Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

Το παιχνίδι των ελιγμών

Δεν θα έλεγε κανείς ότι στα μικράτα μου άλλη δουλειά δεν είχα από το να παρακολουθώ ποδόσφαιρο. Ο μπαμπάς δεν έβλεπε. Αλλά έβλεπε ο ξάδελφος. Όπου στο σπίτι του ξάδελφου μαζεύονταν συμφοιτητές του και φίλοι για να δουν - τί άλλο - κάποιο ματς. Και φυσικά όπου γάμος και χαρά η Βασίλω (γω δηλαδή) πρώτη.
Κι έτσι, παράλληλα με την τεστοστερόνη μέσα στο δωμάτιο ανακάλυπτα και την τεστοστερόνη μέσα στο γήπεδο. (Ω ναι, υπήρχε τεστοστερόνη και προ Ζαγοράκη).
Κι έτσι έμαθα να μου αρέσει το ποδόσφαιρο. Όχι πολύ. Τόσο όσο. Γιατί είχαμε και δουλειές.
Ν' αλλάξουμε τον κόσμο παραδείγματος χάριν.
Ο κόσμος όμως δεν άλλαζε, εμείς αργούσαμε να το πάρουμε απόφαση και Κυριακή στην Κυριακή, αγώνα στον αγώνα, πρωτάθλημα στο πρωτάθλημα φτάσαμε στο "δια ταύτα". Φτάσαμε αλλά δεν ακουμπήσαμε, είμαστε ακριβώς ένα τσικ πριν από αυτό.
Κι ενώ ο χρόνος κυλάει βασανιστικά αργά μέχρι να φτάσουμε εκεί, κι ενώ καραδοκούν εγκεφαλικά κι εμφράγματα μέχρι να το καβαλικέψουμε και να αρχίσουμε να διαβάζουμε τις πρώτες αράδες μετά από αυτό το "δια ταύτα" και για λόγους που οι επιστήμονες ψάχνουν να τους βρουν, εγώ άρχισα να έχω τις δικές μου εμμονές όπως άρχισα επίσης τα παιχνίδια της μνήμης των αναμνήσεων και των συνειρμών.
Μέρες τώρα κλωθογυρίζει στο μυαλό μου η εικόνα ενός Έλληνα ποδοσφαιριστή που τη φωτογραφία του θα έπρεπε να βλέπουμε στις εγκυκλοπαίδειες πλάι στο λήμμα "ελιγμός", "ντρίπλα" ή "dribble".
Νεαρή ακόμη ούσα ανάμεσα στα ποδοσφαιρόφιλα τέρατα που συναναστρεφόμουν και χάρις σε αυτά ή εξαιτίας αυτών ήρθε και μου συστήθηκε ο Βασίλης Χατζηπαναγής.
Μου συστήθηκε εξ αποστάσεως παρουσιάζοντας στα έκπληκτα μάτια μου μοναδικό θέαμα που δυσκολεύτηκα να πιστέψω ότι επρόκειτο για πραγματικό παιχνίδι στη διάρκεια κανονικού ποδοσφαιρικού αγώνα κι όχι ρεσιτάλ ή επίδειξη μπαλαδόρικων δεξιοτήτων. Στροφιλίκια ενός γενετικού κώδικα χωρίς την αυστηρή δομή του αλλά με φαντασία, εφευρετικότητα και ποικιλία.
Αυτός ο παίκτης που λέτε - κι όπως φυσικά πολλοί από τους αναγνώστες μου θα γνωρίζετε καλύτερα από μένα - δεν ήταν απλά ...ποδοσφαιριστής. Ήταν παίκτης. Κι "έπαιζε" με το ένστικτο περισσότερο παρά με την ικανότητα. Θα έλεγα πως έπαιζε με την ψυχή και την καρδιά αλλά θα ακουστεί λίγο κλισέ. Παρότι τότε, χωρίς τα σημερινά μύρια στις τσέπες του, χωρίς ψυχή και χωρίς καρδιά το γήπεδο θα τον πέταγε έξω. Μαζί με τη μπάλα.
Κλείνοντας τα μάτια βλέπω τον παίκτη ν' αποκτά τη μπάλα, ή μάλλον βλέπω τη μπάλα να κυλάει προς τον παίκτη λες και η στρογγυλή αγαπημένη περιβάλλεται με ρινίσματα σιδήρου και το δικό του παπούτσι να 'χει μαγνήτη στην άκρη του. Την κυλάει απαλά, την αφήνει να τσουλίσει λίγο, την ξανακυλάει με το άλλο πόδι, προσπερνάει τον αντίπαλο με λύγισμα στη μέση και το βλέμμα προσηλωμένο στην αγαπημένη του, συναντάει άλλο αντίπαλο του γυρίζει την πλάτη, η μπάλα πάντα ενιαίο σύνολο με το παπούτσι του παίκτη, στριφογυρίζει ξανά, την ελευθερώνει για κλάσμα δευτερολέπτου σπρώχνοντάς την με το ένα του πόδι ανάμεσα στα ανοιγμένα πόδια του παίκτη της αντίπαλης ομάδας κι αμέσως μετά την παραλαμβάνει με το άλλο, αποκρούει τον επόμενο, κανείς δεν καταφέρνει να του πάρει τη μπάλα, βρίσκεται σ' ένα κενό μόνος του μαζί της, αυτή σταθερά προσηλωμένη στο πόδι του, δεν του αρέσει αυτό, στέκει περιμένοντας κάποιον αντίπαλο για να συνεχίσει τα τσαλίμια του γιατί χωρίς αυτά δεν έχει νόημα το παιχνίδι. Δεν του 'παιρνες με τίποτα τη μπάλα από τα πόδια. Και ντριμπλάρει ξανά και λίγο λίγο σαν χορογραφημένο ντουέτο, αυτός κι η μπάλα του, η μπάλα του κι αυτός, ανεπηρέαστοι από τις προσπάθειες των αντιπάλων, ανεπηρέαστοι από την επιθυμητή έκβαση του αγώνα, φθάνει στη μικρή περιοχή και ...σουτ.
Γκολ; Όχι, όχι πάντα γκολ. Δεν είναι πάντα αυτό το ζητούμενο την ώρα που ο Χαρζηπαναγής ντριμπλάρει. Δηλαδή αυτό είναι το ζητούμενο, γι' αυτό γίνονται οι αγώνες αλλά ένας παίκτης ξέρει καλά πως ακόμη κι ένας ποδοσφαιρικός αγώνας δεν είναι τίποτε περισσότερο από την προσπάθεια να φθάσουμε σ' ένα αίσιο τέλος όμως ξέρει καλύτερα απ' τον καθένα πως κανένα αποτέλεσμα υπέρ της μιας ομάδας ή της άλλης δεν έχει "κλειδώσει" πριν ο διαιτητής σφυρίξει τη λήξη του αγώνα. 
Αλλά και το μπακλαβαδωτό, ακόμη κι όταν η μπάλα το κάνει να σπαρταράει δεν είναι το "τέρμα". Αν η ομάδα έχει δεχθεί γκολ είναι η αρχή. Αν έχει σκοράρει είναι η συνέχεια του παιχνιδιού με άλλα μέσα: αμυντικά για να διατηρηθεί το προβάδισμα ή μικροεπιθετικά έτσι, για το θεαθήναι. 
Δείτε εδώ τον Βασίλη Χατζηπαναγή 

Τα χρόνια πέρασαν, μεγάλωνα εγώ, άλλαξαν και οι προτεραιότητες και οι παρέες. Ο κόσμος μόνο δεν άλλαζε. Κι αν άλλαζε πάντα προς το χειρότερο. Σκαλί σκαλί πιο χαμηλά και πιο χαμηλά. Φίλαθλη δεν έγινα στην ουσία ποτέ. Ούτε έγινα οπαδός κάποιας ομάδας. Απλώς περνούσα ευχάριστα την ώρα μου παρακολουθώντας μαζί με άλλους, κάποιους αγώνες στην τηλεόραση και μένοντας μαζί τους έτσι, για την παρέα. Μερικές φορές πράγματι παρακολουθούσα και μερικές άλλες παρίστανα πως παρακολουθούσα. Και καθώς ήμουνα από τις λίγες κοπέλες που ήξερα τί είναι το οφσάιντ (είχα φάει "πολύ ξύλο" μέχρι να το μάθω βέβαια), όταν το σφύριζε ο διαιτητής και μου έλεγαν "αν δεν το σφυρίξεις εσύ δεν είναι τίποτα", μ' έπιαναν στα πράσα αν εγώ την ώρα της κρίσιμης φάσης ήμουν στη φάση της προσποίησης (παρακολούθησης του αγώνα).
Μαζί με τις προτεραιότητές μου άλλαζε και το ποδόσφαιρο... οι ποδοσφαιριστές επίσης. Κι όσο αυξάνονταν τα χρήματα στις τσέπες τους τόσο λιγόστευαν οι "παίκτες" στα γήπεδα ενώ ο Χατζηπαναγής είχε πλέον κρεμάσει τα παπούτσια του.

Αλλά καθώς ένας έρωτας περνάει μ' έναν άλλον έρωτα έτσι κι εγώ έβγαλα από την καρδιά μου τον Χατζηπαναγή κι έβαλα τον Μαραντόνα. Τον παίκτη που έδωσε στη ντρίμπλα άλλη διάσταση. Που έκανε τους ελιγμούς να μοιάζουν με την κορυφαία στιγμή στην ιστορία του ποδοσφαιρικού γίγνεσθαι. Με το big bang της δημιουργίας του.
Εκείνο όμως που με εντυπωσίαζε πάνω απ' όλα στον Μαραντόνα δεν ήταν το παίξιμό του ή η απίστευτη ικανότητά του στους ελιγμούς στη διάρκεια των οποίων ήταν αδύνατον να του πάρει άλλος παίκτης τη μπάλα. Ευτυχώς που βαριόταν εύκολα κι έβαζε κι ο αντίπαλος κανένα γκολ.
Εκείνο που με εντυπωσίαζε πάνω απ' όλα στον Μαραντόνα ήταν η ικανότητά του να διασχίζει τρέχοντας ιλιγγιωδώς το γήπεδο, να κάνει και τους ελιγμούς του, έτσι, για την αλητεία, να βάζει και γκολ στο τέλος και παρολαυτά η κόμη του να παραμένει το ίδιο περιποιημένη κι εντυπωσιακή όπως όταν πρωτομπήκε στο γήπεδο για να παίξει. Κομμωτηρίου που λένε.
Δείτε εδώ Rare skills - By Diego Maradona 

Αν συνεχίσω μοιραία θα φθάσω στον Ζιντάν όπου το παίξιμό του δεν είχε κανένα προηγούμενο καθώς αυτός δεν ήταν ούτε παίκτης, βεβαίως ούτε ποδοσφαιριστής. Αυτός ήταν χορευτής. 
Δείτε εδώ The Roulette / Spin Move - By Zinedine Zidane 

Όμως δεν μεταδίδω άλλο καθώς αυτός ο γίγαντας γράφοντας το τέλος στη δική του ποδοσφαιρική καριέρα με μια κουτουλιά, έγραψε το τέλος και στο δικό μου ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο.

Τώρα θα μου πείτε τί πάω και θυμάμαι. Μα δεν φταίω εγώ, άλλοι μου τα θυμίζουν και προκειμένου να ζαλίζω το μυαλουδάκι μου με τούτα και με κείνα καλύτερα να έρχονται οι συνειρμοί να κάνουν παρέα στα όνειρα και τις ελπίδες μου. Που τελειωμό δεν έχουν σας πληροφορώ.



Υ.Γ. Και μόλις συνειδητοποίησα πως και οι τρεις παίκτες που ανέφερα είχαν στην φανέλα τους το περιβόητο Νο 10.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου