Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

Η Επέτειος

René Magritte, Kissing
Αγόρασε για τον εαυτό του μια ελπίδα και για εκείνην μια ψευδαίσθηση.

Ήταν σίγουρος πως εκείνη θ' αγόραζε και για τους δυο τους από μια βεβαιότητα.

Χωρίς δικαίωμα αλλαγής τα δικά του, ελπίζοντας με δικαίωμα αλλαγής τα δικά της. 

Αλήθεια τί θα γιόρταζαν; Την αρχή μιάς περιπέτειας ή το τέλος μιάς διαδρομής;

Περπατούσε και σκεφτόταν...
Βεβαιότητα! Πόσο αφελής είσαι καλή μου. Πόσο λίγο μας ξέρεις. Και πώς άλλωστε να μας ξέρεις περισσότερο; Δεν έχεις γνωρίσει και πολλούς. Πιο συγκεκριμένα έναν και φαρμακερό. Εμένα. Με είδες, με ερωτεύθηκες, με συνήθισες. Συγγενείς "πρώτου βαθμού" τώρα πια. Δεν ενδιαφέρθηκες γι' άλλον. Έτσι τουλάχιστον νομίζω... δεν είμαι καθόλου βέβαιος όμως. Αλλά μπορώ να φανταστώ τις ...επιφυλάξεις σου. Δεν είναι που μ' αγαπάς. Είναι ...πού να τρέχεις; Να γνωρίσεις άλλον... να τον ξεψαχνίσεις... να δεις αν σου κάνει... αν σου ταιριάζει... αν τηρεί τις προδιαγραφές σου... αν καλύπτει τις ανάγκες σου... αν επιβεβαιώνει τον εγωισμό σου... αν παγιώνει το "φαίνεσθαι" που από μικρή σ' έμαθαν να υπολογίζεις περισσότερο από αυτό που μένει τελικά στην καρδιά σου. Να κρύβεσαι στην αρχή, να παρουσιάζεσαι σιγά σιγά... να ξεγελάς άθελά σου... ώστε... να συνηθίσει ο καινούργιος πρώτα το ένα μετά το άλλο ώσπου να σε συνηθίσει ολόκληρη με τα καλά και τα στραβά σου και να μη θέλει ούτε αυτός να ...τρέχει. Όπως νομίζεις πως κάνω κι εγώ. Νομίζεις όμως.
Γιατί εγώ δυνάμεις μαζεύω, τα κουράγια μου μετράω, τις αντοχές μου.


Αυτά σκεφτόταν κουνώντας πέρα δώθε τα δύο δέματα με τα δώρα για την επέτειό τους. Δεν είχε σημασία τί περιείχε το κάθε κουτί. Σημασία είχε η ...σημασία του. Σκυφτός προχωρούσε, είχε βαρεθεί, είχε κουραστεί... αυτή ήταν η μόνη βεβαιότητα στο κάδρο της κοινής ζωής τους αλλά αυτήν την "σε-συσκευασία-δώρου-βεβαιότητα" εκείνη δεν θα την έβρισκε διαθέσιμη σε καμία αγορά. Αυτό το "δώρο" δεν θα το έβλεπε σε καμία βιτρίνα. Δεν ήταν "κάτι" που το αποκτά κανείς με χρήματα. Αυτό το "πακέτο" το βρίσκει κανείς μέσα του, αν κοιτάξει με ειλικρίνεια, χωρίς αυταπάτες κι αυτό το δώρο της αυτογνωσίας και της επίγνωσης οφείλει να το κάνει κανείς πρωτίστως στον ίδιο τον εαυτό του.

Όσο για εκείνον... στην εκκίνηση βρισκόταν (ξανά) για το άλλο, το διαφορετικό, το αδοκίμαστο, το απ' αλλού φερμένο όμως δεν το είχε συνειδητοποιήσει ακόμα τελείως ούτε φυσικά είχε την παραμικρή ιδέα αν θα το άντεχε. Το προσπάθησε μία, θα το προσπαθήσει ξανά. Το ένιωσε μια, θέλει να το ξανανιώσει, να το αντέξει αυτή τη φορά και να γεμίσει το κενό που άφησε ο θόρυβος των προσδοκιών που απέβησαν άκαρπες.

Αλλά εκείνος ήξερε πως το πραγματικό δώρο βρισκόταν καλά κρυμμένο μυστικό στην καρδιά του και δεν ήταν για εκείνην.

"Δώρο που ποτέ δεν θα δοθεί
Με την απόφαση παρμένη
προτού το αγκαλιάσει στοργικά το περιτύλιγμα
Πάρε την κορδέλα
που ξέχασα να τυλίξω γύρω στο σώμα μου
Πάρε το φιογκάκι που φτωχό
έμεινε να κοιτάζει τον ουρανό
ΗΤΑΝ υπέροχο, μοναδικό, ανεπανάληπτο
κι όμως..."

Μία και μόνη βεβαιότητα θα 'πρεπε να έχει εκείνη, ότι η "επέτειος" θα είχε διαφορετική σημασία για τον καθένα τους. Όμως εκείνη με τα δώρα της θα συμβόλιζε τη σιγουριά πως όλα ήταν θεσπέσια στη ζωή τους. Είπαμε... πού να τρέχει; Άντε φτου κι απ' την αρχή; Όχι... όχι δεν ήταν για εκείνην.

Εκείνος ...
...όμορφος, δωρικός... ο αγαπημένος της. Δεν είχε πολλές ανάγκες, της αρκούσε που υπήρχε εκείνος, ο καλός της. Της αρκούσε που υπήρχε ένας καλός της γενικά, ένα σημείο αναφοράς. Αλλά άστην αυτήν. Αυτός είναι το θέμα...
...που...
 ...έπλεε σε μια θάλασσα ελπίδας.

Το σώμα του σαν υπαρξιακή κιβωτός, έκρυβε μέσα του όνειρα κι επιθυμίες για μια άλλη ζωή. Διαφορετική... πιο δική του. Είχε φορτωθεί πολλά. Είχε κάνει το χρέος του. Και τώρα πίστευε πως είχε έρθει η σειρά του. Κολυμπούσε αργά, νωχελικά για να μην κουραστεί αφού δεν ήξερε τελικά πού θα τον βγάλει. Πού και πού σήκωνε το κεφάλι για να δει αν φαίνεται στεριά, νησί, βράχος, ξέρα, κάτι σταθερό, κάτι στέρεο. Όχι, ακόμη δεν φαινόταν τίποτα. Δεν είχε έρθει η ώρα για ένα δικό του σημείο αναφοράς. Να δει και να μετρήσει την απόσταση, τις αντοχές του, το πείσμα του.

Κι αυτό ακριβώς είναι η ελπίδα. Το ακαθόριστο, το ασαφές, το ονειρικό, συμπυκνωμένο σε μερικά γράμματα της αλφαβήτου. Μακάρι να μπορούσε να είναι ειλικρινής αλλά δεν ήταν. Δεν είχε καν συνειδητοποιήσει την κατάστασή του. Δεν ήξερε τί ήταν αυτό που τον έκανε ν' αναρωτιέται... επέτειος... τίνος γεγονότος; Επέτειος της αρχής ή επέτειος του τέλους που προηγήθηκε; Κι ακόμη περισσότερο δεν είχε καταλάβει πως ήδη είχε δώσει την απάντηση. Επέτειος, όχι γιορτή. Επέτειος της πόρτας που έκλεισε, μισοέκλεισε για την ακρίβεια ώστε να μπορεί κάθε στιγμή να στρέφει το κεφάλι και να αφήνει το βλέμμα του να κάνει το ταξίδι στο παρελθόν. Το κουτί που περιείχε το δώρο του για εκείνην, το κουτί με την ψευδαίσθηση, ήταν μεγαλύτερο από αυτό που περιείχε τη δική του ελπίδα. Δεν είχε πια κάτι άλλο να της προσφέρει γι' αυτό φρόντισε τουλάχιστον να είναι μεγάλη η ψευδαίσθηση αυτή.
Ηχηρή σαν στάχτη στα μάτια.


Τί κουταμάρα μ' αυτές τις επετείους, σκεφτόταν. Κάποιοι άνθρωποι συμμετέχουν σ' ένα γεγονός κάποια χρονική στιγμή. Κι από τότε και κάθε χρόνο οι άνθρωποι αυτοί, που ωστόσο είναι διαφορετικοί πια, "θυμούνται" το παρελθόν ενώ βιώνουν ένα διαφορετικό παρόν που τους οδηγεί σ' ένα αβέβαιο μέλλον. Και ξανά και ξανά και κάθε φορά οι ίδιοι διαφορετικοί άνθρωποι κοροϊδεύουν τον εαυτό τους μέσα στο χρόνο και στο χώρο προσποιούμενοι πως δεν βλέπουν ότι τίποτε δεν είναι το ίδιο ή τουλάχιστον το ίδιο σημαντικό. Επέτειος μιας ζωής που "έληξε" ή επέτειος μιας νέας ζωής που "άρχισε"; Όπως και να 'χει δεν θα μπορούσε παρά να είναι μια επέτειος θλιβερή αφού το νέο έχει πια παλιώσει κι ο ίδιος ξανασήκωσε το κεφάλι του αναζητώντας για μια φορά ακόμη το σημείο αναφοράς του...

...ένα έδαφος συμπαγές και προσπελάσιμο...

Στ' αυτιά του έφτασε εκκωφαντικά πολυεπίπεδη η ηχώ της φωνής της καρδιάς του...
τρέξε... φύγε να σωθείς... ν' αλλάξεις... να ζήσεις...
γιατί...
δεύτερη ζωή δεν έχει.


ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ... https://www.youtube.com/watch?v=ZbX0AKHPDPA

Εδώ στου δρόμου τα μισά
έφτασε η ώρα να το πω
άλλα είναι εκείνα που αγαπώ
γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα.

Στ’ αληθινά στα ψεύτικα
το λέω και τ’ ομολογώ.
Σαν να 'μουν άλλος κι όχι εγώ
μες στη ζωή πορεύτηκα.

Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν το κυνηγά,
πάντα πάντα θα `ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.

              ΟΔΥΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ


Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

Αξίες σε κρίση. Ζευγάρια στην "κρίση".

Oscar Kokoschka
Δεν είναι μόνο τα οικονομικά προβλήματα που σαν το σαράκι τρώνε την ύπαρξή μας. Δεν είναι μόνο η ανασφάλεια που σαν τρωκτικό ροκανίζει τις αντοχές μας. Δεν είναι μόνο ο φόβος που σαν το λιονταρίσιο βλέμμα παραλύει τους μυώνες μας. Δεν είναι μόνο η αγωνία από την ιλιγγιώδη τροχιά των σκέψεών μας που τρελαίνει το μυαλό μας. Δεν είναι μόνο το άγχος που διαλύει το σαρκίο μας κι ούτε καν εις τα εξ ων συνετέθη. Δεν είναι καν ο θυμός... η οργή. Πάνω απ' όλα αυτά... τουλάχιστον για μένα είναι η απορία. Γιατί; Δεν ρωτώ γιατί όλα αυτά. Το γνωρίζω πια καλά. Ρωτώ γιατί τα δεχόμαστε όλα αυτά. Καμία εξήγηση δεν μου είναι πια αρκετή. Είτε με επιστημονικούς όρους δοθεί αυτή η εξήγηση είτε με ψυχολογικές ερμηνείες είτε μυρίζοντας τα δάχτυλά μας. Μπορώ ν' απαριθμήσω εκατό λόγους. Ισχύουν και οι 100 και πάντα θα υπάρχουν νέες ερωτήσεις πάνω στις δοθείσες απαντήσεις. Θα υπάρχουν νέες απορίες στα υποτιθέμενα ήδη απαντηθέντα ερωτήματα. Και πάντα θα μένουν αναπάντητα ερωτηματικά. Ολόκληρα τμήματα της συμπεριφοράς εκατομμυρίων ανθρώπων που είναι εντελώς άνευρα... χωρίς ελπίδα να δημιουργηθούν νέες συνάψεις άρα πιθανότητα απόκτησης αίσθησης, ολόκληρες αποικίες κυττάρων χωρίς αίμα, κενά μοριακής δομής, χωρίς ζωή.

Τα τελευταία τρία χρόνια όλο και πιο συχνά ακούω από ανθρώπους που ζουν μαζί, ως ζευγάρια, την ζοφερή αφήγηση για τις "αιτίες" που τους αναγκάζουν να παραμένουν ακόμη "μαζί". Βάζω τη λέξη "μαζί" σε εισαγωγικά αυτή τη φορά. Μέσα σε αυτά τα σπαρακτικά σημεία στίξης που προσδίδουν στη λέξη, την οποία άλλοτε αγκαλιάζουν κι άλλοτε σφίγγουν θανάσιμα, πολλαπλάσια νοήματα απ' όσα η ίδια η λέξη αντέχει να σηκώσει το βάρος τους.

Συγκατοικούν χωρίς να ζουν, συζούν χωρίς να μοιράζονται τίποτε περισσότερο παρά ευθύνες και έξοδα. Μετατρέπουν τους εαυτούς τους σε οιονεί ανθρώπους, λίγο πάνω από ζόμπι, αρκετά κάτω από όντα. Φιγούρες. Απλώς φιγούρες χαμένες σε λογαριασμούς, οικονομικούς προγραμματισμούς για τα ανήλικα μέλη της οικογένειάς τους, προϋπολογισμούς και υπολογισμούς για διαστήματα όχι μεγαλύτερα του ενός μηνός. Ίσως δύο ή και τρεις. Το πολύ. Λες και πέθανε το αύριο αφού το χθες μοιάζει τόσο μακρινό τώρα πια, αφού το παρόν δεν είναι τίποτε άλλο από ένα δυσβάσταχτο μαρτύριο που τίποτε δεν μπορεί να το κάνει υποφερτό.

Το ένα δάνειο, το άλλο δάνειο, το σχολείο, το φροντιστήριο. Δόσεις που δεν εξυπηρετούνται, υποχρεώσεις που δεν καλύπτονται, ζωές που δεν βιώνονται. Κι αν υπάρχει δουλειά, πάλι καλά. Αν δεν υπάρχει... τουλάχιστον γλιτώνουν τους υπολογισμούς για το πώς κι αν θα βγάλουν τον μήνα. Σ' αυτή την περίπτωση ο μήνας, αν βγει, βγαίνει από μόνος του σαν από θαύμα. Κοινή επαγγελματική ζωή... πιο εύκολα διαχωρίζεις την "άλλη" παρά αυτήν. Κοινά βήματα από κοινές αποφάσεις που πάρθηκαν σε άλλες συνθήκες με άλλες προϋποθέσεις και άλλα όνειρα. Πώς να την κόψεις και αυτήν στη μέση. Κι αν όχι στη μέση σε τί ποσοστό; Χαμένοι στα ποσοστά άνθρωποι που κάποτε αγαπήθηκαν. Πώς να ξαναρχίσουν; Άστο... καλύτερα μαζί έστω και "μαζί".

Σε εποχές προ "κρίσης" κάποια από αυτά τα ζευγάρια ίσως αποφάσιζαν να τραβήξουν, ο καθένας χωριστά, το δρόμο της ζωής τους. Θα ρύθμιζαν τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες τους απέναντι στα παιδιά - αν υπήρχαν. Αν δεν είχαν προλάβει εν τω μεταξύ να δημιουργήσουν οικογένεια, τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα. Μια δεύτερη ευκαιρία, μια δεύτερη ζωή θα περίμενε και τους δύο. Καλύτερη; Χειρότερη; Όταν ξεκινάς το καινούργιο ταξίδι δεν ξέρεις. Μόνο ελπίζεις και χτίζεις σε άλλες βάσεις με άλλες προϋποθέσεις, διορθώνοντας λάθη, σβήνοντας και ξαναγράφοντας τα θέλω και τις επιθυμίες σου. Σχεδιάζοντας από την αρχή τον χάρτη της διαδρομής σου, δημιουργώντας ή συμπληρώνοντας το σύστημα αξιών σου. Ή απλώς ακολουθώντας το ένστικτό σου κι όπου βγει. Θα ζήσεις πιο όμορφα; Πιο άσχημα; Δεν το ξέρεις αλλά αν δεν κάνεις το βήμα δεν θα το μάθεις ποτέ.

Καθώς αραδιάζω τις σκέψεις μου στο ψηφιακό μου χαρτί πιάνω τον εαυτό μου να διαφωνεί με το χέρι μου καθώς πληκτρολογεί τη λέξη "κρίση". Η κρίση, η όποια κρίση, έξω από τα εισαγωγικά, είναι μια λέξη με βαρύ νόημα βεβαίως. Αλλά το νόημα αυτό στο ακροτελεύτιο τμήμα του σηματοδοτεί ένα τέλος, μια έξοδο. Προς κάπου. Αν δεν φτάσεις εκεί δεν ξέρεις πού οδηγεί η έξοδος αυτή αλλά πάντως έξοδος υπάρχει. Σε κάτι καλύτερο; Σε κάτι χειρότερο; Αυτή είναι η μοίρα του ανθρώπου να μην μπορεί ποτέ ν' απαντήσει με σιγουριά στο πρώτο ή το δεύτερο ερώτημα. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να χρησιμοποιεί την στατιστική ή το ένστικτο ή την εμπειρία για να εικάσει, μια διαδικασία που εν συντομία και κατ' ευφημισμόν αλλά και για να νιώσει ένα κάποιο δέος απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό την ονομάζει "πρόβλεψη". Πρόβλεψη βέβαια δεν είναι. Είναι επιθυμία κι ευχή με μπόλικη προσπάθεια και ακόμη περισσότερες ψευδαισθήσεις ότι θα τα καταφέρει. Αλλά έστω κι έτσι. Μια κάποια έξοδος είναι κι αυτή. Έστω με μια μικρή πρόθεση μπροστά της. Δηλαδή διέξοδος. Έστω. Αυτό όμως που βιώνουμε δεν είναι πια κρίση. Δεν είναι πια καν "κρίση". Είναι η ζωή μας τώρα πια. Και πρέπει να τη ζήσουμε είτε μας αρέσει είτε όχι.

Πάνω σε αυτόν τον καμβά καλούνται οι άνθρωποι να κεντήσουν τη νέα τους ζωή. Με ελπίδα ή χωρίς. Με τόλμη ή χωρίς. Με γενναιότητα ή χωρίς. Με αποφασιστικότητα ή χωρίς. Με αγώνα ή χωρίς. Με συμβιβασμό ή συνειδητή αποδοχή. Με παραίτηση ή σκληρή πάλη. Με απομόνωση ή κοινωνική συμμετοχή.

Αλλά...
Όταν οι άνθρωποι δεν τολμούν λόγω "κρίσης" να ανατρέψουν τα κακώς κείμενα στην προσωπική τους ζωή, πώς μπορούμε να περιμένουμε συμμετοχή τους στο ευρύτερο κοινωνικό γίγνεσθαι μιας συνολικότερης ανατροπής; Όταν από αδυναμία/δειλία τους αδυνατούν να βρουν έναν - έστω και στενό - "δρόμο" διόρθωσης/αναδιάρθρωσης κάποιων τμημάτων της ολοένα συρρικνούμενης κοινής τους ζωής πώς μπορούμε να ελπίζουμε ότι είναι σε θέση να προσφέρουν δυνάμεις στην διαδικασία της ρήξης με το σάπιο κοινωνικό οικοδόμημα και στην δημιουργία ενός νέου κοινωνικού ιστού στη θέση του διάτρητου και κατεστραμμένου παλαιού; Αδυνατώ ν' απαντήσω.

Δεν θα ήθελα να νομίσετε ότι εγώ που τα γράφω αυτά είμαι υπεράνω και δεν τα κατανοώ. Αν βρισκόμουν σε παρόμοια κατάσταση το πιο πιθανόν να μην ήμουν ούτε κι εγώ περήφανη για τις επιλογές μου. Ίσως ν' αντιδρούσα κι εγώ ως άνθρωπος της κρίσης με αξίες σε κρίση. Δηλαδή ίσως να μην αντιδρούσα καθόλου. Αλλά είπα να πω μια κουβέντα παραπάνω βρε αδελφέ.

Κάποιοι συνηθίζουν να λένε "γράφω όπως σκέφτομαι". Εγώ ανάποδη ως συνήθως λέω "σκέφτομαι όπως γράφω".

Το παράπονο https://www.youtube.com/watch?v=ZbX0AKHPDPA