλλον πρέπει να πάω στον καρδιολόγο να μου ρυθμίσει τις αρρυθμίες. Εντωμεταξύ εύχομαι στον κοστουμάτο  γκολφάκια να του καούν όλα τα κοστούμια αλλά και οι γραβάτες του, να του χιλιοτρακάρουν το αυτοκίνητο και να φταίει αυτός, να πάθει λάστιχο, να του πέσει και να σπάσει το i-phone που σίγουρα θα έχει. Να τον αφήσει η γκόμενα ή ακόμα χειρότερα η γυναίκα του, να τον απολύσει το αφεντικό του, να χάσει τα κλειδιά του, και τις πιστωτικές του κάρτες, και το δίπλωμα και την ταυτότητά του. Και το πορτοφόλι του που μέσα θα έχει όλες του τις οικονομίες που μόλις θα έχει σηκώσει από την τράπεζα επειδή θα έχει φοβηθεί μήπως πτωχεύσει η Ελλάδα.
Όσο για τον άλλο με το φορτηγό; Εννοείται να πάθει κι αυτός τα ίδια και χειρότερα. Κι ό,τι άλλο τους «ευχηθείτε» εσείς οι αγαπημένοι μου φίλοι.

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΒΕΡΑ. ΑΛΟΗ ΒΕΡΑ



Με λένε Βέρα. Αλόη Βέρα. Το σπίτι μου είναι μια γλάστρα. Μεγάλη, μαρμάρινη και σε καλή περιοχή. Στην πλατεία Συντάγματος. Έχω ωραία θέα γιατί το σπίτι μου είναι σε ψηλό σημείο. Πάνω σε μια κολώνα μαρμάρινη κι αυτή. Μέχρι πριν λίγο καιρό ήμουνα φυτό. Έτσι γεννήθηκα, αυτή είναι η φύση μου. Δουλειά μου είναι να παράγω χρήσιμες ουσίες για τους ανθρώπους. Κάνω πολύ καλό στους ανθρώπους. Από τότε που πρωτοδημιουργήθηκε το είδος μου έχουν γιατρευτεί πολλές αρρώστιες. Σταματάω την τριχόπτωση, φτιάχνουν από εμένα ωραίες οδοντόκρεμες, φτιάχνουν αντιηλιακά,  βιταμίνες, χάπια αντιγήρανσης, χάπια για την κούραση, κρέμες αντιβιοτικές, χαλαρωτικές, ενυδατικές, ξεμακιγιάζ, λοσιόν, σαπούνια κι ό,τι άλλο βάζει ο νους σας. Βέβαια όλα αυτά τα κάνουν συγγενείς μου. Εμένα ο δικός μου ο ρόλος είναι διακοσμητικός. Με βάλανε λοιπόν σε μια γλάστρα και μου είπαν εδώ είναι το σπίτι σου. Τόσα χρόνια που είμαι εδώ έχω μάθει πολλά για τους ανθρώπους. Τώρα όμως τελευταία αρχίζω να μην νοιώθω και τόσο φυτό. Έχω χάσει την ησυχία μου, τη βολή μου, λες κι αρχίζω να γίνομαι κι εγώ άνθρωπος. Λογικό αφού τις τελευταίες μέρες χιλιάδες άνθρωποι έρχονται και στέκονται από κάτω μου. Και λένε, λένε, λένε.... αυτό δεν με πειράζει και τόσο. Αλλά φωνάζουν, φωνάζουν κάτι πράγματα που δεν τα πολυκαταλάβαινα στην αρχή. Σιγά σιγά όμως άρχισα να τα καταλαβαίνω. Από κάτω μου κάποιοι άνθρωποι νομίζω ότι δίνουν ραντεβού, μάλλον δεν συναντιούνται εδώ τυχαία. Αστειεύονται κιόλας λέγοντας «στη γλάστρα αδελφές μου, στη γλάστρα». Δεν ξέρω, αλλά αυτές οι λέξεις κάτι σπουδαίο σημαίνουν. Μια κοπέλα με μακριά μαύρα μαλλιά, ένας κύριος με έναν σκύλο, μια άλλη κοπέλα με γυαλιά, κι άλλη μια με γυαλιά επίσης, κι ένας κύριος με μια φωτογραφική μηχανή είναι νομίζω – που μάλλον είναι πρόσθετο μέλος του σώματός του. Δεν ξέρω τι να υποθέσω. Είναι και μια κοντούλα όλο νεύρα που μαλώνει συνέχεια ένα καλό παιδί. Μα τι καλό παιδί που είναι όμως;; Πώς την αντέχει δεν μπορώ να καταλάβω.

Πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους σηκώνουν τα χέρια με κάτι μικρούλια κουτάκια, μαύρα συνήθως και πατάνε κουμπάκια που κάνουν κλικ κι έχουν κάτι παραθυράκια και κει βλέπω μικρούλικα τα πράγματα που από το σπίτι μου τα βλέπω μεγάλα, κανονικά. Αυτός όμως ο κύριος έχει μεγάλο κουτί, πολύ μεγάλο, που μπροστά του έχει μια προέκταση. Αλλά κι εκεί μικρούλικα τα βλέπω όλα. Νομίζω ότι τα μικρά τα λένε «κινητά» αλλά αυτός ο κύριος το δικό του το λέει φωτογραφική μηχανή. Μιλάνε πολύ μεταξύ τους αλλά λένε τα ίδια και τα ίδια κι έτσι καταφέρνω κι εγώ και καταλαβαίνω τί συμβαίνει. Η χώρα τους λοιπόν που τη λένε Ελλάδα και πλατεία της είναι το Σύνταγμα (που μάλλον αυτό το Σύνταγμα είναι κάτι περισσότερο από πλατεία) και σ’ αυτή την πλατεία έχω εγώ το σπίτι μου, η χώρα λοιπόν αυτή είναι άρρωστη βαρειά. Φώναξαν γιατρό αλλά απ’ ό,τι κατάλαβα φώναξαν λάθος ειδικότητα. Κι αυτός ο γιατρός, που μάλλον τον έστειλαν οι κληρονόμοι να την αποτελειώσει αυτή τη χώρα κι όχι να τη σώσει, άρχισε τα φάρμακα που μόνο φάρμακα δεν ήταν αλλά μόνο δηλητήρια. Άργησαν να το καταλάβουν οι φίλοι μου που έρχονται και μου κάνουν παρέα κάθε μέρα και τώρα προσπαθούν να βρουν το σωστό γιατρό όμως αυτό τώρα πια είναι πολύ δύσκολο. Κι έτσι οι ίδιοι προσπαθούν να της δώσουν το φιλί της ζωής εγώ όμως δεν ξέρω αν θα τα καταφέρουν τελικά.
Έχω μάθει πολλά απ’ αυτούς τους ανθρώπους. Αρκετά για να καταλάβω γιατί αποφάσισαν τόσο διαφορετικοί άνθρωποι να έρχονται να μου κάνουν παρέα κάθε βράδυ. Τους ευχαριστώ πολύ. Τόσα χρόνια οι χυμοί μου κάνουν καλό στους ανθρώπους. Καιρός ήταν να κάνουν κι οι άνθρωποι κάτι για μένα. 
Νομίζω πως όπου να ΄ναι θα βγάλω κι εγώ πόδια και θα κατέβω απ΄τη γλάστρα μου και θα περπατήσω και θα πάω απέναντι απ’ αυτό το μεγάλο κτίριο. Θέλω όμως να βγάλω και χέρια για να μπορώ κι εγώ να τα τεντώνω με τα δάχτυλα μου ανοιχτά όπως κάνουν κι αυτοί τόσες μέρες. Αυτό νομίζω το λένε μούτζα. Δεν ξέρω γιατί αυτή η μούντζα είναι τόσο κακό πράγμα. Σίγουρα όμως οι γειτόνοι μου στο μεγάλο κτίριο ξέρουν.

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

H ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΜΟΥ

Δεν είμαι ρομαντική, δεν είμαι αλτρουίστρια, δεν είμαι αφελής. Είμαι η Νάση, δεν είμαι καλά και εντελώς αυθορμήτως, μετά καθόλου ωρίμου σκέψεως συμμετέχω στις συγκεντρώσεις στην πλατεία Συντάγματος. Δεν επιθυμώ να μιλήσω, δεν επιθυμώ ν' ακούσω. Δεν πηγαίνω για να χαζέψω, ούτε για να κάνω κοινωνιολογική μελέτη και δεν μ' ενδιαφέρει να μετρήσω ή να μετρηθώ. Θέλω απλώς να είμαι εκεί. Δεν πηγαίνω για νέες γνωριμίες ούτε για να φρεσκάρω τις παλιές. Ωστόσο φωτίζεται το πρόσωπό μου μόλις δω οικεία πρόσωπα. Δεν μ' ενδιαφέρει να μουτζώσω, ούτε να βρίσω. Το τί νοιώθω μέσα μου το ξέρω καλά κι εγώ, το ξέρετε κι εσείς που νοιώθετε τα ίδια.

Η μούτζα και η βρισιά πότε δεν αποτέλεσαν αποτελεσματικό όπλο για οποιαδήποτε ανατροπή. Είναι απλώς μια εκτόνωση, μια δήλωση δυσαρέσκειας κι απαξίωσης. Ό,τι πρέπει δηλαδή για πολιτικούς. Οι οποίοι - να μην το ξεχάσω - υποτίθεται πως είναι άνθρωποι τους οποίους άλλοι άνθρωποι ψήφισαν για να σέβονται εκ μέρους τους τους δημοκρατικούς θεσμούς, τους οποίους προσωπικώς σέβομαι και τιμώ. Επίσης η βουλή είναι ένα κτίριο όπου μέσα σε αυτό εργάζονται οι "εκπρόσωποί" μου. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.

Για μένα η πλατεία δεν αποτελεί συνεδρία, δεν είναι γκρουπ θέραπι, δεν είναι ψυχοθεραπεία. Χειρότερα είμαι όταν επιστρέφω σπίτι, απ' όταν ξεκινούσα. Αλλά σπίτι δεν κάθομαι. Έχω του κόσμου τις δουλειές, ακόμα χειμωνιάτικα φοράω, πέδιλο δεν έχω φορέσει αλλά σπίτι δεν κάθομαι. Έχω απλήρωτη τη ΔΕΗ και τον ΟΤΕ και δεν έχω πάει ακόμη στην εφορία να εισπράξω κάτι ψιλά που μου τα χρωστάει το κράτος από το 2009 αλλά ήρθε η ειδοποίηση τον Μάιο του 2011. Δεν έχω επισκεφθεί ακόμη το υποκατάστημα της κινητής τηλεφωνίας να διεκδικήσω την έκπτωση που δικαιούμαι. Έχω λεφτά να πληρώσω τους λογαριασμούς μου, δεν είναι εκεί το θέμα. Χρόνο δεν έχω αφού έχω πολλή δουλειά. Δεν με πειράζει όμως, δεν παραπονιέμαι. Καθημερινά ετοιμάζω το πρόγραμμα της επόμενης μέρας το οποίο ποτέ δεν τηρώ. Σβήνω, γράφω, ξανασβήνω, ξαναγράφω στο επαγγελματικό μου ημερολόγιο. Η εργασία είναι χαρά, το γνωρίζω πολύ καλά. Δεν την παραμελώ καθόλου. Πάντα συνεπής - και πολύ το χαίρομαι - πάντα στην ώρα μου και πολύ το χαίρονται οι άλλοι. Ιδέες κατεβάζει η κούτρα μου, όρεξη έχω και ιδέες επίσης. Δεν παραμελώ την υγεία μου, ούτε τη διατροφή μου. Καθημερινά αποφασίζω τί θα μαγειρέψω για να φάω την επόμενη αλλά τελικά τρώω κάτι άλλο. Αφού αυτό που ορέγομαι σήμερα δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα το ορέγομαι κι αύριο. Οπότε βλέποντας και κάνοντας. Πάντως τρώω. Και - προσπαθώ - σωστά.

Όπως όμως είπα και πριν πέδιλο δεν έχω φορέσει ακόμη. Τα καλοκαιρινά μου ρούχα είναι ακόμη στο πάνω μέρος της ντουλάπας, ανέβα κατέβα το σκαλάκι μου καμιά ώρα θα σκοτωθώ να ησυχάσω.

Ο λόγος που πηγαίνω στην πλατεία είναι ένας και μοναδικός. Δεν θέλω η παρουσία μου κάπως να βαρύνει – πρώτη φορά - σε τέσσερων τον ώμο (Δικαίωση, Κώστας Καρυωτάκης).

Αν τελικά βγει και κάτι ακόμη καλύτερα. Δεν θα βγει όμως. Δηλαδή εννοώ δεν θα βγει σήμερα. Αλλά τα επόμενα χρόνια, θέλω να ελπίζω πως οι νέες γενιές που ξεπηδούν τώρα, θα βρουν τον τρόπο και τον δρόμο που πρέπει ν' ακολουθήσουν για να ανατρέψουν το ζόφο και να επαναφέρουν τις αξίες μιας δημοκρατικής κι ελεύθερης ζωής. Ή να δημιουργήσουν καινούργιες αξίες που θ' ανταποκρίνονται καλύτερα στις προκλήσεις της εποχής τους.