Κάνε οικονομία, έχουμε κρίση. Μην ξοδεύεις, έχουμε κρίση. Μάζευε λεφτά, έχουμε κρίση. Μην καταναλώνεις, έχουμε κρίση. Ψώνιζε φτηνά, έχουμε κρίση. Μην ψωνίζεις από αυτό το πολυκατάστημα που είναι "ξένο" αφού έχουμε κρίση. Ψώνιζε από το άλλο που είναι ελληνικό γιατί έχουμε κρίση. Μην ανάβεις καλοριφέρ, έχουμε κρίση. Μαγείρευε απλά, έχουμε κρίση. Μην τρως έξω, έχουμε κρίση. Μη βγαίνεις για ποτό, έχουμε κρίση. Μείνε κλεισμένος σπίτι να κλαις τη μοίρα σου, έχουμε κρίση. Μην κουνιέσαι... μην αναπνέεις... μη ζεις... ΚΑΝΕ τούτο... ΜΗΝ ΚΑΝΕΙΣ το άλλο...
Ααααααααααααααααααααα για σας πω... δεν έχετε καθόλου κρίση;
Τί σχέση έχουν όλα αυτά με την κρίση; Λοιπόν...
ΑΚΟΥ ΜΠΑΤΙΡΑΚΟ (να μαθαίνεις)...
Αν δεν έκανες ποτέ στη ζωή σου οικονομία αυτό που θα κάνεις τώρα είναι τσιγκουνιά. Αν κατανάλωνες αλόγιστα αυτό που θα κάνεις τώρα είναι μιζέρια. Αν δεν "αποταμίευες" ποτέ το μόνο που θα καταφέρεις τώρα (που δεν έχεις λεφτά) είναι να καμαρώνεις ένα βιβλιάριο ταμιευτηρίου τραπέζης tabula rasa ή έναν κουμπαρά που η ζωή του δεν είναι γραφτό ν' αποκτήσει περιεχόμενο. Αν το μότο "κράτα τα χέρια σου ζεστά την κεφαλή σου κρύα" δεν ήταν το φόρτε σου το μόνο που θα πάθεις τώρα είναι κρυοπαγήματα. Αν συνήθιζες να καταστρέφεις τον σολομό με σως σοκολάτας δεν θα μπορείς τώρα να μαγειρεύεις απλά, θα μαγειρεύεις άνοστα. Αν πάλι σου άρεσαν τα σινιέ και τα μαρκέ οι τωρινές στιλιστικές σου επιλογές θα είναι η αποθέωση του νεοκίτς. Αν προσπαθήσεις να υποβάλλεις τον εαυτό σου στη δοκιμασία της επιλογής καπιταλιστή με κριτήριο την καταγωγή του το μόνο που θα έχεις επιλέξει είναι εχθρικό στρατόπεδο ελληνικών αντί για "ξένων" συμφερόντων. Κι αν νομίζεις πως σε αφορά στο ελάχιστο ποιός θα εκμεταλλεύεται τον πλούτο της χώρας σου, το ξένο ή το ντόπιο κεφάλαιο κι ότι θα έχεις εσύ το παραμικρό όφελος από αυτό τότε... πράγματι, μην αναπνέεις... μη ζεις... κοιμήσου τον ύπνο του ανιδέου.
Η ζωή my friend δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο να συμμετέχεις σε αυτήν. Δεν ξέρω αν το έχεις αντιληφθεί αλλά η ζωή κι ο χρόνος κυλούν απιθάνως υπέροχα ακόμα και σ' αυτούς τους ζοφερούς καιρούς, είτε εμείς ακολουθούμε είτε όχι. Εγώ λοιπόν αντί γι' απαγορεύσεις ή προτροπές σου έχω κάτι καλύτερο: Μυρωδιές και/ή Γεύσεις. Γιατί και αυτές είναι το ταξίδι. Ταξίδι στο χθες αλλά και στο αύριο ανάλογα τη συνταγή. Αλλά πάντως ταξίδι στο χρόνο και στο χώρο.
Εγώ λοιπόν δεν ακούω πια προτροπές ακούω τις σκέψεις μου... και ψωνίζω περιεχόμενο κι όχι συσκευασία. Αγοράζω γεύσεις και μυρωδιές κι όχι αεροπορικά εισιτήρια. Το προϊόν που επιλέγω είναι τα μίλια που μου επιτρέπει αυτό να διανύσω. Αποστάσεις που εκμηδενίζονται, μετακινήσεις από το ένα μέρος στο άλλο σε τόσο χρόνο όσον χρειάζεται μια μυρωδιά να φύγει από ένα βαζάκι με μυρωδικά προς τα ενδότερά μου. Μέχρι να βρεθώ τελικά κάπου αλλού και να παραμείνω εκεί όση ώρα θα απλώνεται νωχελικά το κρέας μου στην μαρινάδα της επιλογής μου. Εξάλλου σας το έχω ξαναπεί, αν χρειαστεί "θα ταξιδεύω στις αναμνήσεις μου".
ΛΟΝΔΙΝΟ 1998.
Τί να σας πρωτοπώ για το Λονδίνο. Τί να πρωτοθυμηθώ για το Λονδίνο. Τί να πρωτοδιηγηθώ για το Λονδίνο. Λένε πως οι Άγγλοι δεν ξέρουν ν' αγαπούν, να ερωτεύονται, να λυπούνται, να κλαίνε, να θρηνούν. Λένε πως οι Άγγλοι δεν είναι ευγενικοί, ότι είναι ψυχροί κι απόμακροι. Λένε πως οι Άγγλοι δεν ξέρουν να τρώνε, να πίνουν, να ντύνονται. Εγώ όμως όσα χρόνια κι αν περάσουν θα θυμάμαι πως τίποτε απ' όλα τα παραπάνω δεν είναι οι Άγγλοι. Το μόνο που είναι διαφορετικοί, όπως όλοι μας. Και μοναδικοί, όπως όλοι μας. Ακόμη θυμάμαι πόσο έκλαψαν όταν σκοτώθηκε η Νταϊάνα. Δεν έκλαψαν για την αδικοχαμένη πριγκήπισσά τους ή τουλάχιστον δεν έκλαψαν μόνο γι' αυτήν, έκλαψαν για όλα. Για την ευτυχία που δεν βρήκαν, για τις ευκαιρίες που έχασαν, για την ζωή που τους έκλεψαν, για τον έρωτα που τους πρόδωσε, για την αγάπη που δεν συνάντησαν. Έκλαψαν για όσα δεν συνέβησαν και για όσα δεν είναι γραφτό να τους συμβούν. Οι Άγγλοι σε αγαπούν όταν σε ρωτούν αν σου αρέσει η πόλη τους, το τσάι που πίνεις ή τα αξιοθέατα που είδες. Σε ερωτεύονται όταν τους απαντήσεις, τους χαμογελάσεις, τους χαιρετήσεις. Οι Άγγλοι είναι δίπλα σου όταν δεν το περιμένεις για να σου εξηγήσουν με κάθε προθυμία και λεπτομέρεια πώς θα πας στον προορισμό σου χρησιμοποιώντας το Tube. Δεν ξέρω καθόλου και δεν μ' ενδιαφέρει αν "ξέρουν" να ντύνονται αλλά με βεβαιότητα μπορώ πια να πω ότι ξέρουν και να τρώνε και να πίνουν. Γιατί εγώ στο Λονδίνο ήπια τις ωραιότερες μπίρες της μέχρι τότε ζωής μου, γεύτηκα τον καλύτερο espresso ever κι έφαγα από τα νοστιμότερα φαγητά απ' όσα είχα φάει στα ταξίδια μου ...so far. Για το τσάι τους δεν το συζητώ. Ποικιλίες για κάθε χαρακτήρα και κάθε ταμπεραμέντο.
The Phantom of the Opera - Her Majesty's Theatre
http://www.youtube.com/watch?v=Ej1zMxbhOO0
Where all your fantasies, you always knew
That man and mystery lay both in you
And in this labyrinth where night is blind
The Phantom of the Opera is here inside your mind...
Λατρεμένη Christine Daaé από το "Φάντασμα" της Όπερας του Παρισιού. Μοναδική μουσική, απίστευτη παράσταση, υποψιασμένο κοινό ανωτάτου επιπέδου έδεναν με μια χορογραφημένη όσο κι αυθόρμητη αρμονία μοναδική μέσα στο υπέροχο θέατρο of Her Majesty's. Η ιστορία γνωστή, οι συνειρμοί διαφορετικοί για τον καθέναν από τους θεατές. Η ανθρώπινη αγωνία για το μυστήριο του προσώπου που κρύβεται πίσω από μια μάσκα ή μια "μάσκα", πάντοτε ελκυστική διαδικασία για το γοητευτικό μυστήριο ή την μυστηριώδη γοητεία. Κλείνεις τα μάτια, ακούς, ονειρεύεσαι, αναρωτιέσαι... Ποιές είναι αυτές οι δυνάμεις που βοηθούν ανθρώπους να επικοινωνούν ως τα μύχια της ύπαρξής τους ενώ δεν έχουν δει ο ένας το πρόσωπο του άλλου; Ποιές είναι οι ανεξερεύνητες ψυχικές διαδρομές που εκμηδενίζουν ή αγνοούν τις αποστάσεις και άνθρωποι, που δεν έχουν δει στην πραγματικότητα εκείνη τη ιδιαίτερη μυική σύσπαση ώστε να απολαύσουν εν τη γενέσει του ένα χαμόγελο, να μπορούν να ξέρουν τί αισθάνεται ο ένας για τον άλλον; Τί είναι αυτό που κάνει ανθρώπους που δεν έχουν συναντηθεί ποτέ να καταλαβαίνουν και να εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον; Πόσες πιθανότητες υπάρχουν σ' αυτή τη ζωή ώστε η φυσική παρουσία των ανθρώπων να μην είναι συνθήκη απαραίτητη για την μεταξύ τους επικοινωνία; Μία; Καμία; Και η αύρα όμως; Πώς θα δημιουργηθεί αυτή η αύρα που θα τους βοηθήσει να απαντήσουν στα υπαρξιακά ερωτήματα, να λύσουν διλήμματα, να εκφράσουν συναισθήματα κι επιθυμίες που να στηρίζονται στο υπαρκτό, στο ρεαλιστικό, στην υπέρβαση του ιδεατού, του άϋλου; Αυτή ακριβώς η αύρα, που έχει απαραίτητη προϋπόθεση οι άνθρωποι αυτοί να βρεθούν στο ίδιο σημείο του χωροχρονικού πλέγματος, είναι εκείνη που επιτρέπει να μπουν τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, την γήινη, την ανθρώπινη ή οποιαδήποτε άλλη. Αυτή η αύρα των ανθρώπων είναι που διαλύει σύννεφα, ξανοίγει γκρίζες ζώνες και οριοθετεί πιο σωστά τις κόκκινες γραμμές ή τις αφαιρεί τελείως. Συνεπώς η συνάντηση αποτελεί συνθήκη επαρκή κι άκρως αναγκαία ώστε να δώσει η φαντασίωση τη θέση της στο υλικό γίγνεσθαι. Κι ενώ οι ονειρικές καταστάσεις των ερωτημάτων και των σκέψεων διαδέχονταν η μία την άλλη, η μαγεία υποχωρεί, η αυλαία πέφτει προσωρινά. ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ. Το φανταστικό δίνει τη θέση του στην πραγματική ζωή και καθώς οι Άγγλοι δεν αφήνουν τίποτε στην τύχη του έτσι από πριν όχι μόνο είχαν φροντίσει να κάνουν "κράτηση" σε τραπεζάκι στο φουαγιέ ή στον πάγκο του μπαρ αλλά είχαν φροντίσει να δώσουν και την παραγγελία τους ώστε το ποτό ή το τσάι ήδη σερβιρισμένο να τους περιμένει υπομονετικά στη κρατημένη γι' αυτούς θέση. Εμείς αρκεστήκαμε σ' ένα μπουκάλι νερό, δεν εγκαταλείψαμε τις θέσεις μας αφού στη διάρκεια του διαλείμματος η παράσταση συνεχιζόταν inside our minds.
Hyde Park
Αν κάποιος έχει επισκεφθεί το Λονδίνο αλλά δεν έχει διασχίσει το Hyde Park μάλλον δεν έχει επισκεφθεί το Λονδίνο. Κι αν το ισχυριστεί, κανείς δεν θα τον πιστέψει. Το Hyde Park είναι ονειρεμένο την άνοιξη και το καλοκαίρι. Καθόλου ευχάριστο όμως τον χειμώνα που στο Λονδίνο ξεκινάει νωρίς. Το ομολογώ πως η βόλτα αυτή με δυσκόλεψε αφού το κρύο ήταν τσουχτερό και δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει το μαρτύριο της "απόδειξης" της επίσκεψής μου στο Λονδίνο. Περπατούσαμε γρήγορα, με καλυμμένα τα πρόσωπα, μόνο μάτια ξέσκεπα αλλά δεν έβλεπαν και πολλά, θόλωναν από τα δάκρυα που δημιουργούσε η παγωνιά. Προς το τέλος όμως ήρθε η αποζημίωση. Δεκάδες σκιουράκια που είτε υπήρχαν κι εμείς δεν τα είχαμε δει είτε σύχναζαν σ' εκείνη μόνο την περιοχή του πάρκου μας υποδέχθηκαν χαρωπά. Πλήρως εναρμονισμένα με το περιβάλλον, εξοικειωμένα με τους ανθρώπους δέχονταν από αυτούς ό,τι είχαν να τους προσφέρουν. "Μα τί μπορεί να έχω εγώ να τους δώσω" σκέφτηκα δυνατά κι ελληνικά και πήρα μια εξίσου δυνατή όσο κι ελληνική απάντηση "να, πάρε να τους δώσεις σοκολάτα"!!! Μα τρώνε τα σκιουράκια σοκολάτα; Αμ τρώνε, πώς δεν τρώνε. Άπλωσα κι εγώ τη χούφτα μου κι ήρθαν από μόνα τους, όρθια στα πισινά τους πόδια και πήραν τη σοκολάτα, την κράτησαν ανάμεσα στα μπροστινά ποδαράκια τους, σαν χεράκια τους, την μύρισαν κι αφού βεβαιώθηκαν ότι επρόκειτο για κάτι αβλαβές το οποίο είχαν ξαναφάει άρχισαν να το μασουλάνε!!! Όταν αργότερα διηγιόμουνα το περιστατικό σε φίλους αναφώνησαν "μα τάιζες τα τρωκτικά;" Το έλεγαν με αποστροφή που εγώ δεν κατανοούσα θεωρώντας πως αδικούνται τα σκιουράκια αλλά η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο και την πήρε για λογαριασμό τους - ή μάλλον την έφτιαξε - λίγα χρόνια αργότερα ο σεφούλης συγγενής τους, Γάλλος όμως αυτός, δημιουργώντας ένα πιάτο που ναι μεν ήταν κρύο αλλά ήταν και πεντανόστιμο και λεγόταν Ratatouille.
Convent Garden
Pub "Lamb and Flag" του 1700
Η αγγλική παράδοση διατηρείται αυτούσια σ' αυτήν την pub του 1700 που σερβίρει σπιτικό φαγητό. Κάποτε λεγόταν "Κουβάς με Αίμα" επειδή στον πάνω όροφο δίνονταν αγώνες πυγμαχίας. Όταν την επισκεφτήκαμε η ατμόσφαιρα κι όλο το feeling μας μετέφερε αμέσως στο παλιό Λονδίνο. Καθόλου τουριστική pub, εκεί μέσα έτρωγαν Άγγλοι το φαγητό τους μετά τα ψώνια τους, στο διάλειμμά τους, στη σχόλη τους. Μια θερμαινόμενη βιτρίνα μας τράβηξε κοντά της. Μέσα απλώνονταν φιλάρεσκα τα πέντε όλα κι όλα φαγητά περιμένοντας ανυπόμονα να διαλέξουμε ένα από αυτά. Ήμασταν τρεις άνθρωποι που όμως δεν θέλαμε απλώς να φάμε αλλά θέλαμε να γευτούμε και τα πέντε φαγητά. Καθώς όμως οι Άγγλοι δεν είναι καθόλου εξοικειωμένοι με το σύνηθες για εμάς something for the middle ήταν αδύνατον να συνεννοηθούμε και να εξηγήσουμε γιατί, ενώ ήμασταν τρεις, θέλαμε πέντε menu. Ο υπάλληλος πίσω από την βιτρίνα φώναξε τον διευθυντή ο οποίος παρέμεινε εξίσου απορημένος με την εμμονή μας σε αυτήν την παράδοξη γι' αυτούς παραγγελία προσπαθώντας να μας εξηγήσει, ως Άγγλος, to save our money ότι θα μας έφερναν πολύ περισσότερο φαγητό απ' όσο χρειαζόμασταν. Στο τέλος κι όσο δυσκόλευε η επικοινωνία μας αυτός απάντησε ως Αμερικάνος "just serve them whatever the fuck they want to eat". Όταν όμως ήρθε το φαγητό, σερβιρισμένο σε πέντε πιάτα μεγάλα σαν την Trafalgar square που περιλάμβαναν εκτός από τον Νέλσονα και τα λιοντάρια του κι όλη την Tate Gallery μαζί, καταλάβαμε πόσο δίκιο είχε ο χριστιανός. Τα δοκιμάσαμε όλα και φυσικά τα πιάτα παρέμειναν μισογεμάτα όταν πια ήρθε η ώρα να εγκαταλείψουμε την pub. Την ώρα που πληρώναμε ο διευθυντής μας είπε με νόημα "I told you so". Φύγαμε χορτάτοι αλλά όχι χορτασμένοι αφού δεν ήταν αυτό το ζητούμενο ενώ το υπέροχα μαγειρεμένο "κότσι" γέμισε την ύπαρξή μας ολάκερη όχι μόνο το στομάχι μας. Οι γεύσεις και οι μυρωδιές έκαναν πάρτι μέσα μας κι ανταγωνίζονταν η μία την άλλη ποιά θα μας πρωτοκυριεύσει και θα "καπαρώσει" το μνημονικό μας όπως άλλοτε οι πυγμάχοι αγωνίζονταν να κερδίσουν ο ένας τον άλλον.
The Plummer's
Χαρακτηριστικό μικρό εστιατόριο που μας τράβηξε η απλότητά του όσο και πάλι το γεγονός ότι μέσα έμπαιναν Άγγλοι κι όχι τουρίστες. Το εστιατόριο αυτό λίγα χρόνια μετά κάηκε, δεν ξέρω αν ξαναλειτούργησε έκτοτε. Η ώρα 7.30 μ.μ., τόσο νωρίς για εμάς, τόσο κανονικά γι' αυτούς. Κι αφού σχεδόν τίποτε "κανονικό" δεν σερβίρεται μετά τις 10.30 στο Λονδίνο είπαμε κι εμείς "what the fuck, let's eat". Οι Άγγλοι κάπνιζαν αλλά αρνούνταν να γίνουν δέσμιοι αυτής της βλαβερής συνήθειας και να την κουβαλούν σαν αρρώστια παντού. Η μόνη συνήθεια στην οποία παραδίδονται αμαχητί είναι το απογευματινό τους τσάι. Από τότε σε όλα τα καταστήματα εστίασης απαγορευόταν το κάπνισμα ωστόσο σε πολλά απ' αυτά υπήρχαν χώροι, στο βάθος συνήθως, για τους χαρμάνηδες. Εμείς όμως προτιμήσαμε ένα μοναχικό μικρό τραπέζι πλάι στην τζαμαρία του εστιατορίου απ' όπου μπορούσαμε να παρακολουθούμε τη ζωή έξω στο δρόμο και στο πεζοδρόμιο που διαδραματιζόταν αγνοώντας επιδεικτικά το γεγονός πως κάποιοι την κατέγραφαν. Όταν μας έφεραν τον κατάλογο με το φαγητό δεν κατάλαβα τίποτε. Τον έκλεισα απελπισμένη και φοβισμένη ότι μάλλον θα μείνω νηστική ενώ ταυτόχρονα άρχισα να περιεργάζομαι τί τρώνε οι διπλανοί μου. Μόλις εντόπισα κάτι ενδιαφέρον στην όψη και αρνούμενη να μπλέξω σε ακαταλαβίστικες συζητήσεις σχετικά με το περιεχόμενό του, το παρήγγειλα φροντίζοντας ωστόσο να αποσπάσω την υπόσχεση της σερβιτόρας πως δεν περιέχει σκόρδο: "no garlic at all madam". Αυτό που ήρθε ήταν μη αναμενόμενο... "beyond any expectation" που λένε. Μικρό πήλινο σκεύος με το φαγητό προστατευμένο μέσα σε πουγκί πεντανόστιμης ζύμης καπακωμένης με λιωμένο αχνιστό τυρί. Άρχισα να δημιουργώ διόδους διαφυγής της εξαίσιας μυρωδιάς του, τρώγοντας φυσικά τα ανοίγματα που δημιουργούσα. Μέσα από αυτό το σκεύος ξεχύθηκαν απίστευτα αρώματα που με μέθυσαν προτού καν φέρω το πιρούνι στο στόμα μου. Καραμελωμένα, υπέροχα μικρά κομμάτια μοσχαριού, "λουκούμια", πάνω σε μικρές ροδοψημένες πατατούλες. Προσπάθησα και τα κατάφερα ν' απομονώσω τα μυρωδικά. Parsley, Sage, Rosemary and Thyme κατευθείαν από το Scarborough Fair των Simon and Garfunkel. Ωστόσο υπήρχε κάτι καθοριστικό που μου ξέφευγε. Αποφάσισα να φανώ τολμηρή και να ρωτήσω τη σερβιτόρα η οποία με μεγάλη προθυμία και προφορά τουλάχιστον Οξφόρδης μου απαρίθμησε τα συστατικά ένα προς ένα. Ναι... δεν είχα πέσει έξω... εκτός... Στο τέλος πια μου είπε την μαγική λέξη "...and Worcester sauce"!! Αυτή λοιπόν ήταν η μυρωδιά/γεύση που συνόδευε τα περισσότερα κρεατικά που γεύτηκα στο Λονδίνο, συνόδευε όμως κι εμένα σ' όλη τη διάρκεια της παραμονής μου εκεί όπως κι αργότερα αφού πια είχα ήδη επιστρέψει στην μητέρα πατρίδα. Αυτή λοιπόν η "αρωματική συνοδεία" κλεισμένη ερμητικά μέσα σ' ένα μικρό μπουκάλι, απολύτως τακτοποιημένη ανάμεσα σε άλλες, αφθονεί στα ελληνικά σούπερ μάρκετ και αρκούν μερικές σταγόνες από αυτήν για να με ταξιδέψουν στο Λονδίνο ξανά και ξανά.
Σε μια πόλη...
...τόσο διαφορετικά ίδια κάθε φορά και τόσο πανομοιότυπα διαφορετική ώστε να μην πλήττεις ποτέ όσες φορές κι αν την επισκεφθείς.
Σε μια πόλη...
... τόσο φωτεινά μουντή αλλά και τόσο συγκρατημένα μεγαλόπρεπη, φιλόξενη και τολμηρή όσο μετριόφρων και ταπεινή μέσα στην απεραντοσύνη της.
Σε μια πόλη...
... στην οποία φθάνω σε απειροελάχιστο χρόνο απλώς και μόνο μαρινάροντας το φαγητό μου.
Γιατί το Λονδίνο εκπέμπει παντού sauce... Worcester sauce...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου