Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Αναπάντεχες συναντήσεις


Αγαπημένο μπλογκολόγιο

Μερικές φορές κολλάει η πένα μου εκεί που κολλάει κι η σκέψη μου - όπως τώρα - και μη γνωρίζοντας τί ακριβώς μου συμβαίνει άφησα το πρόβλημα ελεύθερο στη φύση, να πάρει τον αέρα του και να φρεσκαριστεί, μήπως λυθεί είτε μόνο του είτε με βοήθεια για να επιστρέψει πίσω σε μένα, λυμένο, ξεπλυμμένο κι απαστράπτον. Ως έμπνευση αυτή τη φορά.
Το ταξίδι του σύντομο, η στάση του όμως σε μια μικρή ζωική ιστορία κράτησε αρκετά. Μύρισε, είδε, γεύτηκε, άγγιξε, άκουσε, οπλίστηκε με θάρρος και υπομονή και μου γύρισε,
άτσε να στα πω":
Οι οπλές του αγριόγιδου είναι τέσσερις άσοι σε τσέπη χαρτοκλέφτη. Μ' εκείνες η βαρύτητα είναι μια παραλλαγή σ' ένα θέμα, όχι ένας νόμος.
Το μυαλό του ανθρώπου είναι μια ολόκληρη σημαδεμένη τράπουλα αλλά δεν το ξέρει. Μ' εκείνο ο χωροχρόνος είναι μια πιθανότητα, όχι ένας καταναγκασμός. 


(Μα διάλογο με το πρόβλημα που επέστρεψε λυμένο γίνεται;
Το χέρι τεταμένο, αυτό που κρατούσε απροσδιόριστο, πλησίασε στο τραπέζι, το ακούμπησε. Ανάποδα. Ξέρεις τί κρύβει; Κάτσε να σου πω:
Ένα αναποδογυρισμένο πιάτο χωράει λίγα, όμως έχει πιο πλατιά βάση, στηρίζεται πιο καλά.
Ένας αναποδογυρισμένος κόσμος χωράει τη ματαιότητά μας, όμως περιέχει περισσότερη αλήθεια, το ψέμα παραπαίει.

Άκου να σου πω "πρόβλημα" μεγάλη η πρόκληση, μεγάλο και το στοίχημα που βάζουμε.
Το μετερίζι τούτο δω θέλει κάποιος να γίνει δικηγόρος του διαβόλου, εσύ λέγε τί ξέρεις, εγώ θα λέω τ' αντίθετα. Έλα να μου πεις:
Σε κάθε είδος τα μοναχικά μέλη δοκιμάζουν νέες εμπειρίες. Είναι μια μερίδα που πειραματίζεται κι έπειτα παρασύρεται, χάνεται. Πίσω τους το ανοιχτό χνάρι ξανακλείνει.
Στο ανθρώπινο είδος τα μοναχικά μέλη δοκιμάζουν τις αντοχές τους. Είναι ο κόσμος που ξεμυτίζει για λίγο, πειραματίζεται με τον εαυτό του ως μέρος του συνόλου κι έπειτα μπαίνει στο λαγούμι του ξανά και χάνεται, να επεξεργαστεί τις γνώσεις που αποκόμισε, προτού γίνουν εμπειρία. Πίσω τους η πόρτα ξανακλείνει αφού πρώτα σβήσουν το ίχνος τους. Γνώση και εμπειρία ή τούμπαλιν, το μόνο δίπολο που κινούμενο σε ιμάντα ατέρμονα βοηθάει τον άνθρωπο ν' αφήσει κάπου στον κόσμο αυτόν το σημάδι του.

Οι εποχές αλλάζουν όπως κι οι άνθρωποι, οι εποχές κυκλοτερώς, τέσσερα κεντρικά γρανάζια στη μηχανή του χρόνου, άφθαρτα, οι άνθρωποι χαοτικά, μονάδες τυχαία τοποθετημένες κινούν τον κόσμο, φθαρτοί. Στο σεργιάνι σου τί έμαθες πες μου:

Ο άνθρωπος τον χειμώνα πρέπει μόνος ν' αντέξει μες στο τσόφλι. Σκέφτεται: καμιά γεωμετρία δεν έχει ανακαλύψει τον τύπο του αυγού. Για τον κύκλο, για τη σφαίρα υπάρχει το ελληνικό "π", όμως η τέλεια μορφή της ζωής δεν μπαίνει σε καλούπι.
Ο δυνατός άνθρωπος βγαίνει από το τσόφλι για να παρατηρήσει. Σκέφτεται: καμιά συντεταγμένη δεν έχει καταγράψει την ύπαρξή μου προτού εγώ το θελήσω. Για τη δύναμη ξέρουμε τον ορισμό, είναι η αιτία που προκαλεί κάθε μεταβολή της κίνησης ή της γεωμετρίας των σωμάτων. Ένα σώμα μπορεί να δεχθεί ταυτόχρονα πολλές δυνάμεις, το αποτέλεσμά τους θα είναι σε κάθε σημείο μία συνισταμένη δύναμη και μία συνισταμένη ροπή. Όταν οι δυνάμεις αυτές εξουδετερωθούν μεταξύ τους τότε το σώμα βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας. Η ανθρώπινη δύναμη είναι η αιτία που η παρατήρηση γίνεται εμπειρία κι εν τέλει ζωή.

Tους μήνες που το λευκό είναι πάνω του κι ολόγυρά του, ο άνθρωπος γίνεται ονειροπόλος. Με τον ήλιο στα θαμπωμένα βλέφαρα, το χιόνι μεταμορφώνεται σε θραύσματα γυαλιού. Το σώμα κι η σκιά σχεδιάζουν δυό γράμματα, ένα πεζό κι ένα κεφαλαίο. Ο άνθρωπος πάνω στο βουνό είναι μια συλλαβή στο λεξικό.
Το χιόνι μπορεί να καλύψει όλη τη γη αλλά όχι τα γεγονότα που τρέχουν αμείλικτα και μας προσπερνούν κατά ριπές, παγωμένη καταστροφική λαίλαπα που ισοπεδώνει τις ζωές μας στο διάβα της. Αυτές τις ζωές, που σαν το "κέντημα της γιαγιάς", αυτό που ήταν must να μην ξεχωρίζει η καλή απ' την ανάποδη, κάποιοι, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, λεπτοδούλεψαν μετατρέποντάς τες σε πολυδαίδαλες δομές αγκιστρωμένες στην πέργκολα της ψεύτικης ευδαιμονίας μας. Ανθρώπινοι κισσοί, χωρίς όμως την ομορφιά τους, με τις βεντουζίτσες που αποκτήσαμε χάρη στην επιδεξιότητα που τους επιτρέψαμε να αναπτύξουν στο τομάρι μας, γραπωθήκαμε εκεί κι όταν τα ανοίγματά της μίκραιναν και μίκραιναν ώστε να γίνουν ένα αόρατο dot matrix, μπλεχτήκαμε, μια κουκίδα εδώ και μία παρακάτω. Ένα πλέγμα που άλλοι το τινάζουν, το διπλώνουν, το απλώνουν, το τεντώνουν, το ζαρώνουν, κι όσοι βρίσκονται εγκλωβισμένοι εκεί, όλοι για έναν, κι ένας για όλους. Speechless stood still dots. Σε απλά ελληνικά "στρατιωτάκια, αμίλητα, ακούνητα κι αγέλαστα" ενός στρατού που δεν γνωρίζουμε τον ιδρυτή, τον αρχηγό, τον σκοπό και τη χρησιμότητά του.


Δεν υπάρχει τίποτ' άλλο που να δικαιούται τον τίτλο της σιωπής όσο το χιόνι στη στέγη και στο χώμα.
Στην καθοδική πορεία τους προς τη γήινη επιφάνεια οι νιφάδες του χιονιού απορροφούν τους ήχους που συναντούν. Με τα χιλιάδες μικρά στοματάκια που διαθέτει η κάθε μία καταπίνουν οποιονδήποτε από αυτούς βρεθεί στον διάβα τους. Αυτοί οι ήχοι, που χάρη στο δικό τους βάρος, το χιόνι φαίνεται να υπακούει στους νόμους της βαρύτητας, παραχωρούν τη θέση που εγκαταλείπουν αναγκαστικά, στο αντίθετό τους, το οποίο δημιουργεί ένα διεισδυτικό πλέγμα
απίστευτα εκκωφαντικής σιωπής που καλύπτει τις υπάρξεις μας από το λαιμό και κάτω. Οι ασώματες κεφαλές χάρη στη μηχανική του λαιμού στρέφονται απορημένες πότε δεξιά και πότε αριστερά, κοιτάζοντας αμήχανα η μία την άλλη και ρωτώντας με τα μάτια "πώς φτάσαμε ως εδώ"!! Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα όπως και πάρα πολλά άλλα καλείται τώρα να καλύψει το χιόνι. Αλλά ως πότε θα χιονίζει; Κάποτε θα βγει ο ήλιος και οι απαντήσεις θα βγουν στο φως του.
(Η αδιανόητη χωρητικότητα μιας νιφάδας χιονιού). 

Μου ερχόταν η υποψία πως όσα μου έλεγε τα είχε φανταστεί αλλά κάτι πιο δυνατό μου έλεγε να συνεχίσω.

Του ερχόταν η σκέψη ότι η ύλη τριγύρω του ήταν καμωμένη από προηγούμενες ζωές, ληγμένες. Στα σύννεφα υπήρχε το υγρό χνότο των ζώων που είχε σκοτώσει και των προγόνων των ανθρώπων. Το έδαφος που τον στήριζε είχε για λίπασμα τη σκόνη και τη στάχτη τους.
Η ιστορία της δημιουργίας των έμβιων όντων, άστρα που χάθηκαν από τον ουρανό όταν τελεύτησαν τον λαμπερό τους βίο αλλά όχι την ύλη τους που τη στάχτη της τη σκόρπισαν στο υπόλοιπο σύμπαν, κάπου σκάλωσε κι εκεί βρήκε ιδιόμορφο λίπασμα και καρποφόρησε.
 

Η μέρα ξεκινάει, τυχαία φτιάχνει τις στιγμές της με ό,τι υλικό βρίσκεται στο χρονοντούλαπό της. Στο μίγμα με το παρελθόν βάζει τη φαντασία της στιγμής κι αλλάζει την όψη του κόσμου, είναι το μέλλον, εσύ τί λες γι' αυτό;
Το βράδυ τελειοποιεί το ακατέργαστο έργο που αρχίζει, με ουρανό σκοτάδι ακόμα. Το βράδυ λαξεύει, με το λεπτό γυαλόχαρτο δίνει το τελευταίο φινίρισμα στη χειροποίητη μέρα.

Oι ρόλοι αντιστράφηκαν, εγώ ρωτώ, οι απαντήσεις περιμένουν, τί να κάνω; πώς να νοιώσω; τί να γράψω; Γυναίκα ανεμοδούρα ψάχνει τον άντρα της στη μέση του πουθενά. Τον βρίσκει;
Οι γυναίκες κάνουν κινήσεις αχηβάδας, που ανοίγει τόσο για να διώξει προς τα έξω όσο και για να ρουφήξει προς τα μέσα.
Ο άντρας μισόκλεισε κάπως τα μάτια, ρυτίδες στις άκρες, χαμόγελο αδιόρατο σχεδόν. Ήταν η απάντησή του. Στη συμπαγή υπερέντασή του εκείνη (η γυναίκα) ήταν μόλις μια αμυχή.

Τίτλοι τέλους: Τα γραμμένα με πλάγια ήταν η αφορμή για τις σκέψεις μου και ξεκουράζονται σ' ένα βιβλιαράκι τόσο δα, τοσοδούλικο, αληθινό διαμάντι.
Που όταν το διαβάσετε θα αφαιρέσετε τη λέξη "γίδι" από το υβρεολόγιό σας.


Erri De Luca, To βάρος της πεταλούδας, μετάφραση: Άννα Παπασταύρου,
Εκδόσεις Κέλευθος




Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Ζυμάρι στο στόμα και ζάχαρη στην άκρη...


Γεννήθηκα στο κέντρο της Αθήνας, εντάξει, σε μαιευτήριο γεννήθηκα, καταλάβατε όμως τί εννοώ, μη με κουράζετε.
Τότε, λίγο μετά το ...1821, στο κέντρο της Πρωτεύσουσας άνθρωποι κανονικοί είχαν τις κατοικίες τους κι όταν λέμε "λίγο μετά" σημαίνει λίγο (μετά) σε σχέση με την ατέρμονη προσπάθεια του χρόνου να φτάσει κάπου, σε σχέση όμως με την ανθρώπινη υπόσταση/αντίληψη του χρόνου σημαίνει πολύ (μετά), το ξέρω πως το καταλάβατε αλλά καλό είναι να διευκρινίζουμε τα πράγματα, ποτέ κανείς δεν ξέρει ποιός κακόβουλος καραδοκεί να πεταχτεί για να μου πει "τα 'χεις λοιπόν τα χρονάκια σου", λες και ποτέ ισχυρίστηκα πως δεν τα 'χω, ζωή να 'χω.
Το σπίτι που είχε την τιμή να δεχτεί στους πόρους των τοίχων του το μωρουδίστικο κλάμα μου και στις ρυτίδες των πατωμάτων του τα πρώτα παιδικά μου βήματα βρισκόταν στην οδό Ευαγγελιστρίας και ήταν μέσα σε ένα καταπληκτικό γωνιακό κτίσμα.
Δυστυχώς το σπίτι μας δεν ήταν ιδιόκτητο αλλά ήταν επί ενοικίω... που έλεγε κι ο μπαμπάς, η μαμά το έλεγε "με νοίκι", εμάς "νοικάρηδες" και τον ιδιοκτήτη "σπιτονοικοκύρη", δεν είχε η μαμά γλωσσολογικά θέματα, είχε όμως κοινωνική μόρφωση, όπως αυτάρεσκα τόνιζε όποτε παρίστατο ανάγκη. Και πράγματι είχε. Και κοινωνική μόρφωση είχε και άλλη γνώση ποικίλη είχε, αποκτηθείσα πλάι στον μπαμπά, ποιητής, λογοτέχνης, διανοούμενος εν γένει πλην όμως υπάλληλος για τα προς το ζην το ...ευτράπελον. Είχε και κοινωνική αστική συμπεριφορά παρότι μικροαστή νοικοκυρά, ήξερε δηλαδή την τέχνη του φέρεσθαι και ήταν φιλόξενη όσο της επέτρεπαν τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας της, δηλαδή εγώ, που μπουσουλώντας ακόμη, έβαζα χέρι στο γλυκό του κουταλιού − νεράντζι κατά προτίμησιν (που εγώ το έλεγα Μεράτζι κι όλος ο υπόλοιπος κόσμος "νεραντζάκι γλυκό") κι όποιον πάρει ο χάρος⋅ πόσες φορές δεν προσπάθησε να κεράσει κάποιον αλλά ανακάλυπτε τελευταία στιγμή πως είχε μείνει μόνο το σιρόπι στο βάζο. Μεγαλώνοντας βέβαια έβγαλα από την καρδιά μου τα γλυκά του κουταλιού καθώς και το χέρι μου από το βάζο και για καλή μου τύχη, εκτός από κανά κουλουράκι, κανά κέικ και φυσικά τα παγωτά, όλα τα άλλα γλυκά με αφήνουν ασυγκίνητη χωρίς να σημαίνει πως δεν τα τρώω αν παραστεί ανάγκη.
Η μαμά δεν κώλωνε, είχε λύση, όταν έβλεπε πως το γλυκό στο βάζο είχε κάνει φτερά, ζητούσε συγνώμη, τα έριχνε όλα σε κάποιον, στο άτιμο μικρό, στον μπαμπά που θα του είχε πέσει στο ζάχαρο, στην αδελφή που ούτε ζωγραφιστά, κι αν γνώριζε τότε η μαμά τον ανάδρομο θα τα 'ριχνε και σ' αυτόν.
Μετά τις συγνωμούρες, κι ανάλογα τον επισκέπτη, έβγαζε φιστίκια, μύγδαλα ή καρύδια, ή έπαιρνε φέτες ψωμί τις άλειφε λάδι και τις πασπάλιζε με ζάχαρη και κανέλα...
 
Συγνώμη θα λείψω για λίγο... ένοιωσα μια πελώρια λαχτάρα για κάτι τέτοιο... πάω να το φτιάξω...
...
(Εντάξει, συνήλθα κι επανήλθα...)
Παρένθεση: αυτόν τον σπιτονοικοκύρη που τον έλεγαν "ο Μάνος" αλλά σε μένα τον έλεγαν "ο κύριος Μάνος" η μαμά τον στόλιζε (απόντος αυτού βεβαίως) με διάφορα. Αγιογδύτη τον έλεγε, τσιφούτη τον έλεγε κι ένα σωρό άλλα που δεν έχω συγκρατήσει και φυσικά τότε ούτε αγιογδύτης ούτε τσιφούτης ήξερα τί θα πει. Καταλάβαινα βέβαια τί εννοούσε η μαμά. Ο κύριος Μάνος λοιπόν είχε 100 διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας και την πρώτη βδομάδα κάθε μήνα τα γυρνούσε όλα με τα πόδια για να εισπράξει τα νοίκια. 100 διαμερίσματα, 100 νοίκια δηλαδή, ακόμη κι εγώ απορούσα που δεν τον είχα δει ποτέ με διαφορετικό κοστούμι, άλλη γραβάτα και κυρίως άλλα παπούτσια. Όχι, αν άλλαζε σώβρακο δεν γνωρίζω, πουκάμισο πάντως μάλλον άλλαζε. Τα παιδικά μου μάτια καρφώνονταν στα παπούτσια του, φθαρμένα, σκονισμένα, καφέ παπούτσια αλλά με μαύρα χάλια, ποτέ δεν είχα δει κανένα από τα παπούτσια του μπαμπά μου σε τέτοιο χάλι κι ας έκοβε κι αυτός χιλιόμετρα με τα πόδια, όταν είχε να κάνει εξωτερικές οικονομικές δουλειές σε τράπεζες κι επιμελητήρια, από 2 χρονών ήξερα πως υπάρχει "το επιμελητήριο", "η μπανκ οφ αμέρικα", κάτι πράγματα που τα έλεγε "εκτελωνισμοί" και το ΙΚΑ χωρίς να έχω ιδέα όμως τί ακριβώς είναι αυτά παρά μόνο κάποια μέρη που πήγαινε ο μπαμπάς μου να κάνει δουλειές. Η μαμά φιλόξενη, τον στόλιζε μεν τον κύριο Μάνο αλλά νερό και γλυκάκι του πρόσφερε. "Μόνο εσείς μου λέτε να κάτσω να ξεκουραστώ, μόνο εσείς μου προσφέρετε νερό και γλυκό" αλλά το νοίκι δεν μας το χάριζε ούτε μια έκπτωση δεν έλεγε να μας κάνει.  

Σε αντίθεση με τον αντιπαθητικό "κύριο Μάνο" ένας άλλος κύριος, που όμως δεν θυμάμαι το όνομά του, ήταν πολύ συμπαθητικός. Αυτός ο "άλλος κύριος" ήταν πλανόδιος μικροπωλητής κι αυτό που πουλούσε ήταν φιστίκια αράπικα. Γύριζε δηλαδή τα μαγαζιά και τα καφενεία και πουλούσε φιστίκια. Εκεί τον γνώρισα κι εγώ, τον συναντούσαμε στις βόλτες ή στα καθημερινά ψώνια - που τότε νόμιζα βόλτες - με τη μαμά και πάντα αγόραζε φιστίκια. Φαινόταν να τον γνωρίζει γιατί τον χαιρετούσε εγκάρδια. Είχε ένα περίεργο καλάθι που όταν έβγαζε τα φιστίκια με μια μικρή σεσουλίτσα από μέσα για να τα βάλει στο σακουλάκι αυτά ήταν ζεστά, τραγανά και μυρωδάτα. Ο "κύριος φιστικάς" συχνά πυκνά ανέβαινε τα απογεύματα στο σπίτι μας για να ξεκουραστεί. Η μαμά τον καλούσε "κι όποτε θέλετε να έρχεστε σε μας" κι όποτε ερχότανε η μαμά έφτιαχνε γι' αυτόν και τον μπαμπά καφέ με ένα ποτήρι νερό πάντοτε για τον καθένα και γλυκό του κουταλιού για τον επισκέπτη, αν είχε μείνει, αλλιώς κάτι άλλο έβρισκε πάντα η μαμά. Με τον μπαμπά συζητούσαν πολιτικά. Με τη μαμά "τα νέα σας λοιπόν". Ήταν πολύ καλός αυτός ο κύριος, για τα φιστίκια που έβαζε στο χεράκι μου ζεστά ζεστά δεν έπαιρνε χρήματα. Κι άφηνε πάντα ένα σακουλάκι για τους άλλους. Η μαμά επέμενε αλλά εκείνος έλεγε "κέρασμα". Μόνο όταν αγοράζαμε από το δρόμο πλήρωνε η μαμά. "Μόνο εσείς με καλείτε να ανέβω να ξεκουραστώ, μόνο εσείς μου προσφέρετε καφέ, νερό και γλυκό" είχε πει κι αυτός. Αλλά αυτός τουλάχιστον μας τα χάριζε τα φιστίκια.
Κλείνει η παρένθεση που τον άκλειστο είχε. 
...
Κάποιες φορές, σαν αγναντεύω τη μέχρι τώρα ζωή μου, τη βλέπω να αναπτύσσεται σε tableaux vivants κι όχι ρέουσα. Και τις ίδιες αυτές φορές σαν αγναντεύω τη μελλούμενη, που δεν ξέρω πόση θα 'ναι παρά μόνο ελπίζω να 'ναι κάμποση, βλέπω κάδρα άδεια, κάπου στο βάθος όμως αχνοφαίνεται ο "καλλιτέχνης" κρατώντας το πινέλο του έτοιμος να τα γεμίσει κι αυτό μου δίνει χαρά και με γεμίζει ελπίδα.
Μου αρέσει να σκέφτομαι το παρελθόν - δεν έχει σημασία πόσα από το παρελθόν μου αρέσουν και πόσα όχι - να χωρίζω τη μέχρι σήμερα ζωή μου σε περιόδους και να ξεχωρίζω τη χρονιά που θεωρώ πως καθόρισε κάθε μία, ανάλογα το γεγονός ή τα γεγονότα που συνέβησαν και τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν, στο παρελθόν γυρίζω με τη σκέψη μου να κάνει άλματα προς τα πίσω για να αρχίσει να βηματίζει ξανά μπροστά και καθώς αναπολώ ο χρόνος κυλάει από πίσω προς τα εμπρός, όπως συνήθως κάνει ο χρόνος, κλασικά πράγματα δηλαδή, μέχρις ότου βρεθεί τρόπος να ταξιδεύει από εμπρός προς τα πίσω με όχημα εμάς στη φυσική μας μορφή κι όχι μόνο με τη σκέψη μας.
Αυτή η καθοριστική για κάθε περίοδο χρονιά άλλοτε μοιάζει με λακκούβα κι άλλοτε με εξόγκωμα που σπάνε την ομαλή πορεία των γεγονότων, όλοι συμφωνούν όμως πως όταν κάτι έχει πλέον συμβεί έχουν στρογγυλέψει οι γωνίες του, έχει λειανθεί η τραχύτητά του, έχουν καμπυλώσει και χαμηλώσει οι κορυφές του, σαν τριαντάφυλλο που ο χρόνος κι όχι εμείς του λείανε σιγά σιγά τα αγκάθια, σαν ταινία που τεντώνει αργά και σταθερά και χαμηλώνουν οι καμπυλώσεις των συμβάντων, όπως συνήθως χαμηλώνουν και οι προσδοκίες μας όταν το μέλλον είναι πια εδώ και τίποτε απ' όσα ονειρευτήκαμε δεν βγήκε αληθινό.

Παρότι λοιπόν μου αρέσουν οι βόλτες στο παρελθόν αφού δεν είναι τίποτε περισσότερο από σκηνές του βίου μου που πότε τις βλέπω συνεχόμενες σαν κινηματογραφική ταινία και πότε σαν μεμονωμένα καρέ (εκείνα τα tableaux vivants που λέγαμε), εντούτοις όταν επιχειρώ να τις διηγηθώ με λέξεις κανονικές το στόμα μου γεμίζει σαν με ζυμάρι που φουσκώνει κι απλώνεται και οι λέξεις βιάζονται να βγουν αλλά όχι πριν ψηθούν καλά κι όταν πλέον τις ξεφουρνίζω είναι στρουμπουλές και ροδοκόκκινες σαν μικρά τσουρεκάκια, σαν κόλπο για να γίνουν νόστιμες κι ελκυστικές γι' αυτόν που τις ακούει.
Κι όταν σκέφτομαι ή μιλώ για το μέλλον, είτε το κοντινό είτε το μακρύτερο, θα 'θελα οι λέξεις μου να βουτούν στη ζάχαρη που πάντα έχω στην άκρη γι' αυτόν ακριβώς τον σκοπό και να φτάνουν στον αποδέκτη τους ζαχαρωμένες κι αφράτες όπως ακριβώς θα ήθελα να είναι κι οι επόμενες σκηνές της ζωής της δικής μου και των γύρω μου.
Αυτό όμως είναι αδύνατον. Όλοι το ξέρουν. Το ξέρω κι εγώ, από την άλλη όμως δεν νομίζω πως θα μου άρεσε μια ζαχαρένια ζωή αλλιώς δεν θα μου άρεσε τόσο πολύ ο Καραβάτζο που τίποτα το ζαχαρί δεν υπάρχει στις δικές του σκηνές παρά μόνο το κιαροσκούρο κάνει παιχνίδι, αυτό το παιχνίδι που είναι συναρπαστικό κι ενδιαφέρον και το ζητούμενο εντέλει, δηλαδή το φως να υπάρχει αφαιρετικά, μόλις απομακρυνθεί το σκοτάδι.

Το Μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλα, ο τελευταίος πίνακας του Michael Angelo Merigi ('ή Amerighi) da Caravaggio, το 1610 (Λάδι), εκτίθεται στο Palacio Zevallos Stigliano της Νάπολης.









 

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Η αβάσταχτη βαρβαρότητα της αποδόμησης...

Έτυχε κι έπεσε το μάτι μου σε απόσπασμα από ομιλία του Βενιζέλου όμως επειδή δεν τον έχω για χαζό ξανακοίταξα την υπογραφή, Βενιζέλος έλεγε, αλλά επειδή αυτός τίποτα δεν λέει τυχαία κι επειδή ό,τι λέει το λέει με κάποιο σκοπό λέω κι εγώ με τη σειρά μου ας ξαναδιαβάσω το κείμενο.
Κι αφού το διάβασα ένοιωσα μια πελώρια λαχτάρα κι ακατανίκητη επιθυμία να το αποδομήσω λέξη προς λέξη, εμφανίζοντας συνάμα, όσο μπορώ βέβαια, το πραγματικό νόημα των λέξεών του, μικρή έως καμία σημασία έχει αν συμφωνώ με το κρυμμένο νόημα ή όχι. Το μόνο σίγουρο είναι πως διαφωνώ με το φανερό.
Παραφράζοντας τον Derrida "αποδομώ" σημαίνει εμβαθύνω στην άλλοτε αριστοτεχνικά κι άλλοτε αριστοτεχνικά δολίως δομημένη παράθεση λέξεων και στην πορεία αυτής της εμβάθυνσης είμαι σε θέση να διακρίνω καθετί που απέκρυψε ή απαγόρευσε ο ομιλών ή ο γράφων μια "ιστορία", καθώς αυτή γινόταν ιστορία μέσω της ιδιοτελούς καταστολής των πραγματικών του προθέσεων.
Η ανακάλυψη των προθέσεων αυτών μέσω μιάς μετατόπισης του κέντρου βάρος των εννοιών πολλές φορές γίνεται με όχημα ένα ερώτημα φαινομενικά άσχετο το οποίο όμως από μόνο του δημιουργεί ένα νέο σύστημα.

Χαριτολογώντας μάλλον - ή μάλλον κάνοντάς το να φανεί πως μιλάει χαριτολογώντας, δεν ήμουν και μπροστά - λέει σε κάποιο σημείο:
"Και βέβαια αφού τα έφερε έτσι η μοίρα να είναι στην εξουσία (ο ΣΥΡΙΖΑ), πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα θεσμικής και ιστορικής ανωμαλίας. Διότι οι εξελίξεις δεν είναι ευθύγραμμες. Δεν πρόκειται για εναλλαγή στην εξουσία συμβατικών πολιτικών δυνάμεων ευρωπαϊκού χαρακτήρα".
Δηλαδή κάτσε τώρα να καταλάβω. Ο Βενιζέλος ανάγει σε ...μοίρα αυτό που ο λαός μας θεώρησε πως εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν η μόνη επιλογή του για να προχωρήσει, κάποιοι (οι περισσότεροι) επειδή δεν είχαν εναλλακτική και κάποιοι (οι λιγότεροι) επειδή, ως αφελείς, πίστευαν πως επιτέλους ήρθε η ώρα του σοσιαλισμού. Όχι αυτού του παλιού "στις 18 σοσιαλισμός" αλλά ενός πιο σοσιαλιστικού Σοσιαλισμού που εν συντομία έχουμε μάθει να τον ονομάζουμε (και να τον εννοούμε) "η αριστερά".
Παρένθεση: τα εισαγωγικά εδώ δεν μπαίνουν για λόγους αμφισβήτησης της έννοιας αριστερά αλλά για διευκρίνηση πως η λέξη βρίσκεται εκεί για λόγους ουσιαστικού προσδιορισμού της έννοιας Σοσιαλισμός. Κλείνει η παρένθεση.

Η εκλογή μιας κυβέρνησης όμως δεν είναι χτύπημα της μοίρας αγαπητέ. Αυτός που ψήφισε μια φορά μπορεί και να (μην την) ξαναψηφίσει. Αν βεβαίως είναι ζωντανός ή αν μετουσιωθεί σε δέντρο οπότε και πάλι μπορεί.
Τί δε μας λέει εδώ ο Βενιζέλος; Ή μάλλον ποιό είναι το σύστημα που κρύβεται πίσω από τη λέξη "μοίρα"; Το πραγματικό λοιπόν σύστημα είναι το φαινομενικά άσχετο ερώτημα ή μάλλον το "εκτός δρόμου" ερώτημα "ποιό σύστημα προηγήθηκε ώστε να οδηγηθούμε σε αυτό που ο Βενιζέλος ονομάζει μοίρα". Και η απάντηση που θα δοθεί ως σύστημα αίτιου - αιτιατού δεν είναι καθόλου μοίρα. Είναι επιλογή, λάθος ή σωστή δεν είναι της παρούσης. Εκείνο που είναι της παρούσης είναι ακριβώς αυτό που "ξεχνάει" ο κος Βενιζέλος. Πως το δικό του κόμμα, παρέλαβε μεν την ολέθρια σκυτάλη ως καυτή πατάτα από τη ΝΔ, θεώρησε όμως ότι ο μόνος τρόπος να βγούμε από τον κακό τον δρόμο και να μπούμε στον ίσιο είναι να υπογράφουμε μνημόνια μέχρι να σβήσει ο ήλιος. Κι αφού ο δρόμος που πήραμε αποδείχθηκε πως δεν ήταν και τόσο ίσιος η σκυτάλη της εξουσίας ως καυτή πατάτα που δε λέει να κρυώσει παρεδόθη ξανά στη ΝΔ. Μια σκυτάλη και μια καυτή πατάτα που μετά χαράς πήρε ο κος Βενιζέλος στα δικά του χέρια για να τη φυτεύσει - έτσι καυτή - στο γόνιμο έδαφος της αλητείας τους γνωστής και ως σαμαροβενίζελο.
Βέβαια έχει ιδιαίτερη σημασία να τονίσουμε πως πράγματι, ποτέ οι εξελίξεις δεν είναι ευθύγραμμες αλλιώς δεν θα ήσαν εξελίξεις αλλά μία αφάνταστα βαρετή assembling line. Οι δε ανωμαλίες υπήρχαν και θα υπάρχουν σε αυτές τις μη ευθύγραμμες εξελίξεις. Μία από αυτές ήταν η ύπαρξη του ΠΑΣΟΚ (μετά τη θητεία του Καραμανλή του μικρού) κι άλλη μία η σύμπλευση ΠΑΣΟΚ - ΝΔ που ακολούθησε.

Όσα γραφικά και γλαφυρά μας λέει λίγο μετά δεν είναι παρά μια άγευστη σαντιγύ που καλύπτει ένα κακοφτιαγμένο και παραψημένο γλυκό το οποίο δεν τρώγεται με τίποτα. Γιατί αν αφαιρέσεις την επικάλυψη τότε θα δεις να αποκαλύπτεται μπροστά σου η ωμή αλήθεια κι ας είναι ψημένη ή μάλλον κακοψημένη. Και η αλήθεια αυτή παραμένει μοναδικό σύστημα αίτιου αιτιατού ό,τι κι αν μας κρύβει ο κος Βενιζέλος που αυτός και η παρέα του το μόνο που έκαναν στη θητεία τους είναι να περιμένουν να φυτρώσει η νέα πατάτα η καυτή και να την πετάξουν πού αλλού; Στον λαό που απελπισμένος έβλεπε "λύση" στον ΣΥΡΙΖΑ που διψούσε για εξουσία. 
Κι έτσι από καυτή πατάτα σε καυτή πατάτα φτάσαμε στο σήμερα το οποίο ο κος Βενιζέλος προσπαθεί να κουκουλώσει πάλι χρησιμοποιώντας ένα άλλο σύστημα επικάλυψης πως "δεν κυβερνά απλώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ αλλά οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Υπάρχει μια όσμωση. Υπάρχει ένα αμάλγαμα". Δε μας λέει τίποτα καινούργιο. Φυσικά και κυβερνούν ως σύνολο ενιαίο κι αδιαίρετο. Όπως ακριβώς έκανε ο ίδιος και το κόμμα του με τη ΝΔ. Αυτοί κι αν ήσαν φίλοι. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως όταν ο Βενιζέλος δεν λέει ψέματα λέει κοινοτυπίες.

Παρακάτω συνεχίζει "Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχουν μια κοινή εμπειρία και έναν κοινό στόχο. Είναι ένα ενιαίο σχήμα. Και το ενιαίο αυτό σχήμα υποστηρίζεται από τον τρίτο αφανή εταίρο της κυβέρνησης αυτής που εκφράζει ένα κρίσιμο τμήμα της αντιμνημονιακής κατά βάθος δεξιάς που προσφέρει, με ένα είδος outsourcing, υπηρεσίες καταλυτικές στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ιδίως στο χώρο του βαθέως κράτους". Εξακολουθούμε να βλέπουμε τον κύριο Βενιζέλο να παραληρεί και να μας κοροϊδεύει παριστάνοντας πως ξεχνάει ότι μικρή σημασία θα έπρεπε να έχει για τον ίδιο τί κάνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ αφού ο μετρ των outsourcing υπηρεσιών από το βαθύ κράτος ως αφανούς εταίρου ήταν ο ίδιος ο κος Βενιζέλος και το κόμμα του. 

Αργότερα τα βάζει με τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα γιατί ξαφνικά θυμήθηκε πως "δεν υπάρχει κανένας μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα γιατί δεν υπάρχει τρέχον σοσιαλδημοκρατικό πρότυπο" αμέσως μόλις τον ...ψιλοάδειασαν, αυτόν και το κόμμα του, οι σοσιαλδημοκράτες εκεί στας Ευρώπας γιατί τώρα παίκτης (θύμα δικό τους και θύτης για εμάς) είναι ο κος Τσίπρας. Στο σημείο αυτό να πω ότι πράγματι δεν υπάρχει κανενός είδους μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ πέρα από το μετασχηματισμό του σε "κόμμα εξουσίας" και στο σύστημα αυτό όλα τα κόμματα είναι ίδια ή σχεδόν ίδια, κάτι που επίσης το γνωρίζει πολύ καλά ο κος Βενιζέλος αλλά με τη φράση αυτή επιχειρεί αφενός να ξεπλύνει λιγουλάκι τον ΣΥΡΙΖΑ αφετέρου να υπαινιχθεί ότι και η σοσιαλδημοκρατία έχει ήδη αποτύχει κατηγορώντας τους ευρωπαίους σοσιαλσυντρόφους του (το είπε και στη Βουλή) πως ενθαρρύνουν τον τυχοδιωκτισμό του ΣΥΡΙΖΑ (και όχι τον δικό του). Όχι, αυτό το τελευταίο δεν το είπε αλλά το εννοούσε. Κι αυτό που δεν είπε είναι ένα σύστημα ξεχωριστό.
Για μένα ο κος Βενιζέλος μοιάζει μόνο με εκείνους τους τόσο προβλέψιμους κριτικούς λογοτεχνίας που έχουν έτοιμα δύο "πρότυπα" κειμένου/κριτικής, ένα με θετικό πρόσημο κι ένα με αρνητικό και απλώς αλλάζουν το όνομα του συγγραφέα.

Εδώ παραθέτω το τμήμα της ομιλίας του Βενιζέλου το οποίο με ...γαργάλισε για να του δώσω λίγη παραπάνω σημασία απ' όση του αξίζει και του Βενιζέλου και της ομιλίας του.
"Και βέβαια αφού τα έφερε έτσι η μοίρα να είναι στην εξουσία, πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα θεσμικής και ιστορικής ανωμαλίας. Διότι οι εξελίξεις δεν είναι ευθύγραμμες. Δεν πρόκειται για εναλλαγή στην εξουσία συμβατικών πολιτικών δυνάμεων ευρωπαϊκού χαρακτήρα. Εκτός κι αν αποδειχθεί ότι υπάρχει μια οριστική μεταβολή και ο ΣΥΡΙΖΑ μετασχηματίζεται πράγματι σε ένα κόμμα, έστω μετα-νεωτερικό αλλά εν τέλει συμβατικό στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών δημοκρατικών παραδόσεων, θεσμών και αξιών. Μόνο που αυτό δεν υπάρχει. Γιατί δεν κυβερνά ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος έχει μια καταγωγική σχέση με το ΚΚΕ εσωτερικού, τον ευρωκομμουνισμό, την ανανεωτική αριστερά. Κυβερνά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν απέκτησε πλειοψηφία για να κυβερνήσει. Και δεν κυβερνά απλώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ αλλά οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Υπάρχει μια όσμωση. Υπάρχει ένα αμάλγαμα. Υπάρχει κοινή αισθητική, υπάρχει κοινή αντίληψη. Είναι φίλοι. Έχουν μια κοινή εμπειρία και έναν κοινό στόχο. Είναι ένα ενιαίο σχήμα. Και το ενιαίο αυτό σχήμα υποστηρίζεται από τον τρίτο αφανή εταίρο της κυβέρνησης αυτής που εκφράζει ένα κρίσιμο τμήμα της αντιμνημονιακής κατά βάθος δεξιάς που προσφέρει, με ένα είδος outsourcing, υπηρεσίες καταλυτικές στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ιδίως στο χώρο του βαθέως κράτους. Σε ό,τι συνδέεται με τη δικαιοσύνη, σε ό,τι συνδέεται με τα μέσα ενημέρωσης, σε ό,τι συνδέεται με τη χρήση μεθόδων οι οποίες δεν είναι σταλινικές αλλά είναι μέθοδοι που έχουν καταγωγή δεξιά ή και ακροδεξιά και θυμίζουν τις πρακτικές των νικητών του εμφυλίου την περίοδο του μετεμφυλιακού κράτους εις βάρος των ηττημένων που τώρα φαντασιώνονται ότι έχουν επιτύχει την αναδρομική τους νίκη. Δεν υπάρχει δηλαδή κανένα αξιακό υπόβαθρο. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Γιατί πράγματι δεν υπάρχει κανένας μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, διότι δεν υπάρχει τρέχον σοσιαλδημοκρατικό πρότυπο".

ΥΓ: Θα μου επιτρέψετε να διατυπώσω (και να διακινδυνεύσω) μια γνώμη. Δική μου αυτή τη φορά. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, μετουσιωμένη πλέον σε ιδιότυπο κυβερνητικό μόρφωμα δεν ασκεί εξουσία, ασκεί διαχείριση. Όμως και στην άσκηση κυβερνητικής διαχείρισης ένα κόμμα θα μπορούσε να αφήσει το αποτύπωμά του ακόμα και στην απλή αντιγραφή/ανάγνωση/θέσπιση προκαθορισμένων κανόνων και ορισμένων εξαρχής ως "προαπαιτούμενα". Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεν πατάει όμως μόνο σε δυο βάρκες, η αλήθεια είναι πως βρίσκονται πάρα πολύ κοντά η μία στην άλλη, αλλά πατάει και σε μία τρίτη, αυτήν που κρύβει εμπόρευμα με ακροδεξιά ρητορική. Το σημαντικότερο όμως είναι πως πατάει και σε μία τέταρτη που οι κωπηλάτες της κάνουν όλη τη βρώμικη δουλειά. Αυτοί οι κωπηλάτες δεν είναι μόνο τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε οι οπαδοί ούτε οι ψηφοφόροι, δεν είναι οι "υπάλληλοι" του παρακράτους που τους αγκάλιασε στοργικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Είναι, δυστυχώς, κωπηλάτες υποτιθέμενης "αριστερής" ή ακρο"αριστερής" κοπής, "αναρχικής" και "αναρχο"αυτόνομης υποτιθέμενης ιδεολογίας που στο όνομα της υποτιθέμενης "αριστεροσύνης" του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργούν τέρατα που δίνουν "αριστερό" άλλοθι και στους εαυτούς τους αλλά και στην κυβέρνηση της οποίας παίζουν το βρώμικο παιχνίδι. Κι αυτή τη φορά τα εισαγωγικά δεν μπαίνουν στις λέξεις για ...πρακτικούς λόγους αλλά για ουσιαστικούς λόγους αμφισβήτησης της κατεύθυνσης που υποτίθεται πως ακολουθούν.