"Αχ τί ωραίος που είναι ο καιρός σήμερα. Ταιριαστός με την ψυχή μου. Βροχερός και μελαγχολικός, ίσα για να ταράξει τα νερά της λίμνης που κρύβω μέσα μου. Της λίμνης που είχα ξεχάσει την ύπαρξή της αφού αθόρυβα ακολουθεί τα βήματά μου στις δαιδαλώδεις αναζητήσεις μου, διακριτικά με προστατεύει με την ευεργετική δροσιά της από τα δύσκολα "όχι" και τα ακόμη δυσκολότερα "ναι", τρυφερά με κλείνει μέσα της, ένα σύνολο αδιάρρηκτο και αλληλοαναιρούμενο συγχρόνως, πότε εκείνη μέσα μου, πότε εγώ μέσα σε κείνη, υποτονική η παρουσία της για να με γαληνεύει, να με στηρίζει, να με θρέφει, να με γιατρεύει χωρίς να μ' ενοχλεί.
Αχ αυτή η βροχή που πέφτει πάνω της σαν ελαφρύ ερωτικό γαργαλητό, σαν χάδι που ζητάει να ξυπνήσει τις αισθήσεις που νιώθει πως κοιμούνται. Αλλά τόσο ήρεμη βροχή, τόσο διακριτική η επαφή και τελικά η συνένωση με το νερό της λίμνης μου που τη συνηθίζω γρήγορα. Βότσαλο χρειάζεται η λίμνη μου και βότσαλο έπεσε. Οι κύκλοι που σχημάτισε κοντεύουν να φτάσουν στην άκρη της, να χαθούν στην αγκαλιά του εαυτού μου, να ενωθούν με τις παρυφές της ύπαρξής μου και να ταξιδέψουν στο απέραντο σύμπαν σαν άυλο κυκλικό κύμα. Και να περιμένουν το ταίρι τους, ένα άλλο βότσαλο που θα δηλώσει κι αυτό συμμετοχή στο πάρτι των αισθήσεων και των προσδοκιών.
Βρέχει τώρα.
Απόψε δεν θα πιω. Θα βγω ν' αγκαλιάσω τη βροχή. Απόψε δεν θα τραγουδήσω. Θα βγω ν' ακούσω τους ψιθύρους της. Απόψε δεν θα σκεφτώ. Θα πάρω ό,τι μου δώσει. Απόψε δεν θα διαβάσω λέξεις. Θα διαβάσω ήχους.
Θα την πιω τη βροχή, χωρίς ποτήρι, χωρίς δίψα. Θα την κλείσω μέσα μου, θα πλουτίσω με τις σταγόνες της τη λίμνη μου ελπίζοντας να γεννηθεί κάτι καινούργιο.
Ελάτε κύκλοι, μη διστάζετε, ελάτε κάντε το ταξίδι σας. Κι εσείς νεράιδες της ψυχής μου βουτήξτε, βρείτε το βότσαλο που ακούμπησε απαλά στο βυθό μου. Φέρτε το πάλι στην επιφάνεια, με αθόρυβα βήματα σταθείτε στην άκρη και ξαναπετάξτε το.
Ναι είμαι ζωντανή. Τελικά δεν χρειαζόμουν σπουδαία πράγματα. Ένα βότσαλο μπόρεσε να μου θυμίσει τί σημαίνει να ζεις, να παλεύεις να πεις όχι, ν' αγωνιάς αν διαλέξεις να πεις ναι.
Κάθε σταγόνα αυτής της βροχής έχει ιστορία να μου πει. Κάθε λαμπίρισμά της πάνω στα βρεγμένα φύλλα των δέντρων έχει τραγούδι να μου τραγουδήσει. Τα τριαντάφυλλα λίγο έγειραν, να προστατέψουν τα βελούδινα πέταλά τους, να είναι διαθέσιμα τα άνθη τους να τα προσφέρω. Να είναι απαλά να τα φιλήσω. Να είναι γλυκά να τα γευτώ. Τ' αγκάθια υποχώρησαν, μαζεύτηκαν, δεν με απειλούν. Τόσο που έχω πληγωθεί, τόσο που έχω πονέσει δεν θ' άντεχα τον πόνο από τόση ομορφιά.
...
Σκυμμένη στο πληκτρολόγιο, γράφω στο μυστικό ημερολόγιο. Τα δάχτυλά μου έχουν πάρει φωτιά. Αναζητώ κάθε λίγο το undo, δεν ξέρω τον λόγο, είμαι μπερδεμένη, στην πραγματική ζωή τίποτα δεν ξεγίνεται. Και γράφω γι’ αυτήν. Για τη ζωή που έχει ήδη συμβεί, ανεπιστρεπτί. Οι άνθρωποι μπορούν να διορθώσουν όσα έχουν ήδη κάνει με άλλες πράξεις, μπορούν να αποδυναμώσουν όσα έχουν ήδη πει με άλλες λέξεις, μπορούν να αλλάξουν όσα έχουν ήδη σκεφθεί με άλλες σκέψεις. Αλλά το πριν βρίσκεται εκεί, αμείλικτο, να τους θυμίζει συνεχώς τη δική του ύπαρξη, την τελεσίδικη και τετελεσμένη αλλά και να τους υπενθυμίζει επίσης το μετά, που είναι στο χέρι τους να μείνει ίδιο ή να γίνει διαφορετικό. Τα πλήκτρα στενάζουν κάτω από τα ακροδαχτυλά μου. Κοιτάζω την οθόνη, γράφω τις λέξεις ενώ ταυτόχρονα διαβάζω τις προηγούμενες την ίδια στιγμή που σκέφτομαι τις επόμενες, ενώ διορθώνω τα λάθη. Με την άκρη του ματιού βλέπω ένα πλήκτρο ν’ αναβοσβήνει με ρυθμό σημάτων μορς. Δεν ξέρω τον κώδικα γι’ αυτό δεν του δίνω σημασία. Υποπτεύομαι όμως τί θέλει να μου πει. Δεν μιλάει απλώς, φωνάζει, ουρλιάζει, λυσσομανάει σαν την καταιγίδα που μόλις έχει ξεσπάσει. Βρέχει καταρρακτωδώς και γράφω πυρετωδώς. Αστράφτει συνέχεια απ’ έξω αλλά κι από μέσα, αχ αυτή η μικρή αστραπή-λάμψη από το πληκτρολόγιο δεν με αφήνει να συγκεντρωθώ. Ο ήχος της βροχής καλύπτει τον ήχο της πληκτρολόγησης. Τα φώτα του διαμερίσματος αναβοσβήνουν, ώρες είναι τώρα να κοπεί και το ηλεκτρικό, σκέφτομαι. Γράφω γρήγορα για να μην ακούω, να μη βλέπω, να μη φοβάμαι τις σκέψεις μου. Από αυτήν την άποψη το πλήκτρο που αναβοσβήνει με βοηθάει αφού αποσπά την προσοχή μου από τις λάμψεις που σαν πασχαλινά πυροτεχνήματα σκάνε στο παράθυρο. Γι’ αυτό χτυπώ με δύναμη τα πλήκτρα. Τα χέρια μου έχουν ήδη αρχίσει να πονάνε".
Σταμάτησε για λίγο να γράφει κι επιτέλους με είδε! Είδε πως εγώ είμαι που της γνέφω τόση ώρα, εγώ το reset. Στάθηκε απορημένη αφού δεν θυμόταν να υπάρχει στον υπολογιστή της τέτοιο πλήκτρο και μάλιστα στη θέση του escape! Δεν κατάφερα να την ξεγελάσω, κατάφερα όμως να την προβληματίσω. Όχι αγάπη μου δεν έχει διαφυγή, εδώ θα τ’ αντιμετωπίσεις όλα, εδώ θα τα διορθώσεις όλα, εδώ θα τα πάρεις όλα απ’ την αρχή. Με λένε reset και είμαι καλά. Συνέχισε να γράφει εξακολουθώντας να με αγνοεί αλλά τώρα πια είχε αντιληφθεί την ύπαρξή μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου