Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Το μακρύ ταξίδι της νύχτας μέσα στη μέρα της ελπίδας

Κάθησα και σκέφτηκα.
Θα μου πείτε δεν μπορείς να σκεφτείς όρθια;
Μπορώ αλλά προτίμησα να σκεφτώ καθιστή.
Γιατί δεν ήξερα πού θα με οδηγήσουν οι σκέψεις μου.
Δεν ήξερα πόσο (και αν) θα τις άντεχα όρθια.
Είπα να μην το ρισκάρω.
Αποστασιοποιήθηκα (όσο αυτό είναι δυνατόν... μάλλον ελάχιστα τελικά) από τον εαυτό μου, από το σπίτι μου, τη γειτονιά μου, την πόλη μου, τη χώρα μου...
Φόρεσα λοιπόν ρούχα της Ανατολής, πήρα στα χέρια μερικές τσάντες με χρειαζούμενα και 2-3 παιδιά παραμάσχαλα ή κι ένα ακόμη στην κοιλιά μου.
Πήρα την ελπίδα μου, την αγωνία μου για μια άλλη ζωή γι' αυτά τα παιδιά που ήδη είχα, ή είχα στα σκαριά.

Αλλά και για μένα την ίδια, τον αγαπημένο μου και για τα παιδιά που δεν είχα αλλά που θα 'θελα ωστόσο ν' αποκτήσω.
Κάπου αλλού.


Κι έφυγα.
Ας πούμε πως έφυγα από την Χολμς. (Όλοι πλέον γνωρίζουμε τί συμβαίνει εκεί).
Ξέρετε, είναι πρακτικά αδύνατον να σκεφτώ πώς θα ένοιωθα αν ζούσα στη Χολμς. Όπως είναι σήμερα αυτή η πόλη. Ό,τι έχει μείνει από αυτήν την πόλη.
Έκανα όμως φιλότιμες προσπάθειες. Κόλλησα τη μούρη μου σε δεκάδες φωτογραφίες της πόλης αυτής, μέτρησα τις αντοχές μου, πήρα τα λιγοστά υπάρχοντά μου και τα παιδιά μου παραμάσχαλα και πιθανόν στην κοιλιά μου όπως είπαμε, άφησα πίσω μου τον φόβο κι έφυγα.
Περπάτησα, λερώθηκα, έπεσα, σηκώθηκα, έζησα σε καταυλισμούς, έμεινα νηστική, δίψασα, κινδύνεψα, πλήρωσα το βιός μου ή μέρος από αυτό για μια θέση σε μια βάρκα.
Να πάω απέναντι.
Ευρώπη.
Δεν πνίγηκα. Ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου.
Την αντίθετη περίπτωση να είχαμε πνιγεί... εντάξει η φαντασία μου οργιάζει αλλά εκεί ο νους μου σταματά... Δεν γίνεται και συγχωρέστε με γι' αυτό. Απλά δεν γίνεται.
Παραλείπω ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της συνέχειας του ταξιδιού μου μέχρι που έφτασα στην Πρωτεύουσα.
Η πλατεία Βικτωρίας γεμάτη.
Ανηφορίζω.
Οι τσάντες δεν είναι πια 2-3, είναι μία ή καμία.
Τα παιδιά όμως, τα παιδιά μου, εξακολουθούν να είναι τόσα όσα είχα στην αγκαλιά μου όταν ξεκίνησα το μακρύ ταξίδι της νύχτας μέσα στη μέρα της ελπίδας...
Ανεβαίνουμε στο κέντρο της πόλης. Της πόλης που εσείς κι εγώ γνωρίζουμε καλά. Της πόλης που εσείς κι εγώ λατρεύουμε να μισούμε. Της πόλης μας...
Εγώ όμως εξαιτίας αυτής της ...προσομοίωσης παριστάνω πως δεν την έχω ξαναδεί, ούτε που την είχα φανταστεί ποτέ μου.
Ούτε που θα είχα φανταστεί πώς είναι μια πόλη της Δύσης.
Των Βαλκανίων αν θέλω να είμαι πιο δίκαιη. Και πιο σωστή.
Πρώτος σταθμός ελπίδας η Αθήνα.
Ακόμη δεν ξέρω αν θα γίνει τελευταία έξοδος προς το άγνωστο.
Ξέρετε στο άγνωστο δεν πάει κανείς μόνο με βάρκα την ελπίδα.
Πάει και με τα πόδια.
Πού είχαμε μείνει;
A ναι.
Στην Ακαδημίας, στη Βιβλιοθήκη, μετά στη Βουκουρεστίου (ευτυχώς για κάποιους στον δρόμο μου δεν είναι του ...Ζόναρς, απ' αυτήν την άποψη κάποιοι μπορούν να είναι ήσυχοι), στη Σκουφά... στην Πλατεία Κολωνακίου!!!
Και γυρίζω πίσω με το νου... και πιάνω το νήμα που ενώνει το πριν με το τώρα.
Χολμς - Πλατεία Κολωνακίου.
Δάκρυα στα μάτια μου. Τα δικά μου μάτια όχι αυτής της άλλης που προσποιούμαι ότι είμαι.
Χολμς - Αθήνα - Πλατεία Κολωνακίου (και δεν είμαι καν στη μέση της διαδρομής μου μέχρι τον προορισμό).
Μπορείτε να το διανοηθείτε;
Εγώ δεν μπόρεσα.
Δεν άντεξα.
Και να έρχεσαι εσύ "κύριε"* και να χαρακτηρίζεις αυτήν την κατάσταση, την ΚΑΤΆΣΤΑΣΉ ΜΟΥ - "πρακτικά ανεξέλεγκτη και μη διαχειρίσιμη";
Λες και δεν το ξέρω;
 

Όμως ξέρω πως εσύ δεν σκεφτόσουν τη δική μου κατάσταση.
Εσύ σκεφτόσουν τη ...δική σου.
Ξέρω καλά πως άλλο εννοούσες εσύ. Άλλο...

Δεν σκέφτομαι άλλο.



*Η γυναίκα της προσομοίωσής μου σε λέει "κύριε". Εγώ σε λέω "μαλάκα".

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε*

Το εξώφυλλο του δίσκου των Pink Floyd "The Division Bell"
Οι παρακάτω σκέψεις μου πόρρω απέχουν από το να αποτελέσουν αναδρομή, έστω και μίνι, των όσων συνέβησαν κι εξακολουθούν να συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια.
Ο παρελθών χρόνος αλλά και ο παρών είναι τόσο πυκνός και όσα έχουν συμβεί ή εξακολουθούν να συμβαίνουν στη διάρκειά του τόσο συμπιεσμένα και περίπλοκα όσο και άγνωστα, που αυτήν τουλάχιστον τη στιγμή οποιαδήποτε ...περίληψη είναι ανέφικτη.
Δεν ανησυχώ όμως γιατί η Ιστορία αμείλικτη καραδοκεί. 
Σαν παπαράτσι κάποια στιγμή θα αποτυπώσει τα γεγονότα είτε τους αρέσει είτε όχι.
Οι παρακάτω σκέψεις μου αφορούν ανθρώπους. Και πιο συγκεκριμένα κάποιους ανθρώπους που η συμπεριφορά τους έτυχε να πέσει στην αντίληψή μου.
Ανθρώπους όχι σε επίπεδο εξουσίας αλλά σε επίπεδο κοινωνίας, φιλίας, συναναστροφής.
Ευτυχώς δεν αφορούν ανθρώπους που γνωρίζω είτε στην πραγματική μου ζωή είτε στην ψηφιακή μου, εξίσου σημαντική κι επιλεκτική όμως. Ή τουλάχιστον δεν αφορούν τους περισσότερους από αυτούς.
Ο δε τίτλος είναι δανεισμένος από ένα από τα πιο δημοφιλή έργα του πρωτοπόρου Σικελού θεατρικού συγγραφέα και διανοούμενου Λουίτζι Πιραντέλλο.


Στο ζητούμενο...
Τα τελευταία χρόνια, από το 2009 κι εντεύθεν, έχουμε περάσει τα μύρια όσα.
Στην αρχή ήρθε το ΠΑΣΟΚ με τον πρωθυπουργό της καρδιάς μας και με το μνημόνιο που όλοι αγαπήσαμε. Τότε οι Πασόκοι φίλοι μου το είχαν τόσο πολύ βουλώσει που τέτοια σιωπή ούτε στα βάθη του Ειρηνικού Ωκεανού δεν συναντάς, ίσως επειδή γνώριζαν πως καλούμασταν να πληρώσουμε τα "κατορθώματα" των επιλογών τους.
Από την άλλη οι νεοδημοκράτες κάτι πήγαν να ψελλίσουν αρχικά - αξιωματική αντιπολίτευση βλέπετε - αλλά μετά σιγήν ιχθύος, ας πούμε επειδή ήξεραν τί ακριβώς είχε συμβεί και τί θ' ακολουθήσει αφού θα ερχόταν "η σειρά τους" αργά ή γρήγορα
Κι αφού ήξεραν ήδη πως ΚΑΙ δικά τους - ή κυρίως δικά τους - κατορθώματα πληρώναμε.

Μετά ήρθε η ΝΔ όπου μαζί με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ και με τους αρχηγούς επίσης της καρδιάς μας ΣαμαροΒενιζελοΚούβελο μας φόρτωσαν το μνημονιακό ...σίκουελ.
Οι ψηφοφόροι των τριών αυτών κομμάτων ψιλομούγκα αλλά δεν είναι της ώρας να το αναλύσουμε αυτό. Εξάλλου ούτε είχα νοιώσει καμιά έκπληξη γι' αυτό ούτε και καμιά απογοήτευση. Αναμενόμενο.
Κι ύστερα ο κόσμος, επιθυμώντας διακαώς αλλαγή του σκηνικού, ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ κι αυτοί που είχαν μουγκαθεί, κυρίως από τον πασοκικό χώρο, ξαφνικά ξετσουτσούνεψαν και με το "καλημέρα" άρχισαν τις βρισιές, βρισιές και μόνο βρισιές προς αυτούς που είχαν αποφασίσει, έστω αφελώς, να ξεμπερδέψουν με το παλιό και να το εννοούν. Βρισιές χωρίς ούτε για μια στιγμή να στρέψουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη τους και να αναγνωρίσουν εκεί τον φταίχτη. Όχι, όχι αυτοί τα είχαν όλα καλά καμωμένα.


Στο σημείο αυτό, εντελώς πρόχειρα, ανασύρω από τη μνήμη μου, που δεν ξέρω αν σας το έχω πει πως είναι ελεφαντίσια, χαρακτηρισμούς που έχω αλιεύσει (και αποθηκεύσει) δεξιά και ...πασοκικά (αδιευκρίνιστος γεωγραφικός προσδιορισμός) για τον απλό πολίτη/ψηφοφόρο της "πρώτη φορά αριστερά" κυβέρνησης:
Από την πανίδα: Βόδια, γίδια, ασπόνδυλα
Από τη χλωρίδα: Bούρλα
Από μάντρες οικοδομικών υλικών: Mπετόβλακες, πυρότουβλα
Από τον καθρέφτη (τους): Hλίθιοι, μαλακεσαυτοφασκελωθείτε
Από διάφορες άλλες γενικές κατηγορίες: ψεκασμένoι, φασιστερά, καργιόληδες, άρρωστοι.
Και καπάκι απειλές για ειδικά δικαστήρια και φυλακές, κρεμάλες και Γουδιά.
Μάλιστα.


Και φυσικά όταν κάποιος τους τα χώνει, όχι για τις απόψεις τους αλλά για τον τρόπο που εκφράζονται, ξαφνικά θυμούνται τα "δημοκρατικά" τους φρονήματα, τον ...πολιτισμό τους (τον ανύπαρκτο προσωπικό πολιτισμό τους να υποθέσω) και απαιτούν διάλογο με ευπρέπεια, σεβασμό στη διαφορετική άποψη και επιχειρήματα. Όταν μερικούς μήνες νωρίτερα, εντελώς "δημοκρατικά" δε λέω, χειροκροτούσαν τον θανασάκη τον χειμωνάκη και του σχολίαζαν ανερυθρίαστοι πως "btw στο σημείο με τον Πάριο έκλαψαν". Κι όταν κάποιοι αντέδρασαν τους απάντησαν με το μεγαλοφυές επιχείρημα πως ο χειμωνάκος υπερβάλλει λίγο γιατί είναι συγγραφέας.

Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε.

Κάποιοι άνθρωποι ακόμη κι αν επιστρατεύσει κανείς όλα του τα επιχειρήματα το μόνο ταλέντο που έχουν είναι να σου απαντούν "με σκουπίδια σαν κι αυτά που λένε οι πολιτικοί στα κοινοβούλια όταν δεν έχουν τί να πουν".

Τελοσπάντων, περασμένα ξεχασμένα - που λέει ο λόγος δηλαδή - και καλή καρδιά.

Από τότε κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι, που λέει ο λόγος επίσης, γιατί στην ουσία δεν έχει κυλήσει ούτε στάλα. Αν δε υπήρχε έστω το αυλάκι θα ήταν μια καλή αρχή. Αλλά μπα.

Σε απολύτως αντικειμενικές συνθήκες βέβαια το νερό, ο χρόνος εν προκειμένω, έχει κυλήσει. Σε απολύτως τοπικό επίπεδο τα πάντα είναι στο ...pause.

Τελοσπάντων αν και όλα στο pause ..τη συνέχεια πάνω κάτω όλοι τη γνωρίζουμε πια.

Όμως αυτό δεν σημαίνει πως αντιλαμβανόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο τα τεκταινόμενα. Πλέον έχω πεισθεί απολύτως πως μια ομάδα ανθρώπων μπορεί να βιώνει ακριβώς την ίδια κατάσταση αλλά ο καθένας να την αντιλαμβάνεται και να την ερμηνεύει με τελείως διαφορετικό τρόπο ή και εντελώς αντίθετο τρόπο. Ανθρώπινο και δεν υπάρχουν πολλά που να μπορεί κάνει κανείς γι’αυτό.

Υπάρχει όμως κάτι που με εξοργίζει πολύ περισσότερο απ' όσα προανέφερα.

Αυτό δεν είναι που οι ψηφοφόροι των προηγούμενων κομμάτων ξαφνικά θυμήθηκαν ν' αντιδράσουν. Έστω. Δικαίωμά τους τότε που δεν αντιδρούσαν δικαίωμά τους τώρα να ενεργήσουν διαφορετικά. Έστω.
Ούτε μ' εξοργίζει που πολλοί από τους ψηφοφόρους του τωρινού κυβερνώντος κόμματος εξακολουθούν να το υποστηρίζουν. Έστω με το επιχείρημα πως δεν γίνεται αλλιώς, πως δεν μπορέσανε (ενώ ήθελαν), πως άλλα υπολόγιζαν κι άλλα τους βγήκαν. Πως οι προηγούμενοι θα τα έκαναν και θα τα κάνουν χειρότερα. Έστω.
Ούτε που το ίδιο το κυβερνόν κόμμα αντί να βγει να πει δεν τα καφέραμε βρε αδελφέ αλλά έστω κάνουμε ό,τι περνάει απ' το χέρι μας (που δεν κάνουν) για να μειώσουμε τη ζημιά κι ό,τι άλλη μπαρούφα επιθυμούν να πουν, ε ας την πουν να πάει στο διάολο να τελειώνουμε. Έστω.
Εκείνο που πραγματικά με εξοργίζει είναι που οι συριζαίοι "φίλοι" μου, οι οπαδοί του τωρινού κυβερνώντος κόμματος και υποστηρικτές του συγκεκριμένου και τωρινού "καθεστώτος" όπου βρεθούν κι όπου σταθούν βρίζουν και αυτοί τους πάντες και τα πάντα ακόμη και πρώην συντρόφους τους (ή μάλλον κυρίως αυτούς) οι οποίοι επέλεξαν να ακολουθήσουν διαφορετική από την κυβερνητική πορεία.
Το ακόμη εξοργιστικότερο δε, είναι που εξακολουθούν ν' αποκαλούν ο ένας τον άλλον "σύντροφε" και να θεωρούν τους εαυτούς τους αριστερούς.
Αλλά ποιά είμαι εγώ που θα τους χαλάσω το χατήρι;
Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε κύριοι.



Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε...
Γοητευμένος από την αβεβαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης ο Νομπελίστας συγγραφέας εξετάζει σε όλο του το έργο το μυστήριο της ταυτότητας και την υποκειμενικότητα της αντίληψης. Στην Πιραντελλική δραματουργία δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, παρά μόνο ένα παιχνίδι ρόλων και «η ανάγκη να εξαπατούμε αδιάκοπα τον εαυτό μας δημιουργώντας μια πραγματικότητα –μια για τον καθένα και ποτέ την ίδια για όλους, που αποδεικνύεται κάθε τόσο μάταιη και φανταστική», όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας. 
Στο «Έτσι είναι (αν έτσι νομίζετε)», έργο που παίχτηκε για πρώτη φορά το 1917, η δράση τοποθετείται σε ένα κλειστοφοβικό περιβάλλον, με τους ήρωες να προσπαθούν να αποδείξουν -ο καθένας για τον εαυτό του- την αλήθεια των αντιφατικών ιστοριών τους, προκειμένου να ικανοποιήσουν τη νοσηρή περιέργεια και τη χωρίς όρια αδιακρισία της κοινής γνώμης για οτιδήποτε ξεφεύγει από τα καθιερωμένα. 

Σας θυμίζουν τίποτε όλα αυτά;