Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Δεκανίκια για τη δημοκρατία

Η Δημοκρατία μας χρειάζεται δεκανίκια ή στηρίγματα;

Η Δημοκρατία μας στο απόσπασμα ή θα δοθεί χάρη τελευταία στιγμή;

Διαβάστε ολόκληρο το άθρο online.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση του Κώστα Σπαθαράκη από το περιοδικό ΛΕΥΓΑ.

http://www.levga.gr/2012/03/blog-post_02.html

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Φθάσαμε αισίως στο 6ο τεύχος





www.levga.gr

Εξαιρετικό περιοδικό. Σας το έχω ξαναπεί. Φθάσαμε αισίως στο 6ο τεύχος. Προτείνω το άρθρο του Κώστα Σπαθαράκη "Δεκανίκια για τη δημοκρατία" και που αφορά μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη για τον μπαμπούλα της Βαϊμάρης. Διαβάστε on line μέχρι την 4η Λεύγα. 5η και 6η ακόμη στα βιβλιοπωλεία.
Στο 3ο τεύχος στις σελίδες "Κοντραπούντο" και η υποφαινόμενη με άποψή της, επωνύμως.



Παρασκευή, 2 Μαρτίου 2012

Κώστας Σπαθαράκης: Δεκανίκια για τη δημοκρατία


Η ανάπηρη δημοκρατία, η ασθενική δημοκρατία, η άτυχη δημοκρατία· η Βαϊμάρη παραμένει το αδιαμφισβήτητο σύμβολο της δυνατότητας της δημοκρατίας να αυτοκτονήσει, να αυτοκαταργηθεί, να παραδοθεί δημοκρατικότατα στις ορδές του φασισμού, να επιτρέψει τον σταδιακό εκφασισμό πρώτα της κοινωνικής και έπειτα της πολιτικής ζωής. Παραμένει το τυφλό σημείο των σχέσεων δημοκρατίας και καπιταλιστικής κρίσης, γεμάτο υπερβολές και αντιφάσεις: από την ακρότητα των εξπρεσσιονιστών, μέχρι τη γοητεία του Καρλ Σμιτ στην αριστερή σκέψη, από την πρώτη μορφή ενός κράτους πρόνοιας με το επίδομα ανεργίας, μέχρι τις οδομαχίες κομμουνιστών και ναζί έξω από τα καμπαρέ του μεσοπολεμικού Βερολίνου, η Βαϊμάρη λειτούργησε μετά τον πόλεμο ως ανάμνηση μιας φευγαλέας αλλά σημαντικής στιγμής, ενός πολιτικού και κοινωνικού μορφώματος που κατέρρευσε δίνοντας τη θέση του στο χάος.
η συνέχεια στην έντυπη λεύγα


Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Έτσι θα μύριζε της γοργόνας (αν είχε)


Αγαπητό μου ημερολόγιο
σήμερα θα σου διηγηθώ μια ιστορία που δεν αφορά εμένανε (προς το παρόν). Αφορά μια φίλη μου αλλά επειδή η διήγηση έχει να κάνει μ' ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα δεν θα αποκαλύψω το όνομά της (Ελένη τη λένε).
Αυτή λοιπόν η ανώνυμη φίλη μου (που τηνε λένε Ελένη) έπαθε μια ελαφρά δυσκοιλιότητα πριν λίγες μέρες κι έβγαλε μια αιμορροΐδα. Σπουδαία τα λάχανα, θ' αναφωνήσουν όσοι πάσχουν και υποφέρουν όχι από μία αλλά από πολλές αιμορροΐδες κι έχουν δοκιμάσει τα πάντα και προκοπή δεν βλέπουν. Η φίλη μου όμως υπέφερε κι επειδή δεν βρισκόταν στο φαρμακείο της κάτι κατάλληλο έβαλε στο πωπουδάκι της κρέμα σώματος. Γρήγορα κατάλαβε ότι αφού αυτές οι κρέμες είναι φτιαγμένες γι' άλλο λόγο, χρειαζόταν να χρησιμοποιήσει κάτι πιο δραστικό.

Στο φαρμακείο της γειτονιάς που πήγε για βοήθεια της πρότειναν μια σούπερ ντούπερ ουάου αλοιφή που θα την ανακούφιζε σύντομα. Μου ανέφερε το όνομα της αλοιφής κι εγώ αναφώνησα "Α, την ξέρω, πριν χρόνια την είχα φέρει από την Αμερική σε μια φίλη που υπέφερε από πραγματικές αιμορροΐδες κι όχι ...του κώλου. Εκείνη είχε δοκιμάσει τα πάντα και σώθηκε μ' αυτήν την αλοιφή, την αμερικάνικη. Έλα ρε, κυκλοφορεί και στην Ελλάδα, αχρείαστη να 'ναι;" Κυκλοφορεί λοιπόν και δεν είν' αχρείαστη αφού όπως της είπαν της φίλης μου στο φαρμακείο έχει σωθεί κόσμος και κοσμάκης.

Από εδώ και κάτω, αγαπητό μου ημερολόγιο, αποχωρώ εγώ από το κάδρο για να μας διηγηθεί μόνη της η φίλη μου την ιστορία της. (αλλά κι επειδή βαριέμαι να γράφω στο τρίτο ενικό).

ΕΛΕΝΗ:
«Που λες φιλενάδα μου μεγάλο ζόρι οι αιμορροΐδες, είδα κι έπαθα να τις ξεφορτωθώ αλλά το πρόβλημα ήταν άλλο. Και μεγάλο. Όταν αγόρασα την αλοιφή διάβασα στις Οδηγίες Χρήσεως - κάτι που πάντοτε κάνω ακόμα κι αν το φάρμακο μου το 'γραψε ο γιατρός - πως μία από τις δύο δραστικές ουσίες της είναι το λάδι καρχαρία! Θαύμασα τον καρχαρία αλλά επιφυλάχτηκα για τις ευχαριστίες μου προς αυτόν αφού δω αποτελέσματα. Το θέμα αν το λάδι που θα με θεράπευε προϋπέθετε τη σφαγή του καρχαρία ή όχι δεν με απασχόλησε εκείνη τη στιγμή, έτσι κι αλλιώς ο καρχαρίας δεν είναι και το πιο συμπαθές δημιούργημα του θεούλη.

Λάδι λοιπόν καρχαρία θα έλυνε το πρόβλημά μου. Έκανα το βραδινό μπανάκι και πήρα μπόλικη ποσότητα να βάλω στο πωπουδάκι μου. Αμέσως μετά παστώθηκα με κρέμες σώματος, έβαλα βρακί και πιζάμες και κάθισα στον καναπέ μου. Και τότε ακούστηκε (περισσότερο ένιωσα δηλαδή) ένα μπραφ και ήταν σα να χέστηκα και να κατουρήθηκα μαζί. Ένα κύμα (υγρό, αέριο, στερεό εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα) διέτρεξε την απόσταση από το σημείο της αιμορροΐδας μέχρι την αιδοιακή κοιλότητα. Έτρεξα αμέσως στην τουαλέτα και διαπίστωσα πως βρακί, πιζάμες (αλλά σε δύο λεπτά είχα διαπιστώσει και το ριχτάρι του καναπέ) είχαν λεκιαστεί απιθάνως από την λιπαρή αλοιφή. Άλλαξα βρακί, άλλαξα πιζάμα, προσπάθησα να καθαρίσω το ριχτάρι αλλά δεν, οπότε έβαλα το "πάνω κάτω" με σκοπό να το βάλω στο πλυντήριο την επομένη. Μετά το ατυχές γεγονός είχα την προνοητικότητα να χρησιμοποιήσω στα επίμαχα σημεία σερβιέτα. Παρότι η επιθυμία μου ήταν να μπω στη μπανιέρα ξανά, δεν το έκανα, γιατί έπρεπε να θεραπεύσω το πρόβλημα του κώλου (μου). Όμως από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα μια περίεργη μυρωδιά με ακολουθούσε όπου κι αν πήγαινα. Ακόμη και στον ύπνο μου είχα τη μυρωδιά αυτή στη μύτη μου, χωρίς να μπορώ να εντοπίσω ούτε την προέλευση ούτε το είδος της.

Την άλλη μέρα το πρωί, όταν πήγα στην τουαλέτα για το πρώτο πιπί της ημέρας, έντρομη διαπίστωσα, μόλις κατέβασα το βρακί μου, πως η μυρωδιά αυτή προερχόταν από τ' απόκρυφά μου και πως ήταν μια ωραιότατη και πάρα πολύ ωραία μυρωδιά ψαρίλας!! Το ίδιο έντρομη άνοιξα το καπάκι της καλαθούνας των απλύτων και μύριζε ακριβώς το ίδιο αφού από το προηγούμενο βράδυ φιλοξενούσε στη φιλόξενη αγκαλιά της ένα βρακί και μια πιζάμα πασαλειμμένα εντελώς μ' αυτό το ψαρόλαδο που είχα φροντίσει μετά το βραδινό μπάνιο μου να πασαλείψω κώλο και πέριξ. Και όπως κάθε λαδιά, έτσι και αυτή δεν εξαιρέθηκε από τις επεκτατικές τάσεις προς τα εμπρός εκεί δηλαδή όπου υπάρχει το αιδοίο το οποίο έχω περί πολλού τρομάρα μου και το 'χω κοκό κι αυγό. Κι αυτή τη στιγμή, αυτό το τόσο περιποιημένο σημείο του σώματός μου που πάντα μ' άρεσε (κι όχι μόνο σε μένα) να μοσχοβολάει και να 'ναι τρυφερό κι ευχάριστο βρωμοκοπούσε ψαρίλα. Κι αγνοούσα παντελώς πόσα μουνοπλυσίματα και με τί είδος σαπουνιού θα χρειάζονταν για να φύγει αυτή η μυρωδιά.

Ήξερα όμως πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είχα μόλις λύσει ένα μυστήριο. Έτσι ακριβώς θα μύριζε το μουνί της γοργόνας, αν είχε. Κι ενημερώνω τους άντρες φίλους μου περί τούτου να σταματήσουν να τα βάζουν με τις γοργόνες θεωρώντας τες τα πιο άχρηστα πλάσματα του κόσμου επειδή δεν μπορούν ούτε να τις τηγανίσουν ούτε να τις γαμήσουν. Γιατί κι αν μπορούσαν, τουλάχιστον να τις γαμήσουν, αυτή ακριβώς τη μυρωδιά θα γεύονταν και τους διαβεβαιώ ότι δεν θα ήταν καθόλου ευχάριστη. Και με αυτή την ψαρίλα διάχυτη στο μπάνιο μου και στο σώμα μου, σαλταρισμένη, έγειρα προς τα πίσω το κεφάλι μου και λίγο προτού ορμήξω μέσα στην μπανιέρα αναφώνησα "Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;"»


Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Ένα πρόβατο που πέθανε και μια γαζέλα που πρέπει να ζήσει.

Αγαπητό μου ημερολόγιο
Αφορμή για τούτα τα λογάκια στάθηκε η φωτογραφία ενός προβάτου που είδα με τα μάτια του προσώπου μου και η φωτογραφία μιας γαζέλας που την είδα με τα μάτια της ψυχής μου.
Όλοι θα ξέρετε βέβαια τη φημισμένη ράτσα προβάτων Μερινός που είναι ονομαστά για την παραγωγή και την ποιότητα του μαλλιού τους. Όσοι έχετε φορέσει ένα πουλόβερ από τέτοιο μαλλί θα ξέρετε πως πρόκειται για υλικό άριστης ποιότητας. Μαλακό και αφράτο, ζεστό και κομψό το πουλοβεράκι που φτιάχνεται από τέτοιο μαλλάκι. 
Ίσως κάποιοι από εσάς έχετε ακούσει ή διαβάσει για τον Σρεκ, το πρόβατο-σταρ της Νέας Ζηλανδίας (όχι το συμπαθέστατο κινούμενο σχέδιο) αλλά το πρόβατο που έγινε διάσημο όταν εντοπίστηκε σε άγρια κατάσταση σε μια ορεινή σπηλιά, έξι χρόνια μετά την εξαφάνισή του το 1998.
Όταν τον βρήκαν το μαλλί του ήταν τόσο μεγάλο που τριπλασίαζε τον όγκο του. Πέθανε όμως το τσαμένο σε ηλικία 16 ετών, πριν λίγες μερούλες καθώς ήταν πολύ άρρωστο και αναγκάστηκαν να του κάνουν ευθανασία.

Αυτό το πρόβατο λοιπόν είχε τόσο πολύ μαλλί που εξαιτίας του δεν μπορούσε να κουνηθεί. Η καρδούλα του αγκομαχούσε να τα φέρει βόλτα και να το κρατήσει στη ζωή. Ο σκελετός του, παρότι πιο δυνατός από των άλλων προβάτων, δυσκολευόταν να αντέξει τόσο βάρος και το κεφάλι του παρότι πιο μεγάλο από των άλλων προβάτων δυσκολευόταν να σκεφθεί. Είχε γίνει μεγάλος ντόρος τότενες αφού η απίστευτη ποσότητα μαλλιού που θ' αποκτιόταν μετά την κουρά θα είχε μεγάλη αξία κι αν θυμάμαι καλά τα έσοδα είχαν διατεθεί για φιλανθρωπικό σκοπό. 
Αυτό όμως, αν και πρόβατο, είχε πεισμώσει σαν γάιδαρος κι αρνιόταν να κάτσει να το κουρέψουν αλλά δεν ήταν κι εύκολο να ξεφύγει οπότε μια μέρα των ημερών το ξαλάφρωσαν από το μαλλί του.
Το καημενούλι μόλις το κούρεψαν κρύωνε, κρύωνε πολύ, το σκέπασαν θυμάμαι με κουβερτούλες αλλά όταν κατάφερε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες άρχισε να κινείται πιο άνετα, να ψιλοτρέχει ενδεχομένως, ν' ακολουθεί τα συμπροβατάκια του στις βόλτες τους και τη βοσκή τους. Μπορούσε πια να είναι πιο κοινωνικό και χρήσιμο. Άρχισε πάλι να σκέφτεται λιγουλάκι και κατέληξε στο συμπέρασμα πως το κούρεμα ήταν για το καλό του αφού τώρα πια δεν κινδύνευε να πάθει καρδιακή συγκοπή λόγω του βάρους του και είχε γίνει ευκίνητο για να απολαμβάνει την προβατίσια ζωή, όση τουλάχιστον του έμενε. 

Ένα βράδυ είδε στον ύπνο του έναν εφιάλτη. Κι ήταν μετά τον εφιάλτη αυτό που σκέφτηκε πως ναι μεν το κούρεμα έγινε για καλό του αν όμως την ευκινησία που απέκτησε μετά δεν την εκμεταλλευόταν προς όφελός του θα είχε την κατάληξη του εφιάλτη του.

Είδε λοιπόν τον εαυτό του πριν το κούρεμα να κάθεται ασάλευτο στην έξοδο της σπηλιάς που ζούσε αφότου χάθηκε και να κοιτάζει τον κάμπο. Να κοιτάζει, τρόπος του λέγειν, αφού το μαλλί τόσο πυκνό έπεφτε στα μάτια του και τα κάλυπτε, γι' αυτό αφού σώθηκε, δεν ξέρω αν σας το είπα, η όρασή του είχε εξασθενίσει τόσο πολύ που δεν καλοέβλεπε. Αλλά με τον καιρό διορθώθηκε κι αυτό. Καθόταν που λέτε έξω από τη σπηλιά που βρισκόταν στην άκρη ενός λόφου κι αγνάντευε. Στους πρόποδες στεκόταν μια γαζέλα, τόσο παγωμένα ακίνητη αφού κι ο ίδιος ο Σρεκ παραξενεύτηκε πολύ γι' αυτό. Όταν είδε λίγο παραπέρα την αγέλη των λιονταριών να παραμονεύει για να ξεσκίσει το κακόμοιρο το ζωάκι πανικοβλήθηκε αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτε ούτε για την γαζέλα ούτε για το ίδιο. Παρακαλούσε μόνο τον θεό των προβάτων να γλυτώσει το τομάρι του από τα λιοντάρια, να μην τον ανακαλύψουν εκεί ψηλά που βρισκόταν αφού με τόσο βάρος από το πολύτιμο μαλλί του δεν θα μπορούσε να κάνει ούτε βήμα και τα λιοντάρια, θα τον κατασπάρασσαν. Μετά σκέφτηκε πως με τόσο μαλλί επάνω του τα λιοντάρια ίσως δεν κατάφερναν να φτάσουν στη σάρκα του, να βαριόντουσαν, θα τα 'χε σκίσει κι η πείνα ενδεχομένως, οπότε θα έφευγαν προς άγραν άλλου θύματος. Και καθώς ησύχασε από το φόβο αυτόν αποκοιμήθηκε μέσα στο ίδιο του το όνειρο. Όμως ξύπνησε απότομα από φωνές, έγειρε το κεφάλι του προς τα πίσω ν' απελευθερώσει λίγο τα μάτια του (πράγμα εντελώς περιττό γιατί στα όνειρα δεν βλέπουμε με τα μάτια αλλά με το μυαλό μας) και είδε ακριβώς το ίδιο σκηνικό, τη γαζέλα εντελώς ακίνητη αλλά την αγέλη των λιονταριών να την έχει πλησιάσει. Υπήρχε μια τρομαχτική ησυχία οπότε απόρησε τί ήταν αυτό που τον ξύπνησε. Υπέθεσε πως ήταν το ένστικτο της αυτοσυντήρησης που χτύπησε συναγερμό γιατί, σκέφτηκε, η γαζέλα θα το 'βαζε στα πόδια οπότε κινδύνευε ο ίδιος. Αυτή όμως δεν κουνιόταν. 

Με όλη του τη δύναμη σκέφτηκε "τρέξε, γαζέλα, τρέξε". Δεν φώναξε για να μην προδώσει τη θέση του και την ύπαρξή του αλλά προσπάθησε νοερά να την ταρακουνήσει για να σωθεί. "Φύγε γαζέλα, έρχονται να σε φάνε. Γιατί δε φεύγεις;" (σινεφίλ το προβατάκι μας!)

Όμως αυτή η γαζέλα που μάλλον ξέμεινε απ' το κοπάδι της, δεν κουνιέται καθόλου ενώ τα λιοντάρια όλο και την πλησιάζουν. "Αχ και να 'μουν σαν και σένα, αχ και να μπορούσα να τρέξω, δε θα φοβόμουν τώρα τόσο πολύ, γιατί θα ήμουν κουρεμένος, ελαφρύς κι ευκίνητος σαν και σένα γαζέλα μου και θα 'τρεχα, θα 'τρεχα μέχρι να νιώσω ασφαλής. Εσύ γιατί δεν τρέχεις να ξεφύγεις απ' τα νύχια και τα δόντια τους;" 

Ακίνητη παρακολουθούσε τους εχθρούς να πλησιάζουν κι όταν αποφάσισε τελικά να τρέξει ήταν πια αργά γιατί τα λιοντάρια δίνοντας πέντε σάλτους την πρόλαβαν, χίμηξαν πάνω της... και μάλλον αγαπητό μου ημερολόγιο δεν τις θέλεις τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες.

Κάπως έτσι είμαστε κι εμείς λαέ μου. Ένα πρόβατο υπέρβαρο που όμως του έκαναν τη "χάρη" να το ξαλαφρώσουν με το κούρεμα. Μια γαζέλα που έμεινε πίσω από το κοπάδι της μένοντας ακίνητη από φόβο την ώρα που τα λιοντάρια ορμούν επάνω της.

Λαέ μου, καλώς μας κούρεψαν, κακώς όμως μένουμε ακίνητοι τώρα που ξαλαφρώσαμε. Ας κάνουμε κάτι όσο ακόμα τα λιοντάρια δεν έχουν βγει εντελώς από το δάσος.