Σήμερα θα φτιάξω αστακομακαρονάδα. Επειδή όμως έχω αλεργία στα οστρακοσκληρομαλάκια θα τη φτιάξω χωρίς αστακό.
Λοιπόν κοιτάξτε πώς θα τη φτιάξω. Θα βράσω νεράκι με τον ίδιο τρόπο που θα το έβραζα αν είχα αστακό. Εδώ που τα λέμε το νερό ό,τι κι αν του βάλεις μέσα, ακόμα κι αν δεν του βάλεις τίποτε απολύτως με τον ίδιο τρόπο θα βράσει. Θ' ανεβάσει τη θερμοκρασία του (με την προϋπόθεση να βρεθεί πάνω σε μια θερμική εστία, κεραμική, από βακελίτη ή με φλόγα) και σε κάποια στιγμή θ' αρχίσει να κάνει μπουρμπουλήθρες. Αυτό το λένε κόχλασμα. Σ' αυτήν ακριβώς τη στιγμή θα πετούσα μέσα τον αστακό. Αν είχα....
Καθώς όμως πληκτρολογώ αυτές τις λεξούλες συνειδητοποιώ ότι μάλλον δεν πρόκειται για αλεργία, αλλά για σύνδρομο. Το σύνδρομο της άρνησης να φάω κάτι που έπεσε ζωντανό (όχι από μόνο του, καταλάθος, από ατύχημα δηλαδή) μέσα σε καυτό νερό προκειμένου να γίνει τροφή.
Τώρα θα μου πείτε ζωντανό δεν είναι το κοτοπουλάκι, το αρνάκι, το κατσικάκι, το μοσχαράκι ακριβώς ένα δευτερόλεπτο πριν τα σφάξουν;; Ζωντανό δεν είναι το ψαράκι όταν μπαίνει στις ψαροκασελίτσες για να ταξιδέψει για την αγορά και μετά για το στομάχι μας;; Δεν σας έχει τύχει στη διάρκεια των διακοπών σας να δείτε ψαράκι με μεγάλη θέληση για ζωή να ξεπετάγεται από την υπόλοιπη ψαριά;; Τσουπ τσουπ πηδάει το καημένο πάνω από τους πεθαμένους ήδη συντρόφους του προτού καν μαζευτούν από τα δίχτυα.
Είναι το ίδιο αλλά και δεν είναι. Ή εν πάσει περιπτώσει δεν μπορώ τώρα να το δω ίδιο αφενός επειδή πεινάω κι αφετέρου επειδή δεν είμαι έτοιμη ν' απαρνηθώ την τροφή από κρέας (ή ψάρι).
Βλέπετε πώς το θέτω;; Δεν λέω τη λέξη "χορτοφάγος" αφού αυτό σημαίνει ότι κάποιος τρέφεται αποκλειστικά με χορταροσαλατικά και φρούτα νωπά ή ξερά. Ο άλλος, ο μούφα χορτοφάγος, αυτός δηλαδή που δεν τρώει κρέας αλλά τρώει μόνο τα παράγωγά του, κανονικά θα 'πρεπε να λέγεται μη κρεατοφάγος. Αλλά για κάποιον λόγο που αυτή τη στιγμή αγνοώ αλλά και αυτή τη στιγμή δεν έχω διάθεση ν' αναζητήσω λέγεται και αυτός "χορτοφάγος".
Πραγματικός χορτοφάγος δεν θα γινόμουν ποτέ. Το θέλω το τυράκι μου, το γαλατάκι μου, το γιαουρτάκι μου. Από τον άλλον το μούφα χορτοφάγο, έχω θελήσει πολλές φορές να γίνω, κυρίως λίγο πριν και λίγο μετά το Πάσχα. Αλλά και πριν τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά όταν βλέπω εκείνα τα τρισχαριτωμένα γουρουνοπουλάκια κι αγριογουρουνοπουλάκια να κρέμονται από τα τσιγκέλια των κρεοπωλείων. Τα περασμένα Χριστούγεννα τέτοιο έψησα, το ομολογώ. Με αγκινάρες, κάστανα και μανιτάρια. Μούρλια έγινε. Βέβαια δεν το αγόρασα ολόκληρο (α πα πα δεν αντέχω το θέαμα), ούτε μισό (επίσης α πα πα ούτε αυτό το θέαμα αντέχω στο ταψί μου) αλλά ένα μπουτάκι μόνο του όσο να 'ναι σε ξεγελάει. Και το 'φτιαξα. Κατ' απαίτησιν των καλεσμένων μου. Που η μάνα τους δεν τους έμαθε ποτέ πως όταν είναι καλεσμένοι αφήνουν στη νοικοκυρά την ελευθερία να φτιάξει ό,τι γουστάρει, πως το τρώνε αγόγγυστα λέγοντας μπράβο και εύγε και γειά στα χέρια σας.
Τελοσπάντων αυτό είναι (μεταξύ άλλων) το σύνδρομο από το οποίο πάσχω και γι' αυτό έχω επινοήσει τρόπους να μαγειρεύω φαγάκια από τα οποία λείπει το κύριο συστατικό τους. Μύδια αχνιστά αλλά χωρίς μύδια. Γαρίδες σαγανάκι αλλά χωρίς γαρίδες. Μόνο καραβίδες στη σχάρα δεν έχω βρει τρόπο να φτιάχνω γιατί ακόμα δεν έχω βρει τρόπο να φάω μόνη της τη σχάρα χωρίς να καταστρέψω τα δόντια και το στομάχι μου.
Επίσης μου περνάει από το νου ότι ίσως (λέω ίσως) και να μην έχω λεφτά για αστακό αλλά ας μην το κάνουμε θέμα αυτό.
Επίσης μου περνάει και κάτι άλλο από το νου, ότι ίσως έχω ταυτίσει τον αστακό με μεγαλεία και με πλούτη και με κότερα, τα οποία όχι μόνο ποτέ δεν ζήλεψα αλλά τα απέφευγα όπως ο διάολος το λιβάνι. Αφού βεβαίως η "πλουτοκρατία" που λέει κι συντρόφισα Αλέκα, δεν μπορούσε να κατεβάσει μπουκιά, δεν μπορούσε να ρουφήξει αστακόποδο αν δεν είχε καλέσει πρώτη εμένα στην παρέα της. Αλλά δεν της την έκανα τη χάρη, το πήραν κι αυτοί απόφαση, τράβηξαν το δρόμο τους κι εγώ το δικό μου. Χωρίς καμία περίπτωση να συναντηθούμε ποτέ. Αφού αυτοί έχουν στη δούλεψή τους, στο τραπέζι τους και στο κρεβάτι τους ενίοτε, ενδιάμεσους, τους "αντ' αυτού" τους λεγόμενους. Ξέρετε εσείς, αυτούς που πολλές φορές τους λέμε και "κυβέρνηση".
.....
Θα βράσω που λέτε το νεράκι (τόση ποσότητα όση να σκέπαζε σχεδόν τον αστακό αν είχα αστακό) με το γνωστό, πανάρχαιο και δοκιμασμένο τρόπο, θα ρίξω μέσα τη ντοματούλα, το πιπεράκι και το δαφνόφυλο (κι εφόσον δεν έχω αστακό να μην ξεχάσω το αλάτι) κι αφού ενσωματωθούν τα υλικά μου κι ανακατωθούν καλά καλά χάρη στο βρασμό, θα ρίξω τα μακαρόνια. Αλ ντέντε τα θέλω. Το ζουμί που θα περισσέψει επειδή μάλλον δεν θα το ρουφήξουν τα μακαρονάκια μου θα το φυλάξω γι' άλλη φορά. Στην κατάψυξη.
Καλή όρεξη.
Λοιπόν κοιτάξτε πώς θα τη φτιάξω. Θα βράσω νεράκι με τον ίδιο τρόπο που θα το έβραζα αν είχα αστακό. Εδώ που τα λέμε το νερό ό,τι κι αν του βάλεις μέσα, ακόμα κι αν δεν του βάλεις τίποτε απολύτως με τον ίδιο τρόπο θα βράσει. Θ' ανεβάσει τη θερμοκρασία του (με την προϋπόθεση να βρεθεί πάνω σε μια θερμική εστία, κεραμική, από βακελίτη ή με φλόγα) και σε κάποια στιγμή θ' αρχίσει να κάνει μπουρμπουλήθρες. Αυτό το λένε κόχλασμα. Σ' αυτήν ακριβώς τη στιγμή θα πετούσα μέσα τον αστακό. Αν είχα....
Καθώς όμως πληκτρολογώ αυτές τις λεξούλες συνειδητοποιώ ότι μάλλον δεν πρόκειται για αλεργία, αλλά για σύνδρομο. Το σύνδρομο της άρνησης να φάω κάτι που έπεσε ζωντανό (όχι από μόνο του, καταλάθος, από ατύχημα δηλαδή) μέσα σε καυτό νερό προκειμένου να γίνει τροφή.
Τώρα θα μου πείτε ζωντανό δεν είναι το κοτοπουλάκι, το αρνάκι, το κατσικάκι, το μοσχαράκι ακριβώς ένα δευτερόλεπτο πριν τα σφάξουν;; Ζωντανό δεν είναι το ψαράκι όταν μπαίνει στις ψαροκασελίτσες για να ταξιδέψει για την αγορά και μετά για το στομάχι μας;; Δεν σας έχει τύχει στη διάρκεια των διακοπών σας να δείτε ψαράκι με μεγάλη θέληση για ζωή να ξεπετάγεται από την υπόλοιπη ψαριά;; Τσουπ τσουπ πηδάει το καημένο πάνω από τους πεθαμένους ήδη συντρόφους του προτού καν μαζευτούν από τα δίχτυα.
Είναι το ίδιο αλλά και δεν είναι. Ή εν πάσει περιπτώσει δεν μπορώ τώρα να το δω ίδιο αφενός επειδή πεινάω κι αφετέρου επειδή δεν είμαι έτοιμη ν' απαρνηθώ την τροφή από κρέας (ή ψάρι).
Βλέπετε πώς το θέτω;; Δεν λέω τη λέξη "χορτοφάγος" αφού αυτό σημαίνει ότι κάποιος τρέφεται αποκλειστικά με χορταροσαλατικά και φρούτα νωπά ή ξερά. Ο άλλος, ο μούφα χορτοφάγος, αυτός δηλαδή που δεν τρώει κρέας αλλά τρώει μόνο τα παράγωγά του, κανονικά θα 'πρεπε να λέγεται μη κρεατοφάγος. Αλλά για κάποιον λόγο που αυτή τη στιγμή αγνοώ αλλά και αυτή τη στιγμή δεν έχω διάθεση ν' αναζητήσω λέγεται και αυτός "χορτοφάγος".
Πραγματικός χορτοφάγος δεν θα γινόμουν ποτέ. Το θέλω το τυράκι μου, το γαλατάκι μου, το γιαουρτάκι μου. Από τον άλλον το μούφα χορτοφάγο, έχω θελήσει πολλές φορές να γίνω, κυρίως λίγο πριν και λίγο μετά το Πάσχα. Αλλά και πριν τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά όταν βλέπω εκείνα τα τρισχαριτωμένα γουρουνοπουλάκια κι αγριογουρουνοπουλάκια να κρέμονται από τα τσιγκέλια των κρεοπωλείων. Τα περασμένα Χριστούγεννα τέτοιο έψησα, το ομολογώ. Με αγκινάρες, κάστανα και μανιτάρια. Μούρλια έγινε. Βέβαια δεν το αγόρασα ολόκληρο (α πα πα δεν αντέχω το θέαμα), ούτε μισό (επίσης α πα πα ούτε αυτό το θέαμα αντέχω στο ταψί μου) αλλά ένα μπουτάκι μόνο του όσο να 'ναι σε ξεγελάει. Και το 'φτιαξα. Κατ' απαίτησιν των καλεσμένων μου. Που η μάνα τους δεν τους έμαθε ποτέ πως όταν είναι καλεσμένοι αφήνουν στη νοικοκυρά την ελευθερία να φτιάξει ό,τι γουστάρει, πως το τρώνε αγόγγυστα λέγοντας μπράβο και εύγε και γειά στα χέρια σας.
Τελοσπάντων αυτό είναι (μεταξύ άλλων) το σύνδρομο από το οποίο πάσχω και γι' αυτό έχω επινοήσει τρόπους να μαγειρεύω φαγάκια από τα οποία λείπει το κύριο συστατικό τους. Μύδια αχνιστά αλλά χωρίς μύδια. Γαρίδες σαγανάκι αλλά χωρίς γαρίδες. Μόνο καραβίδες στη σχάρα δεν έχω βρει τρόπο να φτιάχνω γιατί ακόμα δεν έχω βρει τρόπο να φάω μόνη της τη σχάρα χωρίς να καταστρέψω τα δόντια και το στομάχι μου.
Επίσης μου περνάει από το νου ότι ίσως (λέω ίσως) και να μην έχω λεφτά για αστακό αλλά ας μην το κάνουμε θέμα αυτό.
Επίσης μου περνάει και κάτι άλλο από το νου, ότι ίσως έχω ταυτίσει τον αστακό με μεγαλεία και με πλούτη και με κότερα, τα οποία όχι μόνο ποτέ δεν ζήλεψα αλλά τα απέφευγα όπως ο διάολος το λιβάνι. Αφού βεβαίως η "πλουτοκρατία" που λέει κι συντρόφισα Αλέκα, δεν μπορούσε να κατεβάσει μπουκιά, δεν μπορούσε να ρουφήξει αστακόποδο αν δεν είχε καλέσει πρώτη εμένα στην παρέα της. Αλλά δεν της την έκανα τη χάρη, το πήραν κι αυτοί απόφαση, τράβηξαν το δρόμο τους κι εγώ το δικό μου. Χωρίς καμία περίπτωση να συναντηθούμε ποτέ. Αφού αυτοί έχουν στη δούλεψή τους, στο τραπέζι τους και στο κρεβάτι τους ενίοτε, ενδιάμεσους, τους "αντ' αυτού" τους λεγόμενους. Ξέρετε εσείς, αυτούς που πολλές φορές τους λέμε και "κυβέρνηση".
.....
Θα βράσω που λέτε το νεράκι (τόση ποσότητα όση να σκέπαζε σχεδόν τον αστακό αν είχα αστακό) με το γνωστό, πανάρχαιο και δοκιμασμένο τρόπο, θα ρίξω μέσα τη ντοματούλα, το πιπεράκι και το δαφνόφυλο (κι εφόσον δεν έχω αστακό να μην ξεχάσω το αλάτι) κι αφού ενσωματωθούν τα υλικά μου κι ανακατωθούν καλά καλά χάρη στο βρασμό, θα ρίξω τα μακαρόνια. Αλ ντέντε τα θέλω. Το ζουμί που θα περισσέψει επειδή μάλλον δεν θα το ρουφήξουν τα μακαρονάκια μου θα το φυλάξω γι' άλλη φορά. Στην κατάψυξη.
Καλή όρεξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου