Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Κάποτε...

Κάποτε τη νύχτα...
«Μετρήσιμο το διάστημα.
Σχετικά όμως με τη διαδρομή του σύμπαντος ανύπαρκτο...
Σχετικά βέβαια με τη δική της διαδρομή ...μερικοί μήνες πίσω...
Περπατούσε στο υγρό περιβάλλον των αγωνιών και της αμφισβήτησης 
πως θα βγει από τη σπηλιά του σκότους που είχε βρεθεί.
Μετρήσιμα τα βήματα.
Σχετικά όμως με την κίνηση των γαλαξιών στάσιμα...
Σχετικά βέβαια με τη δική της πορεία... στάσιμα επίσης.
Θυμός, οργή, ακατάληπτη η γλώσσα των ερωτήσεων που διαμορφώνονταν ερήμην της.
Ήξερε στο βάθος του μυαλού της ότι εκεί βρίσκεται η ουσία. Στις ερωτήσεις. 
Όχι στις απαντήσεις. Αυτές μόνο ως "υποθέσεις εργασίας" μπορούν να ειδωθούν. Στην καλύτερη περίπτωση. Στη δεύτερη επιλογή ποιότητας περίπτωσης η θεώρησή τους ως "εικασία" ήταν παραπάνω από αρκετή.
Η πόρτα που συνάντησε δεν είχε πόμολο. Σκέφτηκε να σπρώξει αλλά δεν είδε πουθενά ταμπέλα "ωθήσατε". Σκέφτηκε να τραβήξει στο πλάι αλλά ούτε ταμπέλα "σύρατε" υπήρχε πουθενά. Η ταμπέλα "έλξατε" για ευνόητους λόγους είχε παραλειφθεί.
Χωρίς να βλέπει έψαχνε τα μυστικά σημεία, χωρίς να νιώθει υπολόγιζε τους μυστικούς κωδικούς. Κάτι έπρεπε να πατήσει.
Οι κινήσεις του χεριού της έμοιαζαν με χάδι. Χαϊδεύεται μια πόρτα άραγε;
Αυτό το χάδι τελικά ήταν ο κωδικός κι η πόρτα άνοιξε. Πιο πολύ το άκουσε παρά το είδε.
Δεν υπήρχε αντίθεση ανάμεσα στο μέσα και το έξω. Δεν κατάλαβε διαφορά ανάμεσα στο πριν και το μετά.
Την έσπρωξε πάλι, να την κλείσει, να ξαναδοκιμάσει. Ίσως αυτή η πόρτα, ανάλογα τον κωδικό, να άνοιγε αλλού κάθε φορά. Ίσως να ήταν μια multiple choice door.
Ανακάλυψε πως η πόρτα άνοιγε ξανά και ξανά όσες φορές κι αν την έκλεινε. Όπου κι αν την ακουμπούσε, μ' ένα μικρό συριγμό αυτή έλκονταν προς την μόλις διαφαινόμενη παρουσία που αδημονούσε να βρει ένα φως.
Δεν ήξερε όμως πόσες φορές ήταν προγραμματισμένη αυτή η δυνατότητα επανάλειψης. Δεν το ρίσκαρε.
Βγήκε.
Μέσα από δαιδαλώδεις (υπέθεσε) διαδρομές, μέσα από περιπλανήσεις μάλλον άσκοπες, πάνω σε ράγες που λες είχαν δημιουργηθεί ακριβώς να οδηγούν τα βήματά της, προχώρησε χωρίς να βλέπει... γυρνώντας όμως ξανά και ξανά στο ίδιο σημείο σαν μικροσκοπική κιβωτός αισθήσεων και παραισθήσεων... διαβλέποντας την πρόκληση... τον πειρασμό... να ξαναμπεί εκεί απ' όπου μόλις είχε δραπετεύσει. Αλλά γιατί να το κάνει αυτό; Δεν υπήρχε διαφορά. Σκοτάδι πίσσα μέσα, πίσσα σκοτάδι κι έξω. Ας είναι, σκέφτηκε. Θα το πάω το ταξίδι. 
Χωρίς πυξίδα, χωρίς επίγειο σύστημα εντοπισμού της από υπέργειες δυνάμεις εκτόξευσης μιας τόσης δα ελπίδας. Ήλπιζε πως οι ράγες ακολουθούν αυτήν κι όχι αυτή τις ράγες. Σε μια προσπάθεια χάραξης νέου κόσμου μέσα στον παλιό, σε μια δυνατότητα αμφίδρομης ενέργειας ανάμεσα στο είναι και το χάος περπατούσε γρήγορα να μην τους δώσει χρόνο να την προσπεράσουν, μόνον τρόπο να την οδηγήσουν πίσω. Αν χρειαζόταν. Σαν ένας μεταλλικός μίτος προορισμένος να της δείξει ένα ασφαλές μονοπάτι προς το γνωστό... το μετρήσιμο... το σταθερό.
Άνοιξε τα μάτια... τα ξανάκλεισε. Άπλωσε τα χέρια... τα ξαναμάζεψε. Προχώρησε... σταμάτησε. Και τότε είδε. Ένα φως! Τί να είναι άραγε εκεί; Πλησίασε... τίποτα μεγάλο... τίποτα σπουδαίο περισσότερο από φωτεινό.
Μόλις έφτασε δυο βήματα πιο κεί με δυσκολία είδε να σκιαγραφείται ένα και μοναδικό δωμάτιο. Με ένα και μοναδικό παράθυρο. Με ένα και μοναδικό φως. Με μία και μοναδική σκιά... ενός και μοναδικού ανθρώπου. Μοναδικού και με τις δύο σημασίες της λέξης αυτής. "Ωραία είν' εδώ" σκέφτηκε τότε».

Tη ρώτησε ξανά και ξανά:
- Μα τί είδες;
- Δε σου λέω. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ.
- Γιατί; Αν αξίζει, μοιράσου το.
- Άκου να σου πω  συγγραφέα μου: Αυτό που αξίζει το κρατάς. Το γεύεσαι. Το αγαπάς. Το φροντίζεις. Το σέβεσαι. Το αυγαταίνεις. Το μεγαλώνεις. Μεγαλώνεις κι εσύ μαζί του. Ωριμάζεις. Ψηλώνεις ...θεωρητικά πάντα. Καλυτερεύεις τον εαυτό σου. Τον πληθαίνεις. Αποκτάς υπόσταση πολλών διαστάσεων. Γίνεσαι ένας ολόκληρος κόσμος εσύ. Κρατάς τα απαραίτητα για σένα. Και μοιράζεσαι τ' άλλα. Τα δικά σου μοιράζεσαι όχι τ' αλλουνού. Κατάλαβες;
- Νομίζω πως όχι, γι' αυτό θα γράψω αυτό που θέλω εγώ.

Η ηρωίδα οπλίστηκε με υπομονή, σταύρωσε τα χέρια, έσκυψε πάνω από τον ώμο της δημιουργού της και παρακολουθούσε την ψηφιακή της πένα, τα δάχτυλά της, να χαράσσουν το ψηφιακό της χαρτί, το αρχείο δηλαδή, με μια διαδικασία διαφορετική από τον παραδοσιακό τρόπο γραφής, ανάποδη: Από το μυαλό μ' εντολή στα δάχτυλα, αυτά τις εκτελούν πάνω στα πλήκτρα, από τα πλήκτρα στο "σώμα" του υπολογιστή κι από κεί στη μνήμη του. Αυτός επεξεργάζεται, αναλύει, συνθέτει και σχηματίζει σύμβολα πάνω στην οθόνη του, ακριβείς απεικονίσεις των σκέψεων της γράφουσας την ιστορία της. Θα την άφηνε ν' αυθαιρετήσει. Τίποτε δεν θα έβγαινε στο φως. Ακόμα. Τίποτα προτού η ιστορία κάνει τον κύκλο της. Και κλείσει. Αλλά θα έκλεινε; Καθόλου σίγουρη δεν ήταν. Αλλά δεν το ήθελε κιόλας. Εκείνο που επιθυμούσε ήταν να τελειώσει το ταξίδι της ζωής της με ό,τι είχε αγαπήσει να παραμένει αναλλοίωτο στη μνήμη της, μ' εκείνο το φως άσβηστο στην καρδιά της. Η άλλη έγραφε, έγραφε...

Κάποτε στην Ανατολή...
- Ξημέρωσε.
- Το βλέπω.
- Δεν εννοώ τώρα. Εννοώ τότε. Ζητούσαμε δημοκρατία κι ελευθερία. Ζητούσαμε δικαιώματα. Καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Καλύτερες αμοιβές. Αλλά μας ξεγέλασαν. Μέσα στο πακέτο μας έδωσαν και τον Ζονγκ*. Τσοβόλα δώστα όλα. Ναι, αλλά ήδη τα 'χε δώσει. Πού να 'βρισκε περισσότερα; Μα γι' αυτό υπάρχουν τα δάνεια. Διακοπών, εορτών, ονείρων.
- Ακαταλαβίστικα μου τα λες.
- Το ξέρω.

Μια απέραντη πίστα νυχτερινού κέντρου κάποιοι έφτιαξαν. Να χωράει πολλούς ή όλους: ακόμη καλύτερα. "Ανοίξαμε και σας περιμένουμε" κάποιοι έγραψαν. Έτρεξ' η αγέλη... κάποιοι χόρεψαν. Στην αρχή λίγοι... έπειτα τα νέα διαδόθηκαν γρήγορα... το κακό τρυπάει το βουνό - λένε οι σοφοί. Οι λίγοι έγιναν πολλοί. Κι οι πολλοί έγιναν όλοι... ή σχεδόν. Κι αυτοί οι "σχεδόν" έμειναν απόμακροι και κοιτούσαν γνωρίζοντες. "Τί κοιτάτε ρε;" Δε βρέθηκε ένας να τους φωνάξει. "Βάλτε ένα χεράκι να κατεβούμε. Τί κάθεστε ρε;" Δε βρέθηκε ένας να τους πει. Κι όταν στο τέλος η μουσική τέλεψε κι η ορχήστρα την κοπάνησε από την πίσω πόρτα, έμειναν ξαφνιασμένοι κι απορημένοι, αμήχανοι, πάνω στα τραπέζια της ψεύτικης κι ετοιμόρροπης ζωής τους μη ξέροντας τί ακριβώς να κάνουν. Να μείνουν εκεί; Να κατέβουν; Η ορχήστρα θα γυρίσει; Είναι διάλειμμα;

- Δεν ήταν διάλειμμα. Ήταν το έργο. ΕΙΝΑΙ το έργο.
- Το κατάλαβα. Αλλά εγώ θέλω να μου πεις για την ιστορία... την άλλη ιστορία.
- Ποιά;
- Αυτή με το φωτεινό παράθυρο.
- Είπαμε... ΟΧΙ. Είναι δικό μου.
- Πού βρίσκεται;
- Μέσα μου.
- Αχ δεν βγάζω άκρη με σένα.
- ΟΧΙ.
- Το έργο συνεχίζεται;
- Ω ναι... κι είναι μεγάλο το έργο αυτό.  
- Πώς λέγεται;
- Η Δύση θα κρατήσει πολύ.

Κάποτε στη Δύση...
...ο ήλιος άρχισε να το ξανασκέφτεται.
Αυτό το αστείο πρέπει να τελειώνει. Αυτή η κατάσταση παραπάει. Ή μάλλον δεν πάει. Δεν πάει ΑΛΛΟ. Αυτή η "κρίση" τραπεζική ξεκίνησε... ανθρωπιστική έγινε. Οι μπαταρίες είχαν να φορτιστούν. Και οι άνθρωποι είχαν να παλέψουν.

Το φωτεινό της παράθυρο παραμένει στη θέση του και περιμένει τον ένοικό του.



* Ο όρος σφαγή του Ζονγκ (αγγλικά: Zong Massacre, στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν επίσης ο όρος υπόθεση Ζονγκ, Zong Affair) αφορά την μαζική δολοφονία Αφρικανών δούλων που έλαβε χώρα το 1781 στο πλοίο Ζονγκ (Zong) ιδιοκτησίας Τζέιμς Γκρέγκσον. Η υπόθεση αυτή προκάλεσε σάλο στην Βρετανία, ανοίγοντας τον δρόμο για δράσεις σχετικά με την κατάργηση του δουλεμπορίου στη χώρα.