Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Εν αρχή... κι εν συνεχεία...

Αρχές 1993 (ή κάπου εκεί)...
Άγνωστος άνδρας/πελάτης μπαίνει στην εταιρεία που εργαζόμουν... Η γραμματέας τον οδηγεί στον εργοδότη μου. Είχε προηγηθεί τηλεφώνημα... Τον περίμενε. Κλείνουν τις πόρτες.

Σε λίγο βγαίνει ο εργοδότης μου, χλωμός κι αλλιώτικος και δίνει στον συνάδελφό μου μια δισκέτα λέγοντας "όταν έρχεται κάθε Πέμπτη πρωί ο κος Τάδε να προηγείται, θα περιμένει να πάρει το φιλμ και θα φεύγει".

Η δισκέτα περιείχε αρχείο "κλειστό" όπως το λέμε εμείς του χώρου ... και το μόνο που είχε να κάνει ο συνάδελφος ήταν να κατευθύνει αυτό το "κλειστό" ψηφιακό περιεχόμενο της δισκέτας προς την λεγόμενη "έξοδο" δηλαδή τον RIP εκτυπωτή που "τύπωνε" σε φωτογραφικό χαρτί ή σε φιλμ προκειμένου να πάρει τον δρόμο του τυπογραφείου για "τσίγκους" κι εκτύπωση. Μην σας μπλέκω όμως με τεχνικά. Έτσι κι αλλιώς η διαδικασία αυτή δεν ισχύει πια.

Εκείνο που εννοώ είναι ότι ποτέ δεν γνωρίζαμε το "κλειστό" περιεχόμενο της δισκέτας που έφερναν οι πελάτες μας. Το φιλμ μαζευόταν στην "κασέτα" κι αυτή κατόπιν την βάζαμε στο εμφανιστήριο. Όταν "εμφανιζόταν" απλώς ρίχναμε μια ματιά μήπως κι έχει "χτυπήσει" κάτι.

Την πρώτη φορά που ήρθε αυτός ο ...κύριος/πελάτης, ο εργοδότης μου περίμενε ο ίδιος το φιλμ να βγει, το τύλιξε, του το έδωσε κι αυτό ήταν. Από τον όγκο του ρολού κατάλαβα πως επρόκειτο για κάτι μεγάλο, εφημερίδα ή περιοδικό. Δεν έδωσα σημασία παρότι ήταν πολύ σπάνιο πελάτης να μην περάσει από μένα να τον κωδικοποιήσω. Ωστόσο, έστω και χωρίς κωδικοποίηση το τιμολόγιο κοβόταν σ' ένα όνομα Τάδε. Ο.κ. αφεντικό ήταν, δική του η επιχείρηση τί μ' ένοιαζε;

Αυτό συνεχίστηκε και τις επόμενες δύο εβδομάδες. Ο "κύριος" πελάτης ερχόταν, ο συνάδελφος έβαζε στο σύστημα τη δισκέτα, το αφεντικό περίμενε, τύλιγε, έδινε κι ο πελάτης έφευγε.
Έλα όμως που την δεύτερη βδομάδα έσπασε ο διάολος το ποδάρι του και περνώντας από τον χώρο του εμφανιστηρίου είδα το φιλμ να έχει ξεχειλήσει το καλάθι υποδοχής και να σέρνεται στο πάτωμα;
Το σήκωσα να το μαζέψω και τί βλέπω; ΤΙ ΒΛΕΠΩ ΓΑΜΩ ΤΟ ΦΕΛΕΚΙ ΜΟΥ ΜΕΣΑ; Η εφημερίδα της ΧΑ.
Άναυδη κρατούσα το φιλμ... ο πελάτης χρυσαυγίτης απόξω περίμενε... κάνω νόημα στο αφεντικό "εμείς θα τα πούμε μετά". Τυλίγει πάλι ο ίδιος το ρολό κι ο χρυσαυγίτης φεύγει. Στο γραφείο του εργοδότη μου εκτυλίχτηκαν σκηνές απείρου κάλλους. Ο εργοδότης μου δημοκράτης, καμία αμφιβολία περί αυτού. Μαλάκας εργοδότης αλλά δημοκράτης.
- Νάση μη φωνάζεις θ' αναστατωθούν τα παιδιά.
- Ν' αναστατωθούν, ΠΡΕΠΕΙ ν' αναστατωθούν.
- Του έδωσα τετραπλή τιμή για να μην έρθει αλλά τελικά την έφερε τη δουλειά.
- Δηλαδή τώρα κάθε Πέμπτη θα έχουμε τον μαλάκα μέσα στα πόδια μας; Δηλαδή από αυτό το "μαγαζί", ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΟΥ μαγαζί θα φεύγει αυτή η κωλοφυλλάδα; Πας καλά χριστιανέ μου; Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Και δεν το 'χουμε σε τίποτα κάθε Πέμπτη ν' απεργούμε...
- Εδώ μέσα είσαι υπεύθυνη προϊσταμένη. Σου δίνω το ελεύθερο να του πεις να φύγει, να μην ξαναπατήσει. Διώξτον. Αναλαμβάνεις όμως την ευθύνη για ό,τι συμβεί στην εταιρεία και σε σας στη συνέχεια; Έχω κάτι στο νου μου, κάνε λίγη υπομονή.
- Ωραία θα κάνω λίγη υπομονή. ΛΙΓΗ ΟΜΩΣ ΕΤΣΙ;

Φυσικά τα παιδιά ενημερώθηκαν. Και τέλειωσαν τα χαριεντίσματα με την πανέμορφη γραμματέα μας. Και τέρμα κι οι καφέδες που ευγενέστατη του πρόσφερε. Έλεγε καλημέρα και του γυρίζαμε τα μούτρα.

Τις επόμενες άλλες δύο εβδομάδες καθόμουν και περίμενα να σκάσει μύτη το φιλμ. Το διάβαζα όλο... από την πρώτη λέξη μέχρι την τελευταία. Το αφεντικό με πείραζε "ούτε στα όνειρά τους να έχουν τέτοιον φανατικό αναγνώστη".

Κάποια από αυτές τις τέσσερεις συνολικά μαύρες Πέμπτες, φώναξα με κάποια σαχλή δικαιολογία τα πιο νεαρά παιδιά συναδέλφους μου. Οι άλλοι είχαν ήδη ενημερωθεί αλλά δεν χρειάζονταν περαιτέρω διευκρινήσεις περί της φασιστικής αυτής οργάνωσης. Κάτι είχε πάρει το αυτί τους. Έβαλα λοιπόν τα δύο νέα παιδιά να διαβάζουν μαζί μου το φιλμ καθώς έβγαινε. Είχαν φρίξει, είχαν ασπρίσει, δεν είχαν ιδέα αυτά τα 20χρονα παιδιά περί τίνος πρόκειται. Όταν έφυγε ο χρυσαυγίτης τους είπα "αυτό που είδατε σήμερα, να το θυμάστε, μην το ξεχάσετε ποτέ, θα το βρείτε μπροστά σας κάποια μέρα κι ελπίζω να βγω ψεύτρα αλλά δεν θα βγω. Μ' ακούτε; Μην το ξεχάσετε ποτέ". Μου είπαν "σ' ευχαριστούμε ρε συ... αυτό ήταν μάθημα ζωής... δεν είχαμε ιδέα ότι υπάρχει τέτοιο πράμα". Να λοιπόν που υπάρχει... απάντησα. Και θα υπάρχει ...είπα από μέσα μου.

Εκείνες τις μέρες είχε μια συνδιάσκεψη, ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων, το ΠΑΣΟΚ που ήταν  πελάτης της εταιρείας. Και είχαμε δουλειές που αφορούσαν το έντυπο υλικό αυτής της συνδιάσκεψης. Είπε λοιπόν ο εργοδότης μας στον χρυσαυγίτη ότι δεν μπορεί να τον "εξυπηρετεί" άλλο γιατί υπάρχει ασυμβίβαστο κι αυτός ξεκουμπίστηκε. Αυτά... για όλους όσους νομίζουν ότι αυτοί οι φασίστες είναι νέο φρούτο ή μπαλόνι που θα ξεφουσκώσει. Πάνω από 20 χρόνια ετοιμάζονταν αργά και μεθοδικά. Κάποιοι τους έβαλαν στη βουλή αλλά όλοι θα το πληρώσουμε. Δηλαδή το πληρώνουμε ήδη...

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Η ...ξεπέτειος

Έφτασε φουριόζα και κλείστηκε στο γραφείο της. Είχε ήδη αργήσει. Ευτυχώς ο ...άλλος έλειπε. Αυτό ήταν παραπάνω από φανερό ήδη από το ισόγειο. Υπήρχε ησυχία. Αν ήταν αυτός ο ...άλλος επάνω θ' ακουγόταν μέχρι κάτω. Δεν άντεχε πλέον. Τα νεύρα της είχαν σπάσει. Τί άνθρωπος θέ μου. Τον βλέπεις και δεν σου πάει ο νους πως πρόκειται για τέτοιο στριμάδι. Δεν σου γεμίζει το μάτι ρε παιδί μου, σκεφτόταν συχνά πυκνά. Μάλλον την είχε ψιλοπατήσει. Αλλά δε βαριέσαι. Τί αυτός, τί άλλος...

Ήταν σα να διάβαζα τις σκέψεις της.

Ας ήταν όμως στριμάδι αυτός, ας ήταν φωνακλάς. Ήταν δωρικός. Κι αυτή δεν του ταίριαζε ρε παιδί μου. Σε τίποτα. Ούτε στο μυαλό του, ούτε στο τσαγανό του, ούτε στην πυγμή του, ούτε στη στριμάρα του, ούτε σε εμφάνιση δεν του ταίριαζε. Παρότι το τελευταίο για μένα προσωπικά δεν παίζει και σπουδαίο ρόλο. Αλλά κάποια συνάφεια καλό είναι να υπάρχει για το "καλό" του ίδιου του ζευγαριού. Να μην είναι δηλαδή σαν καρικατούρα ή σαν γελοιογραφία. Πιο πολύ έμοιαζε για αδελφή του παρά για γυναίκα του. Και μάλιστα για αδελφή μεγαλύτερη ενώ ήταν μικρότερη. Θέλεις το επαρχιώτικο γούστο της, θέλεις η μπανάλ αισθητική της, θέλεις η κουτσή "παιδεία" της που πιο πολύ εκπαίδευση ήταν για ν' ασκεί το συγκεκριμένο επάγγελμα, θέλεις οι κιτσάτες ντόπιες συναναστροφές; Απ' όπου και να το πιάσεις δεν κόλλαγε. Πρωινάδικα, μεσημεριανάδικα, ψιλοκατινιές, ασχετοσύνη για τα "μεγάλα" με τα οποία καταπιανότανε ο ...άλλος.
Δεν είναι που δεν τον αγαπούσε. Είναι που δεν την αγαπούσε πια αυτός. Ισχυριζότανε - αυτός - πως με τα χρόνια ο ...γάμος εξασθενεί και διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη. Δηλαδή σε δύο άτομα που εντέλει δεν γνωρίζονται, αλλά κάποτε νόμισαν πως μπορούν να κάνουν μαζί το ταξίδι της ζωής τους. Κολοκύθια. Αυτή το ονόμαζε νέτα - σκέτα "γάμος". Αυτός έβαζε και περικοκλάδες "ναι μεν... αλλά" και άλλα κουραφέξαλα. Δικαιολογίες έψαχνε και προφάσεις.

Εκείνη δεν ήταν χαζή. Ήξερε πως δεν του ταίριαζε. Και φοβόταν. Ήξερε πως αργά ή γρήγορα θα έβρισκε "το άλλο του μισό" που δεν ήταν εκείνη τελικά. Τί ηλίθια έκφραση κι αυτή!! Μα έτσι πορεύτηκε στη ζωή της. Στο μεσοαστικό της περιβάλλον. Σαν να είναι μισή. Ποτέ δεν έμαθε να νιώθει ολόκληρη. Άρα τί ήθελε; Ένα συμπλήρωμα. Αυτό νόμιζε πως ήθελε κι εκείνος. Αδυνατούσε να κατανοήσει ότι στη διάρκεια του έγγαμου βίου τους εκείνος κατάλαβε και δεν ενδιαφερόταν πια για κάτι μισακό. Ήθελε κάτι ολόκληρο. Όπως ολόκληρος ήταν κι εκείνος. Γιατί έτσι ένιωθε. Ολόκληρος. Τον γνώριζα καλά και μπορούσα να το πω με βεβαιότητα. Αλλά δεν μου άφηνε εκείνη περιθώρια. Δεν είχα και το θάρρος. Όποτε ήθελε μου μιλούσε εκείνη, μου εκμυστηρευόταν. Κι εγώ άκουγα.

Μου άρεσε βλέπετε ο τύπος. Πολύ. Ακόμη κι αυτά που δεν μου άρεσαν ...μου άρεσαν τελικά. Όχι, όχι δεν ήθελα να της τον "πάρω". Ήθελα να έρθει αυτός σε μένα. Αλλά και πάλι να τον έκανα τί; Με τα κρεμμυδάκια θα μου πείτε. Εντάξει με τα κρεμμυδάκια τον έκανα όταν ψιλοπλησίασε.

Αυτό που "γνώρισα" εγώ δεν ήταν αυτό που νόμιζε πως ήξερε εκείνη. Δεν ξέρω να πω με σιγουριά ποιά πλευρά του ήταν η αληθινή. Νομίζω - απ' όσο μπορούσα να καταλάβω - πως η αληθινή του πλευρά θα έβγαινε μόνο αν κι εφόσον έβρισκε αυτό το άλλο "ολόκληρο" που έψαχνε. Αλήθεια όμως το έψαχνε; Ναι, το έψαχνε, χωρίς καν να το συνειδητοποιεί.

Τον είχα ακούσει να της μιλάει στο τηλέφωνο όταν εκείνη ήταν σε "εξωτερικές δουλειές". Τον είχα ακούσει να μιλάει στον περιπτερά, στον καφετζή, στον πελάτη... γενικώς τον είχα ακούσει να μιλάει αλλού κι είχα τρομάξει. Σε μένα δεν ήταν έτσι. Ψεύτης; Δεν ξέρω. Μπορεί. Δεν κατάφερα ποτέ να το διαπιστώσω.

Κάθισε στο γραφείο της, άνοιξε τον υπολογιστή της, κάτι έψαχνε. Με φώναξε.
- Τί ψάχνεις;
- Να του πάρω ένα δώρο για την επέτειο γάμου. Σ' αρέσει αυτό;

Kοιτάζω και τί να δω; Το απόλυτο τίποτα. Μια γραβάτα σαν αυτές που είχε κατά δεκάδες. Ρίγες έτσι, ρίγες γιουβέτσι. Ρίγες από δω και ρίγες από εκεί. Ρίγες πάνω, ρίγες κάτω, ρίγες λοξά και ρίγες ίσια. Ρίγες μονόχρωμες, πολύχρωμες και ντεγκραντέ. Ρίγες φαρδιές και ρίγες λεπτές. Άλλες με τετραγωνάκια, κυκλάκια, αστεράκια.
- Μα γραβάτα; Μα από το internet;
- Δεν είναι μόνο γραβάτα... έχει κι ένα μαντήλι... να το χρησιμοποιεί σαν πανάκι για να καθαρίζει τα μονίμως θολά γυαλιά του... μήπως και δει.

Μα το θέμα χρυσή μου δεν είναι να "δει". Βλέπει, δεν είναι "τυφλός". Το θέμα είναι να μη δει. Καλύτερα πάρτου μια κουκούλα, μια μάσκα αδιαφανή, μια μάσκα νυκτός, μια μάσκα θαλάσσης, μια μάσκα οξυγονοκόλλησης. Πιο ενδιαφέρον θα είχε απ' αυτό που θα ψωνίσεις τελικά. Άσε που πανάκι για τα γυαλιά του έχει. Και τα καθαρίζει πολύ συχνά. Κι εκείνη ούτε που το έχει προσέξει.

- Δεν πας καλύτερα στα μαγαζιά να ψάξεις κάτι καλύτερο;
- Το παρήγγειλα ήδη. 16 ευρώ όλα.
- Καταξοδεύτηκες χρυσή μου.
- Και πολύ του είναι.

Κι άρχισε ένας χείμαρος παραπόνων.

"Όλη μέρα στο κινητό, όλη μέρα στο διαδίκτυο κι ό,τι κάνω εγώ δεν του αρέσει. Αυτός όλο βαρειά κουλτούρα και "ποιοτικές εκπομπές μη χέσω". Οι δικές μου "σκουπίδια". Εκδρομές πάμε κι αυτός είναι αλλού. Είτε μόνοι μας είμαστε είτε με παρέα αυτός μόνος του. Μόνος. Αυτός και το κινητό του. Λες και δεν καταλαβαίνω".

Μοναχικός καβαλλάρης. Μοναχικός άνθρωπος. Αυστηρός μέχρι αγενής. Σκληρός πολλές φορές. Όλο δικαιολογίες. Κι εγώ να ξέρω... Να ξέρω πως αυτό που δεν κατάφερε στη μια περίπτωση - τη δική μου - ήταν θέμα χρόνου να το καταφέρει σε άλλη περίπτωση. Δεν πα να χτυπιέσαι κυρά μου, δεν πα να τον καταπιέζεις, να τον κατασκοπεύεις, να τον στριμώχνεις; Θέμα χρόνου είναι. Αντί ν' αγοράζεις μπιχλιμπίδια και πατσαβούρια για δώρο αγόρασε καλύτερα λίγο χρόνο. Μήπως και καταλάβεις και τον κρατήσεις. Αλλά πού εσύ; .

Δυο μέρες μετά χτύπησε το κουδούνι της εταιρείας. Άνοιξα εγώ. Ήταν το κούριερ κι είχε φέρει το "δώρο". Μου τα έδειξε. Ούτε καν μεταξωτά. Πανί σκέτο, πολυεστερικό. Έτσι και έπεφτε πάνω καμιά κάφτρα από το τσιγάρο του θα λαμπάδιαζε ο έρμος ολόκληρος.

- Τώρα δε μου λες χρυσή μου... αυτό είναι δώρο; Και μάλιστα για επέτειο γάμου;

Εκείνος δεν το εκτίμησε όπως ήταν φυσικό.  Μα και το δικό του δώρο δεν ήταν καλύτερο. Εντάξει βγάλανε τις υποχρεώσεις τους λίγο πριν αρχίζουν να βγάζουν ξανά τα μάτια τους κι όχι με την "καλή την έννοια".

Τελικά αυτό δεν ήταν επέτειος. Ξεπέτειος ήταν.


*Προϊόν μυθοπλασίας αλλά είμαι σίγουρη πως κάπου θα έχει συμβεί στο παρελθόν ή κάπου θα συμβεί στο μέλλον.







Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

Φόβος ενστίκτου (μου)

Νομίζω πως θα πεθάνω - ελπίζω σε βαθιά γεράματα - και δεν θα έχω μάθει να το εμπιστεύομαι αυτό το γαμημένο το ένστικτό μου.
Αυτή τη φωνή που συνήθως μου λέει τί να ΜΗΝ κάνω. Που ωρύεται και ξεδιπλώνει με μαεστρία μέσα στο μυαλό μου επιχειρήματα ατράνταχτα γι' αυτό που πρέπει ν' αποφύγω.

Κι όμως...
...του πηγαίνω  κόντρα. Όχι επειδή είμαι ανάποδος άνθρωπος (που είμαι καμιά φορά). Όχι επειδή είμαι μέσα στην αντίρρηση συνέχεια (δεν είμαι συνέχεια). Αλλά επειδή το φοβάμαι. Φοβάμαι το λάθος. Το λάθος που συμβαίνει τελικά και είναι πάντοτε η επιλογή αυτή που θα έπρεπε να έχω αποφύγει. Η επιλογή αυτή από την οποία το ένστικτό μου προσπαθεί να με προφυλάξει.

Ίσως φταίει που το δικό μου ένστικτο είναι αποτρεπτικό για λανθασμένες τελικά ενέργειες στις οποίες εγώ όμως βλακωδώς προχώρησα. 
Ίσως φταίει που το δικό μου ένστικτο είναι κατηγορηματικό για αποφάσεις που δεν έπρεπε να πάρω κι όμως τις πήρα.
'Ισως φταίει που το δικό μου ένστικτο με προειδοποιεί για όσα πρέπει να εξαιρέσω πάση θυσία στα επαγγελματικά μου κι όμως δεν το έκανα.
Ίσως φταίει που το δικό μου ένστικτο προσπαθεί να με εμποδίσει κι όχι να με ενθαρρύνει.
Κι αυτό το μισώ. Το θεωρώ τροχοπέδη, ανάχωμα, ντρίμπλα και κάθε φορά τα ίδια και τα ίδια. Ένστικτο, προειδοποίηση, αντίθεση και το λάθος γίνεται. Ξανά και ξανά.
Και να πεις ότι τόσα χρόνια δεν έχω μάθει κι εγώ τρόπους να παίρνω τη μπάλα, να χαλάω την ντρίμπλα...
Ο διάλογος που επιχειρώ να κάνω μαζί του δεν είναι εποικοδομητικός. Ρωτώ "γιατί" κι απάντηση δεν παίρνω κι αν καμιά φορά πάρω θα είναι "γιατί έτσι, ένστικτο είμαι λογαριασμό δεν δίνω" ή θα είναι τέτοια η απάντησή του που δεν θα με πείθει.
Κι αν; Ρωτώ εγώ τον εαυτό μου.
Αν δεν είναι όπως τα λέει; Αν κάνει λάθος αυτό ή αν εγώ ερμηνεύσω λάθος τις προειδοποιήσεις του; Αν πω "όχι" και χάσω μια επαγγελματική ευκαιρία, μια δυνατότητα να προχωρήσω; Αν αρνηθώ μια πρόσκληση/πρόκληση και κλείσω μια πόρτα που ίσως μ' έβγαζε σε κάτι ενδιαφέρον; Αν δεν βγάλω αυτό που έχω μέσα μου και ταλαιπωρηθώ από μια σχέση, μια φιλία, μια συνεργασία;
Άλλοτε πάλι, επίσης αποτρεπτικά, προσπαθεί να με εμποδίσει από μία απερίσκεπτη ενέργεια που θα με κάνει ίσως να κλάψω πικρά. Και πάλι δεν θα το ακούσω. Θα κάνω το δικό μου. Κι έπειτα κλαίμε. Κι όταν η καρδιά μου με οδηγεί σε κάτι όμορφο αλλά σαν αντιπροσωπευτική "σκορπίνα" και γι' άγνωστους λόγους αποφασίσω να τρυπηθώ με την ουρά μου και να το καταστρέψω, αυτό φωνάζει "μην το κάνεις" αλλά πριν αλέκτωρ λαλήσει.... η μαλακία γίνεται.
Κι έτσι λοιπόν...
Θα το κάνω το βήμα... πού ξέρεις;
Θα δεχθώ την πρόκληση/πρόσκληση.... πού ξέρεις;
Θα το στείλω το γράμμα ή το μήνυμα... και πού ξέρεις; Ίσως είναι για καλό. Αλλά δεν είναι. Σίγουρα δεν είναι καλό για μένα. Πάντως σίγουρα είναι καλό για τον άλλον.

Πάμε τώρα παρακάτω...
Δέχθηκα να κάνω τη δουλειά, μετά από πολλές πιέσεις του πελάτη μου, παρότι το ένστικτο μου έλεγε να αρνηθώ γιατί δεν θα πληρωθώ ποτέ. Και δεν θα πληρωθώ. Ο Στουρνάρας άρπαξε την αμοιβή τη δική μου μέσω του πελάτη μου*. Επειδή αυτός χρωστάει στην εφορία ενώ εγώ όχι. Όμως εγώ έκανα τη δουλειά. Και πλήρωσα τα χρέη αλλουνού τελικά. Χωρίς να το θέλω. Χωρίς να ρωτηθώ. Εγώ, που με πόνο, αίμα, δάκρυα κι ιδρώτα (χωρίς Σάκη όμως) φροντίζω να έχω τις υποχρεώσεις μου "διακανονισμένες", ρυθμισμένες ρε παιδί μου αλλά κατά τ' άλλα δεν χρωστώ σε κανέναν. Παρά μόνο της Μιχαλούς αλλά σε αυτήν δεν χρωστώ λεφτά. Χρωστώ μυαλά. Αλλά μην έχω παράπονο. Το ένστικτό μου φώναζε "ΠΕΣ ΟΧΙ". Δεν το άκουσα... Γιατί πώς να αρνηθώ την βοήθειά μου στον άλλον σε τέτοιους καιρούς; Κι αν τελικά προλάβαινε να κάνει τη ρύθμιση που επιθυμούσε κι εγώ έπαιρνα τελικά την αμοιβή μου; Είναι καιροί τώρα να αρνείσαι "δουλειές"; Δεν θα την πάρω όμως την αμοιβή. Δηλαδή ΜΑΛΛΟΝ δεν θα την πάρω. Αφού λένε πως η ελπίδα πεθαίνει τελευταία σκέφτομαι μήπως και... Αλλά σε μένα η ζωή συνήθως δεν δίνει δεύτερες ευκαιρίες. Έπαιξα; Έχασα. Ή κέρδισα. Δεν έχω όμως ούτε εδώ παράπονο. Κι έχω κερδίσει κι έχω χάσει. Πιο πολύ το δεύτερο βέβαια αλλά ας μην το κάνουμε θέμα.

Πάμ' παρακάτω...
Δέχθηκα την πρόσκληση/πρόκληση, ενώ το ένστικτο μου έλεγε να μην το κάνω γιατί θα πληγωθώ. Και πληγώθηκα. Ήταν τόσο όμορφο για να 'ναι αληθινό. Έπρεπε να το ακούσω το γαμημένο. "ΚΟΦΤΟ" μου 'λεγε. Μα πώς να το κόψω; Δεν κοβόταν το άτιμο. Κι όταν τελικά αποφάσισα να το κόψω πάλι το ένστικτο με προειδοποιούσε ειρωνικά: "Τώωωωωρα; τώρα είναι αργά. ΜΗΝ ΤΟ ΚΟΒΕΙΣ". Αλλά το έκοψα. Μου άρεσε, δε λέω... πέρασα καλά. Αλλά τώρα πάει... καπούτ. "Να προσέξεις ώστε η ευχαρίστηση που θα νιώσεις να μην είναι μικρότερη από τη μελαγχολία που θα την διαδεχτεί", είπε κάποτε ο Επίκουρος. Μα η ευχαρίστηση δεν έρχεται παρέα με ζυγαριά. Έρχεται μόνη της αλλά όχι πάντα με άδεια χέρια, όλο και φέρνει κάποια κρυφά ρίσκα μαζί της. Ποιός τα υπολογίζει όμως αυτά όταν κατακλύζεται από ευτυχία; Ποιός τα μετράει αυτά όταν πετάει στα σύννεφα; Ποιός τα ζυγίζει αυτά όταν σαν αεράκι περπατάει απαλά πάνω στη γη; Βέβαια είναι σίγουρο πως η μελαγχολία που θ' ακολουθήσει θα είναι μεγάλη. Ανάλογη πάντα με την ευχαρίστηση ή/και μεγαλύτερη. Αν όμως κυκλοφορούσαμε με το ζύγι στο χέρι δεν θα ήμασταν ανθρώπινα όντα. Ούτε καν όντα. Θα ήμασταν μηχανές. Σας μοιάζω εγώ για μηχανή;

Πάμ' παρακάτω...
Το έστειλα το μήνυμα κι ας βροντοφώναζε το ένστικτό μου "ΟΧΙ" γιατί θα το μετάνιωνα. Και το μετάνιωσα. Το πλήρωσα βέβαια.

Κι έτσι...
ούτε εδώ χρωστώ τίποτα.

Κι έτσι...
και χαμένη και "δαρμένη" αλλά ευτυχώς όχι χρεωκοπημένη (ακόμα).

Η ζωή μας τελικά αποτελείται από διασταυρώσεις. Λεωφόρου με παράδρομο. Δρόμου ταχείας κυκλοφορίας με δευτερεύουσα αρτηρία. Επαρχιακού δρόμου με χωματόδρομο. Συνοικιακού δρόμου με κεντρικό άξονα. Και καθορίζεται από επιλογές που πολλές φορές μας οδηγούν σε δρόμους άλλους απ' αυτούς που ελπίζαμε. Όταν λέμε ναι σ' αυτό κι όχι στο άλλο. Ή το ανάποδο. Πολλές φορές έχω βρεθεί σε παρόμοια κατάσταση. Κι έχω την αγωνία ότι θα επιλέξω τη λάθος κατεύθυνση. Όμως ο άλλος δρόμος, αυτός που απορρίπτω ή δεν προτιμώ, θα 'ταν άραγε καλύτερος; Διαφορετικός; Αμφιβάλλω. Αλλά δεν είμαι και σίγουρη. Κάπου διάβασα - δεν θυμάμαι πού - ότι "οι άνθρωποι οδηγούνται από τον τυφλό που κρύβουν μέσα τους". Μπορεί να είναι έτσι και η δυνατότητα επιλογής να μην είναι παρά μια αυταπάτη. Να είναι οι χάντρες και τα καθρεφτάκια που μας "προσφέρει" η ζωή για να μας ξεγελάσει ώστε να ακολουθήσουμε έναν δρόμο που έτσι κι αλλιώς είναι χαραγμένος για εμάς. Ή ίσως να είναι το "νερό που καίει" και μας μεθά ώστε να μην διακρίνουμε καθαρά τις επιλογές μας. Δεν πιστεύω όμως στη μοίρα, στο πεπρωμένο. Πιστεύω στις ερωτήσεις. Οι απαντήσεις είναι αυτές που με μπερδεύουν, αυτές ίσως να είναι τελικά η αυταπάτη. Μεγάλωσα πολύ για ν' αρχίσω ν' αναρωτιέμαι "είναι άραγε η επιλογή που με καθορίζει ή μήπως είναι η διαθεσιμότητά μου απέναντι στους άλλους;"

Κι έτσι...
αρχίζουν τα ερωτήματα που θα με βασανίζουν από εδώ κι εμπρός μαζί με όλα τ' άλλα που εκτός από μένα ταλανίζουν κι ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Ν' αρχίσω να εμπιστεύομαι το ένστικτό μου ή να συνεχίσω το αντάρτικο;
Ελευθερία ή θάνατος;
Να ζει κανείς ή να μη ζει;
Η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα;
Μπούτι ή στήθος;
Κρέας ή ψάρι;
Κιθαρίστας ή ντράμερ;

Ξέρω γω; Για πείτε κι εσείς;


* Ο πελάτης μου δεν είναι φοροφυγάς. Ο πελάτης μου έφαγε ένα τεράστιο φέσι από εφημερίδα που έκλεισε. Και δεν μπορεί να "εξυπηρετήσει" τις υποχρεώσεις του. Μία από τις υποχρεώσεις του είμαστε κι εμείς.

https://www.youtube.com/watch?v=ky4CdN0x58A