Έφτασε φουριόζα και κλείστηκε στο γραφείο της. Είχε ήδη αργήσει. Ευτυχώς ο ...άλλος έλειπε. Αυτό ήταν παραπάνω από φανερό ήδη από το ισόγειο. Υπήρχε ησυχία. Αν ήταν αυτός ο ...άλλος επάνω θ' ακουγόταν μέχρι κάτω. Δεν άντεχε πλέον. Τα νεύρα της είχαν σπάσει. Τί άνθρωπος θέ μου. Τον βλέπεις και δεν σου πάει ο νους πως πρόκειται για τέτοιο στριμάδι. Δεν σου γεμίζει το μάτι ρε παιδί μου, σκεφτόταν συχνά πυκνά. Μάλλον την είχε ψιλοπατήσει. Αλλά δε βαριέσαι. Τί αυτός, τί άλλος...
Ήταν σα να διάβαζα τις σκέψεις της.
Ας ήταν όμως στριμάδι αυτός, ας ήταν φωνακλάς. Ήταν δωρικός. Κι αυτή δεν του ταίριαζε ρε παιδί μου. Σε τίποτα. Ούτε στο μυαλό του, ούτε στο τσαγανό του, ούτε στην πυγμή του, ούτε στη στριμάρα του, ούτε σε εμφάνιση δεν του ταίριαζε. Παρότι το τελευταίο για μένα προσωπικά δεν παίζει και σπουδαίο ρόλο. Αλλά κάποια συνάφεια καλό είναι να υπάρχει για το "καλό" του ίδιου του ζευγαριού. Να μην είναι δηλαδή σαν καρικατούρα ή σαν γελοιογραφία. Πιο πολύ έμοιαζε για αδελφή του παρά για γυναίκα του. Και μάλιστα για αδελφή μεγαλύτερη ενώ ήταν μικρότερη. Θέλεις το επαρχιώτικο γούστο της, θέλεις η μπανάλ αισθητική της, θέλεις η κουτσή "παιδεία" της που πιο πολύ εκπαίδευση ήταν για ν' ασκεί το συγκεκριμένο επάγγελμα, θέλεις οι κιτσάτες ντόπιες συναναστροφές; Απ' όπου και να το πιάσεις δεν κόλλαγε. Πρωινάδικα, μεσημεριανάδικα, ψιλοκατινιές, ασχετοσύνη για τα "μεγάλα" με τα οποία καταπιανότανε ο ...άλλος.
Δεν είναι που δεν τον αγαπούσε. Είναι που δεν την αγαπούσε πια αυτός. Ισχυριζότανε - αυτός - πως με τα χρόνια ο ...γάμος εξασθενεί και διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη. Δηλαδή σε δύο άτομα που εντέλει δεν γνωρίζονται, αλλά κάποτε νόμισαν πως μπορούν να κάνουν μαζί το ταξίδι της ζωής τους. Κολοκύθια. Αυτή το ονόμαζε νέτα - σκέτα "γάμος". Αυτός έβαζε και περικοκλάδες "ναι μεν... αλλά" και άλλα κουραφέξαλα. Δικαιολογίες έψαχνε και προφάσεις.
Εκείνη δεν ήταν χαζή. Ήξερε πως δεν του ταίριαζε. Και φοβόταν. Ήξερε πως αργά ή γρήγορα θα έβρισκε "το άλλο του μισό" που δεν ήταν εκείνη τελικά. Τί ηλίθια έκφραση κι αυτή!! Μα έτσι πορεύτηκε στη ζωή της. Στο μεσοαστικό της περιβάλλον. Σαν να είναι μισή. Ποτέ δεν έμαθε να νιώθει ολόκληρη. Άρα τί ήθελε; Ένα συμπλήρωμα. Αυτό νόμιζε πως ήθελε κι εκείνος. Αδυνατούσε να κατανοήσει ότι στη διάρκεια του έγγαμου βίου τους εκείνος κατάλαβε και δεν ενδιαφερόταν πια για κάτι μισακό. Ήθελε κάτι ολόκληρο. Όπως ολόκληρος ήταν κι εκείνος. Γιατί έτσι ένιωθε. Ολόκληρος. Τον γνώριζα καλά και μπορούσα να το πω με βεβαιότητα. Αλλά δεν μου άφηνε εκείνη περιθώρια. Δεν είχα και το θάρρος. Όποτε ήθελε μου μιλούσε εκείνη, μου εκμυστηρευόταν. Κι εγώ άκουγα.
Μου άρεσε βλέπετε ο τύπος. Πολύ. Ακόμη κι αυτά που δεν μου άρεσαν ...μου άρεσαν τελικά. Όχι, όχι δεν ήθελα να της τον "πάρω". Ήθελα να έρθει αυτός σε μένα. Αλλά και πάλι να τον έκανα τί; Με τα κρεμμυδάκια θα μου πείτε. Εντάξει με τα κρεμμυδάκια τον έκανα όταν ψιλοπλησίασε.
Αυτό που "γνώρισα" εγώ δεν ήταν αυτό που νόμιζε πως ήξερε εκείνη. Δεν ξέρω να πω με σιγουριά ποιά πλευρά του ήταν η αληθινή. Νομίζω - απ' όσο μπορούσα να καταλάβω - πως η αληθινή του πλευρά θα έβγαινε μόνο αν κι εφόσον έβρισκε αυτό το άλλο "ολόκληρο" που έψαχνε. Αλήθεια όμως το έψαχνε; Ναι, το έψαχνε, χωρίς καν να το συνειδητοποιεί.
Τον είχα ακούσει να της μιλάει στο τηλέφωνο όταν εκείνη ήταν σε "εξωτερικές δουλειές". Τον είχα ακούσει να μιλάει στον περιπτερά, στον καφετζή, στον πελάτη... γενικώς τον είχα ακούσει να μιλάει αλλού κι είχα τρομάξει. Σε μένα δεν ήταν έτσι. Ψεύτης; Δεν ξέρω. Μπορεί. Δεν κατάφερα ποτέ να το διαπιστώσω.
Κάθισε στο γραφείο της, άνοιξε τον υπολογιστή της, κάτι έψαχνε. Με φώναξε.
- Τί ψάχνεις;
- Να του πάρω ένα δώρο για την επέτειο γάμου. Σ' αρέσει αυτό;
Kοιτάζω και τί να δω; Το απόλυτο τίποτα. Μια γραβάτα σαν αυτές που είχε κατά δεκάδες. Ρίγες έτσι, ρίγες γιουβέτσι. Ρίγες από δω και ρίγες από εκεί. Ρίγες πάνω, ρίγες κάτω, ρίγες λοξά και ρίγες ίσια. Ρίγες μονόχρωμες, πολύχρωμες και ντεγκραντέ. Ρίγες φαρδιές και ρίγες λεπτές. Άλλες με τετραγωνάκια, κυκλάκια, αστεράκια.
- Μα γραβάτα; Μα από το internet;
- Δεν είναι μόνο γραβάτα... έχει κι ένα μαντήλι... να το χρησιμοποιεί σαν πανάκι για να καθαρίζει τα μονίμως θολά γυαλιά του... μήπως και δει.
Μα το θέμα χρυσή μου δεν είναι να "δει". Βλέπει, δεν είναι "τυφλός". Το θέμα είναι να μη δει. Καλύτερα πάρτου μια κουκούλα, μια μάσκα αδιαφανή, μια μάσκα νυκτός, μια μάσκα θαλάσσης, μια μάσκα οξυγονοκόλλησης. Πιο ενδιαφέρον θα είχε απ' αυτό που θα ψωνίσεις τελικά. Άσε που πανάκι για τα γυαλιά του έχει. Και τα καθαρίζει πολύ συχνά. Κι εκείνη ούτε που το έχει προσέξει.
- Δεν πας καλύτερα στα μαγαζιά να ψάξεις κάτι καλύτερο;
- Το παρήγγειλα ήδη. 16 ευρώ όλα.
- Καταξοδεύτηκες χρυσή μου.
- Και πολύ του είναι.
Κι άρχισε ένας χείμαρος παραπόνων.
"Όλη μέρα στο κινητό, όλη μέρα στο διαδίκτυο κι ό,τι κάνω εγώ δεν του αρέσει. Αυτός όλο βαρειά κουλτούρα και "ποιοτικές εκπομπές μη χέσω". Οι δικές μου "σκουπίδια". Εκδρομές πάμε κι αυτός είναι αλλού. Είτε μόνοι μας είμαστε είτε με παρέα αυτός μόνος του. Μόνος. Αυτός και το κινητό του. Λες και δεν καταλαβαίνω".
Μοναχικός καβαλλάρης. Μοναχικός άνθρωπος. Αυστηρός μέχρι αγενής. Σκληρός πολλές φορές. Όλο δικαιολογίες. Κι εγώ να ξέρω... Να ξέρω πως αυτό που δεν κατάφερε στη μια περίπτωση - τη δική μου - ήταν θέμα χρόνου να το καταφέρει σε άλλη περίπτωση. Δεν πα να χτυπιέσαι κυρά μου, δεν πα να τον καταπιέζεις, να τον κατασκοπεύεις, να τον στριμώχνεις; Θέμα χρόνου είναι. Αντί ν' αγοράζεις μπιχλιμπίδια και πατσαβούρια για δώρο αγόρασε καλύτερα λίγο χρόνο. Μήπως και καταλάβεις και τον κρατήσεις. Αλλά πού εσύ; .
Δυο μέρες μετά χτύπησε το κουδούνι της εταιρείας. Άνοιξα εγώ. Ήταν το κούριερ κι είχε φέρει το "δώρο". Μου τα έδειξε. Ούτε καν μεταξωτά. Πανί σκέτο, πολυεστερικό. Έτσι και έπεφτε πάνω καμιά κάφτρα από το τσιγάρο του θα λαμπάδιαζε ο έρμος ολόκληρος.
- Τώρα δε μου λες χρυσή μου... αυτό είναι δώρο; Και μάλιστα για επέτειο γάμου;
Εκείνος δεν το εκτίμησε όπως ήταν φυσικό. Μα και το δικό του δώρο δεν ήταν καλύτερο. Εντάξει βγάλανε τις υποχρεώσεις τους λίγο πριν αρχίζουν να βγάζουν ξανά τα μάτια τους κι όχι με την "καλή την έννοια".
Τελικά αυτό δεν ήταν επέτειος. Ξεπέτειος ήταν.
*Προϊόν μυθοπλασίας αλλά είμαι σίγουρη πως κάπου θα έχει συμβεί στο παρελθόν ή κάπου θα συμβεί στο μέλλον.
Ήταν σα να διάβαζα τις σκέψεις της.
Ας ήταν όμως στριμάδι αυτός, ας ήταν φωνακλάς. Ήταν δωρικός. Κι αυτή δεν του ταίριαζε ρε παιδί μου. Σε τίποτα. Ούτε στο μυαλό του, ούτε στο τσαγανό του, ούτε στην πυγμή του, ούτε στη στριμάρα του, ούτε σε εμφάνιση δεν του ταίριαζε. Παρότι το τελευταίο για μένα προσωπικά δεν παίζει και σπουδαίο ρόλο. Αλλά κάποια συνάφεια καλό είναι να υπάρχει για το "καλό" του ίδιου του ζευγαριού. Να μην είναι δηλαδή σαν καρικατούρα ή σαν γελοιογραφία. Πιο πολύ έμοιαζε για αδελφή του παρά για γυναίκα του. Και μάλιστα για αδελφή μεγαλύτερη ενώ ήταν μικρότερη. Θέλεις το επαρχιώτικο γούστο της, θέλεις η μπανάλ αισθητική της, θέλεις η κουτσή "παιδεία" της που πιο πολύ εκπαίδευση ήταν για ν' ασκεί το συγκεκριμένο επάγγελμα, θέλεις οι κιτσάτες ντόπιες συναναστροφές; Απ' όπου και να το πιάσεις δεν κόλλαγε. Πρωινάδικα, μεσημεριανάδικα, ψιλοκατινιές, ασχετοσύνη για τα "μεγάλα" με τα οποία καταπιανότανε ο ...άλλος.
Δεν είναι που δεν τον αγαπούσε. Είναι που δεν την αγαπούσε πια αυτός. Ισχυριζότανε - αυτός - πως με τα χρόνια ο ...γάμος εξασθενεί και διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη. Δηλαδή σε δύο άτομα που εντέλει δεν γνωρίζονται, αλλά κάποτε νόμισαν πως μπορούν να κάνουν μαζί το ταξίδι της ζωής τους. Κολοκύθια. Αυτή το ονόμαζε νέτα - σκέτα "γάμος". Αυτός έβαζε και περικοκλάδες "ναι μεν... αλλά" και άλλα κουραφέξαλα. Δικαιολογίες έψαχνε και προφάσεις.
Εκείνη δεν ήταν χαζή. Ήξερε πως δεν του ταίριαζε. Και φοβόταν. Ήξερε πως αργά ή γρήγορα θα έβρισκε "το άλλο του μισό" που δεν ήταν εκείνη τελικά. Τί ηλίθια έκφραση κι αυτή!! Μα έτσι πορεύτηκε στη ζωή της. Στο μεσοαστικό της περιβάλλον. Σαν να είναι μισή. Ποτέ δεν έμαθε να νιώθει ολόκληρη. Άρα τί ήθελε; Ένα συμπλήρωμα. Αυτό νόμιζε πως ήθελε κι εκείνος. Αδυνατούσε να κατανοήσει ότι στη διάρκεια του έγγαμου βίου τους εκείνος κατάλαβε και δεν ενδιαφερόταν πια για κάτι μισακό. Ήθελε κάτι ολόκληρο. Όπως ολόκληρος ήταν κι εκείνος. Γιατί έτσι ένιωθε. Ολόκληρος. Τον γνώριζα καλά και μπορούσα να το πω με βεβαιότητα. Αλλά δεν μου άφηνε εκείνη περιθώρια. Δεν είχα και το θάρρος. Όποτε ήθελε μου μιλούσε εκείνη, μου εκμυστηρευόταν. Κι εγώ άκουγα.
Μου άρεσε βλέπετε ο τύπος. Πολύ. Ακόμη κι αυτά που δεν μου άρεσαν ...μου άρεσαν τελικά. Όχι, όχι δεν ήθελα να της τον "πάρω". Ήθελα να έρθει αυτός σε μένα. Αλλά και πάλι να τον έκανα τί; Με τα κρεμμυδάκια θα μου πείτε. Εντάξει με τα κρεμμυδάκια τον έκανα όταν ψιλοπλησίασε.
Αυτό που "γνώρισα" εγώ δεν ήταν αυτό που νόμιζε πως ήξερε εκείνη. Δεν ξέρω να πω με σιγουριά ποιά πλευρά του ήταν η αληθινή. Νομίζω - απ' όσο μπορούσα να καταλάβω - πως η αληθινή του πλευρά θα έβγαινε μόνο αν κι εφόσον έβρισκε αυτό το άλλο "ολόκληρο" που έψαχνε. Αλήθεια όμως το έψαχνε; Ναι, το έψαχνε, χωρίς καν να το συνειδητοποιεί.
Τον είχα ακούσει να της μιλάει στο τηλέφωνο όταν εκείνη ήταν σε "εξωτερικές δουλειές". Τον είχα ακούσει να μιλάει στον περιπτερά, στον καφετζή, στον πελάτη... γενικώς τον είχα ακούσει να μιλάει αλλού κι είχα τρομάξει. Σε μένα δεν ήταν έτσι. Ψεύτης; Δεν ξέρω. Μπορεί. Δεν κατάφερα ποτέ να το διαπιστώσω.
Κάθισε στο γραφείο της, άνοιξε τον υπολογιστή της, κάτι έψαχνε. Με φώναξε.
- Τί ψάχνεις;
- Να του πάρω ένα δώρο για την επέτειο γάμου. Σ' αρέσει αυτό;
Kοιτάζω και τί να δω; Το απόλυτο τίποτα. Μια γραβάτα σαν αυτές που είχε κατά δεκάδες. Ρίγες έτσι, ρίγες γιουβέτσι. Ρίγες από δω και ρίγες από εκεί. Ρίγες πάνω, ρίγες κάτω, ρίγες λοξά και ρίγες ίσια. Ρίγες μονόχρωμες, πολύχρωμες και ντεγκραντέ. Ρίγες φαρδιές και ρίγες λεπτές. Άλλες με τετραγωνάκια, κυκλάκια, αστεράκια.
- Μα γραβάτα; Μα από το internet;
- Δεν είναι μόνο γραβάτα... έχει κι ένα μαντήλι... να το χρησιμοποιεί σαν πανάκι για να καθαρίζει τα μονίμως θολά γυαλιά του... μήπως και δει.
Μα το θέμα χρυσή μου δεν είναι να "δει". Βλέπει, δεν είναι "τυφλός". Το θέμα είναι να μη δει. Καλύτερα πάρτου μια κουκούλα, μια μάσκα αδιαφανή, μια μάσκα νυκτός, μια μάσκα θαλάσσης, μια μάσκα οξυγονοκόλλησης. Πιο ενδιαφέρον θα είχε απ' αυτό που θα ψωνίσεις τελικά. Άσε που πανάκι για τα γυαλιά του έχει. Και τα καθαρίζει πολύ συχνά. Κι εκείνη ούτε που το έχει προσέξει.
- Δεν πας καλύτερα στα μαγαζιά να ψάξεις κάτι καλύτερο;
- Το παρήγγειλα ήδη. 16 ευρώ όλα.
- Καταξοδεύτηκες χρυσή μου.
- Και πολύ του είναι.
Κι άρχισε ένας χείμαρος παραπόνων.
"Όλη μέρα στο κινητό, όλη μέρα στο διαδίκτυο κι ό,τι κάνω εγώ δεν του αρέσει. Αυτός όλο βαρειά κουλτούρα και "ποιοτικές εκπομπές μη χέσω". Οι δικές μου "σκουπίδια". Εκδρομές πάμε κι αυτός είναι αλλού. Είτε μόνοι μας είμαστε είτε με παρέα αυτός μόνος του. Μόνος. Αυτός και το κινητό του. Λες και δεν καταλαβαίνω".
Μοναχικός καβαλλάρης. Μοναχικός άνθρωπος. Αυστηρός μέχρι αγενής. Σκληρός πολλές φορές. Όλο δικαιολογίες. Κι εγώ να ξέρω... Να ξέρω πως αυτό που δεν κατάφερε στη μια περίπτωση - τη δική μου - ήταν θέμα χρόνου να το καταφέρει σε άλλη περίπτωση. Δεν πα να χτυπιέσαι κυρά μου, δεν πα να τον καταπιέζεις, να τον κατασκοπεύεις, να τον στριμώχνεις; Θέμα χρόνου είναι. Αντί ν' αγοράζεις μπιχλιμπίδια και πατσαβούρια για δώρο αγόρασε καλύτερα λίγο χρόνο. Μήπως και καταλάβεις και τον κρατήσεις. Αλλά πού εσύ; .
Δυο μέρες μετά χτύπησε το κουδούνι της εταιρείας. Άνοιξα εγώ. Ήταν το κούριερ κι είχε φέρει το "δώρο". Μου τα έδειξε. Ούτε καν μεταξωτά. Πανί σκέτο, πολυεστερικό. Έτσι και έπεφτε πάνω καμιά κάφτρα από το τσιγάρο του θα λαμπάδιαζε ο έρμος ολόκληρος.
- Τώρα δε μου λες χρυσή μου... αυτό είναι δώρο; Και μάλιστα για επέτειο γάμου;
Εκείνος δεν το εκτίμησε όπως ήταν φυσικό. Μα και το δικό του δώρο δεν ήταν καλύτερο. Εντάξει βγάλανε τις υποχρεώσεις τους λίγο πριν αρχίζουν να βγάζουν ξανά τα μάτια τους κι όχι με την "καλή την έννοια".
Τελικά αυτό δεν ήταν επέτειος. Ξεπέτειος ήταν.
*Προϊόν μυθοπλασίας αλλά είμαι σίγουρη πως κάπου θα έχει συμβεί στο παρελθόν ή κάπου θα συμβεί στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου