Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Πώς ο Μύθος γίνεται Ιστορία

(αντιγραφή από το περιοδικό Λεύγα)

 "Το χειρότερο, το πιο ανησυχητικό: το δυσοίωνο συμβάν, η διάχυτη βία, η περιφρόνηση των θεσμών, η παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η έκνομη συμπεριφορά πολιτικών ανδρών και κρατικών λειτουργών, ο ευτελισμός της ανθρώπινης ζωής δεν προκαλούν άμεση αντίδραση, δεν αντιδρούμε. Συνηθίζουμε. Συνηθίζουμε σε όλο και μεγαλύτερες δόσεις βίας, ανασφάλειας, αδικίας, ψέματος, εξευτελισμού. Δεν πονάμε ούτε έξω ούτε μέσα.*"

«Κολωνάκι 5, Εξάρχεια 2, Κολωνάκι 5, Εξάρχεια 2», διαφημίζει το προϊόν του (μία μικρή ντουντούκα) ο πλανόδιος μελαψός μικροπωλητής σε πεζόδρομο των Εξαρχείων, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να πείσει ότι η τιμή προσαρμόζεται ανάλογα με το κοινό και το χώρο. Το περιστατικό (πέρα για πέρα αληθινό) δείχνει ότι η ενσωμάτωση των μεταναστών στο ελληνικό (μικροαστικό) habitus έχει ολοκληρωθεί με μεγάλη επιτυχία: μεταπρατισμός, προσαρμογή στη ζήτηση της συγκυρίας, ευελιξία διαπραγμάτευσης, ευφάνταστο πλασάρισμα, υπαινικτικό χιούμορ. Η ντουντούκα είναι αξεσουάρ, πολιτισμικά οικείο και μεστό νοήματος, τόσο στα Εξάρχεια όσο και στο Κολωνάκι. Απευθύνεται σε μια κοινωνία που φωνάζει, ουρλιάζει, αλυχτά και, σαν να μη φτάνει αυτό, επιζητά το κατάλληλο τεχνητό βοήθημα. Και ο Άγιος Παντελεήμονας κραυγάζει και σκούζει, αλλά δεν μάθαμε ποτέ πόσο πάει εκεί η τιμή της ντουντούκας. Ίσως «εκεί» υπάρχει ζήτηση για άλλα προϊόντα, πιθανόν «εκεί» το εμπόριο να ελέγχεται από άλλο μαγαζί. Ελεύθερη οικονομία έχουμε άλλωστε, ποιος ξέρει...

Ο πλανόδιος μικροπωλητής είναι το συμπλήρωμα του στεγασμένου μικρομαγαζάτορα: ντουντούκες και ομπρέλες ο ένας, ηλεκτρονικό τσιγάρο και frozen yoghurt ο άλλος. Το εμπόριο άλλωστε είναι στο DNA του Έλληνα από αρχαιοτάτων χρόνων. Ξαφνικά όμως συνειδητοποιούμε ότι στερέψαμε από πελάτες, ότι εκλείπουν οι αγοραστές, ότι στέγνωσε η εσωτερική αγορά και τα παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα μένουν στα ράφια: η Ελπίδα, η Επανάσταση, η Μεταρρύθμιση, ο Εκσυγχρονισμός, οι Διαρθρωτικές Αλλαγές, η Ανάπτυξη σαπίζουν στις αποθήκες, σαν τα ευπαθή προϊόντα. Τόνοι από απούλητες ή χαλασμένες παρτίδες επιστρέφονται μαζικά στους κατασκευαστές και οι αγανακτισμένοι (πωλητές και πελάτες) απειλούν τη μήτρα των προϊόντων αυτών, τη «Μεταπολίτευση», με καταστροφή σαν άλλοι λουδίτες. Η λύση που προκρίνεται από κάποιους, η κατανάλωσή τους ακόμα και μετά την παρέλευση του «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από…», δύσκολα θα ανατρέψει την κατάσταση... Η αιτία του φαινομένου μπορεί να αναζητηθεί στο μύθο του Μιθριδάτη. Σύμφωνα με αυτόν, ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης χορηγούσε στον εαυτό του μη θανατηφόρες δόσεις δηλητηρίου, για να αποκτήσει ανοσία, εξαιτίας του φόβου του μήπως τον δηλητηριάσουν εχθροί ή αντίζηλοι. Όταν όμως μετά από την ήττα του από τους Ρωμαίους αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει με δηλητήριο, για να μην πέσει στα χέρια τους, απέτυχε και αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει έναν ξένο (έναν μισθοφόρο) για να τον εκτελέσει με το ξίφος του.

Η μέθοδος του μιθριδατισμού εφαρμόζεται και μετά το 2009 με απόλυτη, προς το παρόν, επιτυχία. Ταυτόχρονα, συνδυάζεται και με τη φιλοσοφία της «αιώνιας επιστροφής»: επιστροφή στο χωριό, επιστροφή στα βασικά, επιστροφή στην απλότητα, επιστροφή στο πατρικό. Νέα μετανάστευση, ο Καζαντζίδης θα γράφεται με greeklish. Κάθε σπίτι και λαχανόκηπος, σαν την Κούβα στα ’90s. Στο θέατρο, το πλήθος χειροκροτεί και αποθεώνει το «Μεγάλο μας Τσίρκο», ξαναγυρνώντας στο 1973 και στην αντίληψη ότι για όλα φταίνε οι «ξένοι» που μας βάζουν και τρωγόμαστε.  Οι «ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις» μας τελείωσαν γρήγορα, πίσω πάλι στο προ του 1990 μοντέλο της κρατικής διατίμησης. Όλα κάπου τελειώνουν, για να ξαναρχίσουν από την αρχή.                                                                

Ίσως έτσι θα έχουμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε μια πιο βελτιωμένη εκδοχή μιθριδατισμού: ναι μεν να αποκτήσουμε την πολυπόθητη ανοσία, αλλά και όταν τελικά χάσουμε από τις δυνάμεις του Πομπήιου, να καταφέρουμε από μόνοι μας να αυτοκτονήσουμε με δηλητήριο, όπως άλλωστε αρμόζει σε έναν βασιλικό λαό, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουμε ντροπιασμένοι στο σπαθί του ξένου μισθοφόρου.


του Στέφανου Βαμιεδάκη



* Νίκος Γ. Ξυδάκης, «Το τρελαμένο εκκρεμές», εφ. Καθημερινή, 14.10.2012.

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

A Paris!!

Λοιπόν έχω εγώ κάτι τρόπους να πραγματοποιώ τα όνειρά μου (και τα ταξίδια μου)!!

Ενώ σκεφτόμουνα προχθές την παρακάτω μικρή ιστορία για την Ρώμη, άλλη μία μεγαλύτερη ιστορία ήρθε στο νου μου, για το Παρίσι όμως αυτή τη φορά.


ΡΩΜΗ

Πριν δυόμισι χρόνια ήμουνα στη Ρώμη κι έμενα σ' ένα μικρό πανέμορφο ξενοδοχείο. Στους διαδρόμους του υπήρχαν τεράστια βάζα γεμάτα αρωματικά λάδια όπου μέσα μούλιαζαν πανύψηλα λεπτά ξυλαράκια που μοσχοβολούσαν. Είπα στον ρεσεψιονίστ ότι θα κλέψω ένα. Οι Ιταλοί φημίζονται για το χιούμορ τους οπότε έκλεισε τ' αυτιά του λέγοντάς μου "δεν άκουσα, πώς είπατε;". Πήρα λοιπόν ένα τέτοιο το λύγισα, το έβαλα σε μια σακούλα και στην βαλίτσα. Η βαλίτσα μυρίζει ακόμη, έκτοτε όταν την χρησιμοποιώ έχω την αίσθηση πως όπου κι αν πάω ξεκινάω από Ρώμη. Το ξύλο αυτό μυρίζει ακόμη δυο χρόνια μετά!!!! Κι όταν έχω τις μαύρες μου και τις απαισιοδοξίες μου πηγαίνω, το μυρίζω και διακτινίζομαι στην Ρώμη. Γατάκια επιστήμονες, εμένα να ρωτάτε. 

ΠΑΡΙΣΙ
Κατ' αρχήν και προκαταβολικά να πω ότι το λάτρεψα και η χρονική απόσταση μου επιτρέπει πια να πω ότι πέρασα καλά αφού πλέον οι λόγοι (πόνοι κι άλλα τινά) που με βρήκαν εκεί και μ' έκαναν να θέλω να επιστρέψω στην "πατρίδα" έχουν πια ξεχαστεί. Επίσης ξέρετε πια - και δεν χρειάζεται να το πω αλλά θα το κάνω γιατί οι καλοθελητές καραδοκούν - ότι δεν έχω κανένα είδος ρατσισμού ιδίως για τους μαύρους ανθρώπους στους οποίους - τελικά - έχω και αδυναμία.

Εντύπωση Νο 1.
Πέρυσι πρωτοχρονιά βρισκόμασταν στο Παρίσι. Μέναμε μακριά από το κέντρο, στο Clichy. Όχι το "κακό" (νταντά) Clichy sous Bois στο οποίο μένουν οι άτακτοι μετανάστες που κάνουν φασαρίες και δεν συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις αλλά το άλλο το Clichy το καλό όπου οι μετανάστες είναι πιο φρόνιμοι. Το ίδιο όμως κουρασμένοι, το ίδιο αδικημένοι, το ίδιο ανεπιθύμητοι αν και Γάλλοι πια πρώτης αλλά και δεύτερης γενεάς. Γιατί δεν ξέρω αν σας διαφεύγει, εμένα πάντως όχι, η Γαλλία είχε γαμήσει καμιά δεκαριά αποικίες, μετέπειτα ανεξάρτητες χώρες κι έτσι τώρα μπορεί να μας πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες ότι είναι πλούσια χώρα κι άλλα τέτοια όμορφα και γραφικά. Και δημοκρατική. Να τα λέμε αυτά.

Μένοντας λοιπόν στο Clichy και μετακινούμενοι συνεχώς με το μετρό, αδυνατούσα να υπολογίσω πόσες δεκάδες στάσεις περνούσαμε ξανά και ξανά, πόσες εκατοντάδες χιλιόμετρα διανύσαμε εν βαγονίω και πόσα χιλιόμετρα περπατήσαμε κάτω από τη γη προτού αντικρίσουμε τον υποτιθέμενο ουρανό της πόλης. Και λέω υποτιθέμενο γιατί μόνο οι γνώσεις μας της φυσικής επέτρεπαν να θεωρούμε ως ουρανό αυτό το γκρίζο αχνιστό πράγμα που κατέβαινε μέχρι τη μύτη μας. Ακόμη λοιπόν μέχρι και σήμερα αν με ρωτήσει κάποιος να πω δυο-τρία πράγματα για το Παρίσι το πρώτο που μου έρχεται στο νου είναι πως το Παρίσι είναι ένα τεράστιο τρένο.

Εντύπωση Νο 2.
Στις ατελείωτες λοιπόν ώρες που βρισκόμασταν μέσα στην Πόλη-Τρένο μου άρεσε να παρατηρώ τους ανθρώπους. Άνθρωποι σχεδόν αποκλειστικά "εκ των πρώην γαλλικών αποικιών στην Αφρική" και που για λόγους συντομίας θα του λέω "μαύρους". Άνθρωποι κάθε ηλικίας, κάθε εμφάνισης και κάθε ταμπεραμέντου με κοινό χαρακτηριστικό τους την πολυχρωμία στο ντύσιμο, την ιδιαίτερα κραυγαλέα "φινέτσα" τους, την κούραση στο σώμα και το βλέμμα αλλά και τον απίστευτα όμορφο και στομφώδη τρόπο με τον οποίο μιλούσαν την γαλλική γλώσσα. Η ευγένειά τους με άφηνε άναυδη, το χαμόγελό τους επίσης. Είναι γνωστό ότι εγώ έχω ένα θέμα με το "ωραίο χαμόγελο" ειδικά του ισχυρού λεγόμενου φύλου αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης. Το πλήρωσα στο παρελθόν και πλέον διαθέτω ενσωματωμένο αλεξίσφαιρο γιλέκο ειδικά σχεδιασμένο για να με προστατεύει από αυτό το φονικό όπλο που κατ' ευφημισμόν λέγεται "όμορφο ανδρικό χαμόγελο". Την δεύτερη μέρα κιόλας η παρέα μου κι εγώ ήδη νιώθαμε σαν "τις μύγες μες στο γάλα" - ή μάλλον για ν' ακριβολογούμε σαν το γάλα μες τις μύγες - οι συνεπιβάτες μας όμως δεν είχαν καμία πρόθεση να μας κάνουν να νιώσουμε άσχημα. Αντιθέτως μάλιστα. Βέβαια μετά από πέντε μέρες συνεχών μετακινήσεων με το μετρό στο Παρίσι-Τρένο το δεύτερο που μου έρχεται στο νου - αν με ρωτήσει κανείς - είναι πως το Παρίσι είναι ένα τεράστιο τρένο που κατοικείται από μαύρους ανθρώπους κάθε τίντας και απόχρωσης*. Αυτό το τελευταίο ενδυναμώνεται κι από το γεγονός ότι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι μόνοι που ξεχύνονται για να γιορτάσουν την αλλαγή του χρόνου είναι οι μαύροι κάτοικοι των περιχώρων και των προαστίων με μόνη εξαίρεση, ειδικά την πρωτοχρονιά του 2012, εμένα και την παρέα μου. Γιορτάζουν λοιπόν το χαρμόσυνο γεγονότο της αλλαγής του χρόνου εν μέσω αλαλαγμών, ασπασμών, εναγκαλισμών, ποτών (σαμπανιζέ και άλλων) καθώς και άθλιων βρωμοκοπούντων παρασκευασμάτων - υποτίθεται φαγητών - που μαγειρεύονται επιτόπου σε τεράστια γουοκ. Γιατί και το Παρίσι έχει τα βρώμικά του. (Και μην ξανακούσω κριτική για την Ελλάδα όπου κάθε πόλη
και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο και κάθε event "τα βρώμικα").
Οι ...Παριζιάνοι - λευκοί και μη - γιορτάζουν κλεισμένοι στα διαμερίσματά τους τρώγοντας φουαγκρά για πρώτο πιάτο, φιλέτο ταρτάρ για κυρίως, κρεμ μπριλέ για επιδόρπιο κι όλα αυτά τα σκατολοΐδια σερβιρισμένα σε τεράστια πιάτα, σκεπασμένα για να μην σκονίζονται με τα καπάκια-τρουλουςτηςαγιασοφιάς.

Εντύπωση Νο 3.
Όπως όλα τα πράγματα come to an end έτσι κι οι μετακινήσεις μας στο Παρίσι-Τρένο-με τους μαύρους κατοίκους κάποτε έφταναν στο δικό τους. Αυτό το τέλος λοιπόν δεν ήταν άλλο από κάποια ουρά για κάποιο Μουσείο. Το  θέμα "Μουσείο" και ειδικά το θέμα "Μουσείο στο Παρίσι" πονάει ακόμη και δεν θέλω να το συζητήσω. Τόσο που επιθυμώ διακαώς να ξαναεπισκεφθώ αυτήν την πόλη αλλά να είναι καλοκαίρι ώστε να δω επιτέλους τον παριζιάνικο ουρανό, να μένω στο κέντρο ώστε να μην ξαναδώ βαγόνι τρένου και να μην περάσω από Μουσείο ούτε απέξω. Το τρίτο λοιπόν που μου έρχεται στο νου - αν με ρωτήσει κανείς - είναι πως το Παρίσι είναι ένα τεράστιο τρένο που κατοικείται από μαύρους ανθρώπους και καταλήγει πάντοτε σε μια ουρά μουσείου.
Όπως καταλαβαίνετε ευρισκόμενοι πια στο αεροδρόμιο για την αναχώρησή μας προς την μητέρα πατρίδα δήλωσα "για πολύ καιρό δεν θέλω να ξαναδώ τρένο ούτε σε παιχνίδι, ζωγραφικό πίνακα ούτε σε καρτ ποστάλ και μαύρο άνθρωπο ούτε σε φωτογραφία". 

Μέσα στο αεροπλάνο κάθισα φρόνιμα φρόνιμα στη θέση μου, έδεσα τη ζώνη μου και χάζευα τους συνεπιβάτες μου μέχρι να έρθει η ώρα της απογείωσης. Δίπλα μου μία θέση κενή. Και ξαφνικά βλέπω να προχωράει προς αυτήν την θέση ένας Θεός. Κατάμαυρος μεν αλλά Θεός. Και μάλιστα πανύψηλος. Και μάλιστα μοσχοβολιστός κι αρωματισμένος. Η παρέα μου άρχισε να γελάει πνιχτά ενθυμούμενη προφανώς την παραπάνω νούμερο τρία επιθυμία μου και την οποία εγώ είχα μόλις ξεχάσει. Αυτό λοιπόν το πανέμορφο παλικάρι που κάθισε δίπλα μου, ήταν ή αθλητής ή μοντέλο, ζεσταινότανε τρομάρα του κι έτσι από το κοντομάνικο t-shirt που φορούσε διαγραφόταν και το απειροελάχιστο κβάντο του κάθε κοιλιακού του μυ. Επίσης τα μούσκουλα στα μπράτσα του ήταν σαν το κεφάλι μου. Όπως ήταν φυσικό δεν βολευότανε στο κάθισμα και κάθε που εκινείτο για να διαβάσει την εφημερίδα του ή να φάει το φαγητό του ακουμπούσε στο δικό μου μπράτσο αλλά ευγενέστατος και χαμογελαστός (γαμώ την πουτάνα μου μέσα) έλεγε "pardon madam". Και όπως ήταν πάλι φυσικό εγώ εις άπταιστον ελληνικήν του απαντούσα "κάνε δουλειά σου παιδί μου". 

Όταν αργότερα με το καλό μπήκα στο σπίτι μου άρχισα να αδειάζω την βαλίτσα μου και να τακτοποιώ τα πράγματά μου. Όπου κι αν πήγαινα όμως με ακολουθούσε μια μυρωδιά, ευχάριστη βέβαια, αλλά έντονη. Δεν ήταν από το δικό μου άρωμα, αυτό το ήξερα, κι αναρωτιόμουνα για την προέλευσή της. Ώσπου κατάλαβα ότι μυρίζει έτσι το μανίκι από την μπλούζα που φορούσα και την οποία ακουμπούσε ο μαύρος αρωματισμένος μου συνεπιβάτης.

Αυτή λοιπόν η μπλούζα έκτοτε δεν έχει πλυθεί και κρέμεται ως φλάμπουρο από το φωτιστικό του σαλονιού. Κι όποτε νιώθω την ανάγκη να ταξιδέψω πηγαίνω και τη μυρίζω κι αυτομάτως μεταφέρομαι σ' ένα αεροπλάνο το οποίο θα με ταξιδέψει σε μια Πόλη που την κατοικούν Άνθρωποι ανεξαρτήτως Χρώματος και Φυλής και που κάποιοι από αυτούς θα είναι συνεπιβάτες μου στο μεγάλο και πανέμορφο ταξίδι της ζωής.


* Οι φήμες ότι πρόκειται να γράψω βιβλίο για τις "50 αποχρώσεις του μαύρου δέρματος" χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Α Ι Χάσου ελέγχονται ως ανακριβείς. Αλλά δεν παίρνω κι όρκο.





Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

Remember remember the 6th of December

Σάββατο 6/12/2008 ώρα 11.00 μ.μ.
Κατευθυνόμασταν στον Ευαγγελισμό όπου πριν λίγο είχε μεταφερθεί μία φίλη μας. "Επείγον περιστατικό". Διμοιρίες ματ γύρω από το Νοσοκομείο. Απορήσαμε. Θεωρήσαμε ότι ήταν επίδειξη δύναμης ή ότι συνέβη κάτι που αφορούσε βομβιστική επίθεση. Τους κοιτάξαμε λοξά και περιφρονητικά και μπήκαμε στα Επείγοντα. Είδαμε μια περίεργη κατάσταση. Δυο πολύ νεαρά παιδιά έτρεχαν κλαίγοντας, δυο άλλα καθισμένα στο δάπεδο έκλαιγαν και αυτά. Σκεφτήκαμε πως είχε πεθάνει κάποιος δικός τους, γιαγιά/παπούς, ελπίζαμε όχι γονιός ή άλλο νεαρό άτομο. Οι πάντα πανικόβλητοι γιατροί του νοσοκομείου αυτή τη φορά ήταν ψιλοεξαφανισμένοι, αναστατωμένοι. Άνοιγαν πόρτες, έκλειναν πόρτες, σκυθρωποί. Τα συνηθως "τίγκα" από γιατρούς "επείγοντα" ήσαν περίπου άδεια από αυτούς. Η φίλη μας περίμενε υπομονετικά απορημένη και αυτή. Μπαινόβγαιναν κάποιοι γιατροί αλλά δεν έδιναν σημασία. Σαν χαμένοι. Καταλάβαμε πως κάτι σοβαρό είχε συμβεί. Τότε ένας άγνωστος σε μας κύριος πλησίασε και προφανώς εξυπηρετώντας μια δική του ανάγκη να μοιραστεί με κάποιους την πληροφορία για το συμβάν, μας είπε "τα μάθατε; ένας αστυνομικός πυροβόλησε και σκότωσε ένα 15χρονο παιδί που το έφεραν πριν λίγο στο νοσοκομείο νεκρό". 
Την άλλη μέρα είχε (και έχει) γενέθλια ένας αγαπημένος φίλος που μένει στο κέντρο. Δεν επεράσαμ' όμορφα.
Στη ζωή μου υπήρξαν γεγονότα που θέλω να τα ξεχάσω. Έζησα καταστάσεις που δεν θέλω θυμάμαι καν ότι υπήρξαν. Αυτό όμως ούτε θέλω ούτε μπορώ να το ξεχάσω. Αυτό... ειδικά αυτό...
Σήμερα μην βιαστείς να γυρίσεις σελίδα... Θυμήσου... σκέψου...

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Βιωματικό

Από τη φίλη μου κι αδελφή μου πολυαγαπημένη μου Μαρία στο περιοδικό Κ.Ε.Φ.Ι. (Σύλλογος Καρκινοπαθών Εθελοντών Φίλων Ιατρών)


"Με λένε Μαρία και είμαι 53 ετών. Σήμερα πηγαίνοντας στο Κ.Ε.Φ.Ι. πρώτη φορά για να ζητήσω βοήθεια για  ένα διαδικαστικό θέμα, μου έγινε η πρόταση να καταθέσω αν ήθελα σε ένα χαρτί τις σκέψεις μου, το βίωμά μου ή ό,τι άλλο επιθυμούσα.

Ήταν το Νοέμβριο που μας πέρασε όταν χρειάστηκε να χειρουργηθώ για μια απλή κύστη στην ωοθήκη. Βγαίνοντας από το χειρουργείο και έχοντας συνέλθει λίγο από τη νάρκωση, ο καλός μου γιατρός που με χειρούργησε μου ανακοίνωσε πως έγινε ολική υστερεκτομή γιατί η κύστη ήταν καρκίνος και είχε πιάσει και τις δύο ωοθήκες.

Του ζήτησα από την αρχή να μου πει όλη την αλήθεια, γιατί ήθελα να ξέρω, δικαιούμουν να ξέρω την αλήθεια. Είπε τα πράγματα με το όνομά τους εξαρχής, μίλησε με αισιόδοξα λόγια σε μένα και στην οικογένειά μου που ήταν όλοι μαζί μου στο δωμάτιο εκείνη τη στιγμή. Μου μίλησε για ελπίδα, για πίστη στο Θεό, για δύναμη, για αγάπη που είδε να πλανιέται μέσα στο δωμάτιο νοσηλείας μου και για ελπίδα για το καλύτερο.

Ένιωσα περίεργα, πάγωσα, δεν τρομοκρατήθηκα, ήταν σαν να το περίμενα. Μετά από τόσες ώρες χειρουργείο και μετέπειτα πόνους, υποψιάστηκα ότι για κάποιο σοβαρό λόγο δεν είχε αφαιρεθεί απλά μια κύστη. Χρειάστηκα χρόνο για να συνέλθω από το χειρουργείο και από κάποια μετεγχειρητικά προβλήματα στα οποία και επικεντρώθηκα στην αρχή. Μετά άρχισα να σκέφτομαι τη διαχείριση του όλου πράγματος. Σκέφτηκα τους δικούς μου και είπα μέσα μου: ευτυχώς που έτυχε σε μένα και όχι σε κάποιο άλλο δικό μου πρόσωπο. Με μένα θα το διαχειριστώ, θα το σκεφτώ, θα ψάξω να βρω τη δύναμη να το παλέψω όσο μπορώ. Ένιωσα ότι έπρεπε να τους προστατεύσω από τον πόνο. Άφησα τον εαυτό μου στην άκρη για να τον "διαχειριστώ" και νοιάστηκα να μην πληγωθούν εκείνοι. Τους παρακάλεσα να αποστασιοποιηθούν όσο γίνεται, να μου προσφέρουν την αγάπη τους κι εγώ τη δική μου, αλλά να μην εγκλωβιστούν σε φαύλο κύκλο, παρά να δουν την ασθένεια σαν οποιαδήποτε άλλη ασθένεια. Μέσα μου ένιωθα και νιώθω ότι η υπόθεση πλέον αφορά εμένα και κάποιον "Άλλον". Σε αυτές τις στιγμές ο άνθρωπος αποκτά ή επαναποκτά άλλου είδους "διασυνδέσεις" από όπου μπορεί να αντλήσει δύναμη και θάρρος.

Ηοικογένειά μου κι εγώ μαζί έχουμε βιώσει πολύ πόνο από απώλειες πολύ στενών αγαπημένων προσώπων και ιδιαίτερα νέων. Επιθυμούσα να τους προστατεύσω. Πολλές φορές ένιωθα και νιώθω ότι τους στηρίζω αντί να με στηρίζουν. Δεν ξέρω πού βρίσκω τόση δύναμη εγώ η αδύναμη, η φοβιτσιάρα πολλές φορές. Επιστρατεύω το χιούμορ, ακόμη και μαύρο χιούμορ, τον αυτοσαρκασμό πολλές φορές για να ξορκίσω τα σύννεφα που τυχόν θα επισκιάσουν την καθημερινή μας ζωή. Άφησα να μπει για τα καλά στη ζωή μου και στη ζωή των δικών μου ανθρώπων ο όρος "καρκίνος". Να τον συνειδητοποιήσουν, να νιώσουν ότι είναι απλά μια αρρώστια όχι απαραίτητα με κακό τέλος, λέγοντάς τον με το όνομά του. Καρκίνος, ε και λοιπόν. Ούτε η πρώτη είμαι ούτε η τελευταία (που μακάρι να ήμουν).

Και μετά ξεκίνησαν οι χημειοθεραπείες. Έξι τον αριθμό, τώρα είμαι λίγο πριν το τέλος τους. Δυνατές λόγω της ιδιαιτερότητας του καρκίνου. Παρενέργειες πολλές. Μερικές μέρες δύσκολες, μετά έρχονται οι υποφερτές, μετά οι καλές. Τις καλές μέρες τις εκμεταλλεύομαι. Προσπαθώ να κάνω πράγματα που μου αρέσουν, να πάω μια βόλτα, να ακούσω μουσική, να περάσω καλά με φίλους και συγγενείς, όσους είναι κοντά μου. Να προχωρήσω μπροστά. Πολεμάω με νύχια και με δόντια να είμαι μέσα στη ζωή. Όταν λυγίζω, γιατί λυγίζω μερικές φορές ειδικά τις ώρες της ανημπόριας, επανέρχομαι όταν συλλογίζομαι ότι είμαι σε έναν κόσμο που το ίδιο πρόβλημα το βιώνουν δυστυχώς ακόμη και μικρά παιδιά, νέοι άνθρωποι, όταν βλέπω τους άλλους ασθενείς μέσα στο τμήμα χημειοθεραπείας που παλεύουν με θάρρος. Βλέπω γύρω μου τι συμβαίνει, βλέπω ανθρώπους που τους έχει γονατίσει η αρρώστια και η ανέχεια, ανθρώπους που βιώνουν τις δύσκολες μέρες που περνάμε με τον πιο άσχημο τρόπο, ανθρώπους άστεγους, άνεργους και αφημένους στη μοίρα τους. Και τότε λέω, εγώ είμαι ένα περιστατικό όχι μεμονωμένο, προσπαθώ να μην εγκλωβιστώ στο πρόβλημά μου τη στιγμή που τόσος κόσμος αγωνιά και έχει ο καθένας τα δικά του προβλήματα. Σίγουρα το προσωπικό πρόβλημα του καθενός, ειδικά όταν υπάρχει ανημπόρια και πόνος, δεν γιατρεύεται και δεν εκμηδενίζεται όταν βλέπει και τα προβλήματα των άλλων . Όμως το να εντάσσεις τον εαυτό σου στο σύνολο και να βλέπεις ότι είσαι ένα κομμάτι αυτού του συνόλου, σε βοηθά να φιλοσοφείς διαφορετικά τα πράγματα, απ’ τη στιγμή που στο επιτρέπει η κατάστασή σου. Λες, είμαι κι εγώ μέσα σε έναν κόσμο που αγωνίζεται να επιβιώσει σε αυτόν ή στον άλλο τομέα.

Σε όλο αυτό το οδοιπορικό που δεν έχει τελειώσει ακόμη δεν ξέρω αν μπορούν να καταλάβουν οι άνθρωποι που με στηρίζουν, από το κοντινό μου περιβάλλον όσο και από το ευρύτερο, ο γιατρός μου, η ογκολόγος μου, το νοσηλευτικό προσωπικό, ο σύλλογος καρκινοπαθών τον οποίο επισκέφτηκα σήμερα και έγινε η αφορμή να καταθέσω την ψυχή μου στο χαρτί, δεν ξέρω αν καταλαβαίνουν πόσο σημαντική είναι η παρουσία τους στη ζωή μας. Ένα χαμόγελο, μια κουβέντα, μια συζήτηση, μια βοήθεια, μια δόση αγάπης που θα δώσεις και θα πάρεις είναι βάλσαμο για την ψυχή, γιατί τροφή της ψυχής είναι η αγάπη και μόνο η αγάπη. Αυτή η αγάπη που αναβλύζει από μέσα μου όλο αυτό τον καιρό και που εισπράττω  γαληνεύει την ψυχή μου, γιατί σε όλη αυτή την πορεία έχει πολλή μεγάλη σημασία εκτός από το σώμα και η ψυχούλα μας. Νιώθω ευγνωμοσύνη για τη στήριξη της αγαπημένης μου οικογένειας και των φίλων μου. Νιώθω ευγνωμοσύνη που σε αυτή την περιπέτεια στάθηκαν κοντά μου αγαπημένα άτομα που βίωσαν το ίδιο πρόβλημα με μένα κάποια στιγμή και που στάθηκα κι εγώ δίπλα τους όταν χρειαζόταν με όλη μου την αγάπη. Ευχαριστώ τον καλό γιατρό και εξίσου καλό άνθρωπο που με χειρούργησε και το νοσηλευτικό προσωπικό στο  Έλενα που χειρουργήθηκα, νοσηλεύθηκα και κάνω τις χημειοθεραπείες μου. Ευχαριστώ τους ογκολόγους και όλες τις νοσηλεύτριες του ογκολογικού τμήματος του Έλενα. Όλοι αυτοί δίνουν σκληρή  μάχη σε αντίξοες συνθήκες στο χώρο της υγείας για να βοηθήσουν, να στηρίξουν, να θεραπεύσουν. Ευχαριστώ το σύλλογο καρκινοπαθών Κ.Ε.Φ.Ι. που με έκανε να νιώσω αμέσως τη ζεστασιά και τη θαλπωρή των ανθρώπων της προσφοράς και του εθελοντισμού.

Τέλος, θα ήθελα να πιστεύω ότι όταν διαβάσετε αυτά τα λόγια εσείς που βιώνετε το ίδιο με μένα θα δείτε ότι δεν είστε μόνοι, όπως μόνη δεν αισθάνομαι κι εγώ διαβάζοντας κάτι δικό σας ή ερχόμενη σε επαφή με ανθρώπους που βίωσαν τα ίδια πράγματα. Η ζωή απαιτεί  ένα διαρκή αγώνα, που δεν έχει μόνο ήττες, έχει και νίκες. Σε αυτές ελπίζουμε. Εύχομαι κουράγιο, δύναμη, αγάπη, και υγεία στο σώμα και στην ψυχή μας".

Μ.Τ.

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Ο φόβος μέσα μας

Έντβαρτ Μουνκ, Η κραυγή
"Είναι περισσότερο ο φόβος, παρά οι ίδιες οι βάρβαρες συνθήκες ή τα μέτρα, που μουδιάζει και παραλύει τους ανθρώπους"
Τα ‘χουμε παίξει, είναι πασιφανές Πηγή: www.lifo.grTa

ΛΙΒΑΝΟΣ 1999
Ο πόλεμος είχε τελειώσει, ο εμφύλιος ήταν παρελθόν. Πάσχα του 1999,
Μ. Παρασκευή, η Φεϊρούζ τραγουδάει τους ύμνους στην σχεδόν αναστηλωμένη Ορθόδοξη Εκκλησία της Βηρυτού. Κόσμος πολύς, χριστιανοί ορθόδοξοι και καθολικοί, μουσουλμάνοι και ποιος ξέρει τί άλλο. Δεν ακουγόταν κιχ παρά μόνο η ίδια η τραγουδίστρια να τραγουδά Η ζωή εν τάφω κι όπως πάντα, φορώντας στο κεφάλι τη μαύρη μαντίλα της άφηνε στους αιθέρες τη θεϊκή της φωνή. Η κατάνυξη μέγιστη. Ένιωθες πως οι Λιβανέζοι, άνθρωποι κάθε θρησκείας, είχαν αφήσει πίσω τους τα μαύρα χρόνια. Το έβλεπες στα μάτια τους καθαρά. Κι όταν μετά το τέλος όλοι ξεχυθήκαμε έξω είδα μια Βηρυτό που με νωπές ακόμη τις πληγές της αγκάλιαζε τους κατοίκους της κι αυτοί ένιωθαν ασφαλείς και ήρεμοι σε αυτή την αγκαλιά. Τότε.

Ξημέρωσε, οι βόλτες στην πόλη μοναδική εμπειρία. Άνθρωποι δραστήριοι κατέκλυζαν τους δρόμους της. Άνθρωποι φτωχοί διαλαλούσαν την πραμάτεια τους στις αγορές. Φτωχοί ήσαν και φτωχοί παρέμεναν αλλά το βλέμμα τους πια σπινθηροβόλο. Τρακ τρακ τρακ τρακ το καροτσάκι στα πλακόστρωτα πουλούσε τα λιβανέζικα ψωμάκια που τα λένε κάακ και είχαν σχήμα τσάντας. Τακ τακ τακ τα φλιτζανάκια προκειμένου να μας δελεάσει ο μικροπωλητής να πιούμε καφέ στην Κορνίς. Η πόλη αλλόκοτη. Πολυκατοικίες διάτρητες από τις ρουκέτες στη διάρκεια των μακροχρόνιων πολεμικών συρράξεων. Όμως κατοικούσε κόσμος σε αυτές. Παντού έβλεπες δορυφορικά πιάτα στα κατεστραμμένα μπαλκόνια. Σουρεαλιστικός πίνακας μοναδικός που ο πόλεμος κι η ειρήνη είχαν φιλοτεχνήσει από κοινού. Η ζωή ξεπερνούσε την φαντασία. Έβλεπες δεκάδες τέτοια κτίρια στη σειρά και ξαφνικά μπροστά μας ξεπρόβαλλε ένα άλλο, φτιαγμένο, αναστηλωμένο, λαμπερό, μοναδικής ομορφιάς που φιλοξενούσε εστιατόριο ή κινηματογράφο. Άνθρωποι φωτεινοί, αισιόδοξοι. Εκεί που έβλεπες ένα ερείπιο γύριζες το μάτι σου κι έβλεπες το μέλλον στο χτισμένο με κόκκινα τούβλα εστιατόριο με τις καταπληκτικές τουαλέτες, εκεί που ήθελες να βγάλεις τα παπούτσια σου για να μην τις λερώσεις. Για να κάνεις την ανάγκη σου ούτε λόγος. Δεν ήθελες. Πιο πέρα όλο το ιστορικό κέντρο της Βηρυτού αναστηλωμένο, φρέσκο. Κανείς δεν κατοικούσε ακόμα, κανένα κατάστημα δεν λειτουργούσε ακόμα. Το φύλαγε ο στρατός κι ο κόσμος έμπαινε εκεί να βολτάρει, να χαρεί, να χαζέψει τα μοναδικής αρχιτεκτονικής κτίρια που μόλις είχαν αποκτήσει την αρχική, την πριν την καταστροφή του πολέμου όψη τους. Ολόκληρο το ιστορικό κέντρο χτισμένο από την αρχή. Παντού όπου κι αν πήγαμε στην υπόλοιπη χώρα συναντούσαμε μοναδικής ομορφιάς τοπία και χωριά. Το όρος Λίβανος δέσποζε ακριβώς πάνω από την πόλη, δυο βήματα από τη θάλασσα. Αξέχαστη εμπειρία. Αλλά περισσότερο απ' όλα αυτά εντυπωσιαζόταν κανείς από τους ανθρώπους. Σε φιλικό σπίτι 10 άτομα παρέα, άγνωστοι εμείς, Λιβανέζοι που έζησαν όλον τον πόλεμο στο πετσί τους, Λιβανέζοι που ζούσαν χρόνια στο εξωτερικό, Βέλγοι που διάλεξαν αυτήν τη χώρα για νέα τους πατρίδα. Οι γλώσσες που μιλούσαν πολλές. Πιάσαμε να συζητάμε στ' αγγλικά για τους σατανικούς στίχους του Σαλμάν Ρασντί. Δύσκολη συζήτηση. Εμείς ορθόδοξοι, κάποιοι καθολικοί, άλλοι τίποτα και δυο τρεις μουσουλμάνοι, ο ένας αδιάφορος, ο άλλος πολύ πιστός. Διαφωνήσαμε, κουραστήκαμε και σταματήσαμε κρατώντας ο καθένας μας τα συμπεράσματά του για το βιβλίο.

Την άλλη μέρα συναντήσαμε φίλες μουσουλμάνες. Δεν δέχονταν την μαντίλα αλλά δεν είχαν κανένα πρόβλημα για τις άλλες γυναίκες που περνούσαν μπροστά μας και την φόραγαν. Επιχειρήματα για το ένα και για το άλλο. Εξηγήσεις, ερμηνείες.
Βηρυτός - Παρίσι της Ανατολής, Τύρος, Σιδώνα, Βύβλος, Μπέιτ-ελ-Ντιν αξέχαστες εικόνες κι αξέχαστοι άνθρωποι. Αλλά ο επισκέπτης της χώρας αυτής που σέβεται τον εαυτό του δεν θα τελειώσει το ταξίδι του χωρίς επίσκεψη στο καταπληκτικό ζαχαροπλαστείο της Κορνίς με τα "Σοροπιαστά" του Abohsali που μόνο σοροπιαστά δεν είναι παρά μόνο μοσχοβολούν το φρέσκο βούτυρο και τους ξηρούς καρπούς.

Το κείμενο όμως αυτό δεν είναι τουριστικό ανάγνωσμα, δεν είναι οδοιπορικό σε μια πανέμορφη και ταλαιπωρημένη χώρα, δεν επιθυμεί να την αντιμετωπίσει ως τουριστικό αξιοθέατο. Το κείμενο αυτό γράφεται για να σκιαγραφήσει όσο μπορεί τις συνθήκες στις οποίες οι άνθρωποι εκεί καλούνταν να ζήσουν ΜΙΑ ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΦΟΒΟ. Από τότε κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα έπρεπε. Αλλά αυτό είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα. Και φυσικά η Βηρυτός δεν ξέφυγε από την πεπατημένη. Το όμορφο αισιόδοξο ξεκίνημα της αναστήλωσής της περιορίστηκε σε μερικά οικοδομικά τετράγωνα στο ιστορικό κέντρο ίσα ίσα να τονώσει την δημοφιλία του Χαρίρι. Και μετά κακόγουστα, τεράστια και "μεταμοντέρνα" κτίρια όρθωσαν το ανάστημά τους κι έτσι το κιτς, οι ουρανοξύστες και η άναρχη δόμηση έπνιξαν την πάλαι ποτέ ομορφιά των λιβανέζικων πόλεων.

ΑΘΗΝΑ 2012
Άνθρωποι ξένοι μεταξύ τους, άνθρωποι που μιλούν κοινή γλώσσα αλλά δεν συνεννοούνται. Άνθρωποι φοβισμένοι, σκοτεινοί, σκεπτικοί. Καταστήματα με λουκέτα, ετοιμόρροπα. Λινάτσες σε ιστορικά κτίρια δίνουν την ψευδαίσθηση πως κάποιος ενδιαφέρεται γι' αυτά. Αλλά οι λινάτσες είναι σκισμένες αφού δεν βρίσκονται εκεί επειδή κάποιος αποφάσισε να δώσει την πρέπουσα σημασία στα ντουβάρια. Απλώς λειτουργούν σαν δίχτυ ασφαλείας για να μην πέσουν και πλακώσουν κανέναν άνθρωπο. Ένα δίχτυ ασφαλείας ξεσκισμένο, τίποτα και κανείς δεν μπορεί πια να προστατεύσει ούτε τους ανθρώπους ούτε τα κτίρια. Ακριβώς απέναντι από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας το ερείπιο του θεάτρου Αθήναιον. Χρόνια εκεί για να θυμίζει ότι "ουδέν μονιμότερο του προσωρινού" σ' αυτήν την πόλη. Προσωπικά δεν είναι η γνώμη του τουρίστα που μ' απασχολεί τόσο. Είναι εκείνη η πικρή αίσθηση στο στόμα που ένιωσα μόλις το αντίκρισα. Τοσίτσα. Ιδιότυπη λαϊκή αγορά, ζεύγη ανθρώπων που δίνουν τα χέρια, χαιρετιούνται λες, αλλά όχι. Ξέρεις ότι δεν χαιρετιούνται. Ξέρεις ότι ο ένας δίνει κι ο άλλος παίρνει. Και ξέρεις τί είν' αυτό. Πατησίων. Κορμιά μελαχρινά, κορμιά λευκά, κίτρινα, κορμιά ταλαιπωρημένα κι άρρωστα. Εμπόρευμα, φθηνό και τιποτένιο περιμένει τον ντόπιο να το αγοράσει. Φθηνά, όσο περισσότερο φθηνά. Να μην ξοδέψει και τα χρήματα του οικογενειακού προϋπολογισμού. Να επιστρέψει στην "οικογένεια" λες και δεν είχε συμβεί τίποτα λίγο πριν. Σωκράτους. Άνθρωποι φοβισμένοι. Εκείνοι φοβούνται εμένα κι εγώ αυτούς. Μετά τις 9 το βράδυ περπατούν σκυφτοί, νευριασμένοι, φοβισμένοι. Πού πάνε όλοι αυτοί οι άνθρωποι, πού χάνονται μετά τις 9; Πού κοιμούνται, πού ζουν; Μαγαζιά με σκοτεινές κινέζικες επιγραφές. Καλυμμένες προσόψεις με χαρτί ή βαμμένες αλλά καταλαβαίνεις ότι μέσα κάτι γίνεται. Τί; Περπατάς, κινείσαι και νιώθεις από κάτω σου την πόλη κούφια. Και ξέρεις πως ό,τι δεν συμβαίνει επάνω συμβαίνει από κάτω. Υπόγεια χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων με παράνομα εμπορεύματα, πράγματα. Υπόγεια μερικών τετραγωνικών μέτρων με παράνομα εμπορεύματα, ανθρώπους. Όπου κι αν κοιτάξεις βλέπεις την εγκατάλειψη. Όποιον κι αν συναντήσεις βλέπεις τον φόβο. Εγώ δεν θα αναρωτηθώ "τί κάνει η πολιτεία", εγώ δεν θα υψώσω τη φωνή "πού είναι το κράτος". Γιατί η "πολιτεία" έκανε ό,τι ακριβώς έπρεπε για να γίνει η πρωτεύουσα της Ελλάδας αυτό το ρημάδι. Γιατί το "κράτος" δεν είναι πουθενά. Τουλάχιστον δεν είναι εκεί που θα 'πρεπε. Δεν είναι πουθενά γιατί δεν υπάρχει. Σε αντίθεση με το μοναδικό δημιούργημά του που αντέχει στο χρόνο, το παρακράτος, που γαμεί και δέρνει.

ΦΟΒΟΣ
"Είναι περισσότερο ο φόβος, παρά οι ίδιες οι βάρβαρες συνθήκες ή τα μέτρα, που μουδιάζει και παραλύει τους ανθρώπους".
«πρεσβύτερος» Θεόδωρος Μεγαλοοικονόμου Πηγή: www.lifo.gr
Ναι ακριβώς αυτό. Δεν ανησυχείς τόσο γι' αυτό που είναι απαραίτητο για την επιβίωσή σου αλλά δεν μπορείς να το αποκτήσεις. Φοβάσαι επειδή ξέρεις ότι δεν θα το αποκτήσεις ποτέ.
Μικρή ήμουν κι άκουγα τους γονείς μου να προγραμματίζουν. Όχι να σχεδιάζουν αλλά απλώς να προγραμματίζουν. Στο τέλος του μήνα τ' αγγλικά και τα γαλλικά της μικρής (εμένα). Η μεγάλη (η αδελφή) εργαζόταν. Να την ρωτήσουμε (εμένα) μήπως θέλει να μάθει κάποιο μουσικό όργανο. Προσωπικά χεσμένο το είχα το μουσικό όργανο αλλά τρελαινόμουν να τους κάνω πλάκα και να τους λέω ότι μ' αρέσει το πιάνο! Τους ένιωθα την νύχτα, τους άκουγα τους γονείς και πιο πολύ τη μαμά (ο μπαμπάς καταλάβαινε πως δεν το εννοώ) ν' αναστενάζει. Πού θα το βάλουμε το πιάνο; Πόσο κάνει ένα πιάνο; Και ξυπνούσε μ' επιχειρήματα "μήπως να μάθεις κιθάρα να την παίρνεις μαζί να διασκεδάζεις με τους φίλους σου;" Μωρέ δεν με χέζετε με τις κιθάρες. Θέλω να μάθω κι άλλη ξένη γλώσσα. Βεβαίως. Γερμανικά θέλω να μάθω. Πάνω απ' το πτώμα μου. Είπε η μητέρα. Ο πατέρας, κρυφογελώντας. Μάθε ιταλικά. Όχι δεν θέλω ιταλικά, θέλω γερμανικά. Κι έτσι ξεμπερδέψαμε και με την τρίτη ξένη γλώσσα. Μετά ερχόταν καλοκαίρι. "Γιάννη η μικρή (εγώ) θέλει πέδιλα και παντελόνια και μαγιό". Εντάξει να πάτε να ψωνίσετε, να ψωνίσεις και για σένα ε; (το 'λεγε και φρόντιζε να μην ακούγεται το μακρόσυρτο "αααααχ" τί να πρωτοπρολάβει). Δεν θέλω εγώ τίποτα. Η μικρή να είναι εντάξει κι εσύ. Εγώ τί να θέλω, έλεγε ο μπαμπάς. Εγώ είμαι άντρας. Ένα κοστούμι καθημερινό κι ένα επίσημο. Μια χαρά είμαι. Πουκάμισα να 'χω καθαρά και γραβάτες κι είμαι εντάξει.

Πουκάμισα είχε ο μπαμπάς, λευκά και μπεζ για να μη δυσκολεύεται με τις γραβάτες. Και γραβάτες είχε γιατί έλεγε ότι ο άντρας απ' τη σωστή γραβάτα φαίνεται. Κι έτσι μεγάλωσα με αρχές. Ότι ο άντρας φαίνεται απ' τη γραβάτα κι η γυναίκα απ' τα μαλλιά, τα χέρια και τα πόδια. Στην οικογένειά μας απαγορευόταν δια ροπάλου να φοράμε παπούτσια με φθαρμένα τακούνια, να είμαστε αχτένιστοι και να μην έχει η μαμά περιποιημένα χέρια και πόδια. Ψωμί δεν είχαμε ('νταξ είχαμε), τυρί μας στείλανε (δεν μας το 'στειλε κανείς, το αγοράζαμε).
Αλλά δεν φοβόμασταν για τίποτα. Δεν κάναμε σπουδαία σχέδια για το μέλλον αλλά αυτό το μέλλον το είχαμε δεδομένο. Θα ερχόταν έτσι κι αλλιώς, το ξέραμε. Απλώς έπρεπε να παίρνουμε τα μέτρα μας. Έτσι βιώναμε τις δυσκολίες. Χωρίς φανφάρες ή αισιοδοξία αλλά με οικογενειακό προγραμματισμό. Ούτε τη χούντα φοβόντουσαν οι γονείς μου ή τουλάχιστον δεν το έδειχναν. Δεν μασούσαν πάντως. Η ψυχή τους βέβαια πήγε στην Κούλουρη όταν εκείνο το μοιραίο βράδυ εγώ η μικρή και η αδελφή η μεγάλη γυρίσαμε μεσάνυχτα στο σπίτι και μάλιστα με διαφορά ώρας η μία από την άλλη αφού δεν ήμασταν μαζί. Την στιγμή που οι γονείς μας μάθαιναν το πανηγύρι από το ραδιόφωνο.

Εγώ τώρα; Εγώ λοιπόν τώρα φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ. Όχι επειδή δεν θα τα βγάλω πέρα. Γιατί νομίζω πως θα τα βγάλω. Όχι επειδή ο προσωπικός μου αγώνας δεν θα έχει σπουδαία αποτελέσματα. Δεν θα έχει, αυτό το ξέρω. Δεν φοβάμαι κάτι προσωπικό, ατομικό. Δεν φοβάμαι για την υγεία μου. Ανησυχώ γι' αυτήν και γι' αυτό την φροντίζω όσο μπορώ. Εκείνο που φοβάμαι είναι ο ίδιος ο φόβος. Ο φόβος που νιώθω μέσα μου για όλα. Ο φόβος που νιώθω απ' έξω μου απ' όλους. Αλλά πάνω απ' όλα εκείνο που φοβάμαι είναι που οι περισσότεροι άνθρωποι που ξέρω φοβούνται κι αυτοί. Και φοβάμαι που φοβούνται μόνοι τους, ο καθένας στη γωνιά του, στο σπίτι του, στο μικρόκοσμό του.
Λένε πως η χαρά όταν μοιράζεται είναι διπλή χαρά.
Λένε πως η λύπη όταν μοιράζεται είναι μισή λύπη.
Ο φόβος άραγε; Τί είναι όταν μοιράζεται; Τί είναι όταν δεν μοιράζεται;
Τελικά εκείνο που φοβάμαι πάνω απ' όλα είναι μήπως ο φόβος γίνει τόσο ανθεκτικός που είτε τον μοιραστείς είτε όχι θα παραμείνει ενιαίος και συμπαγής ΦΟΒΟΣ.
Φοβάμαι μήπως σταματήσουμε να φοβόμαστε όταν θα τα 'χουμε πια δει όλα!
Όπως οι πολίτες του Λιβάνου.
Οι συλλογικότητες, η αίσθηση κοινότητας, η σχέση με τον άλλο γενικότερα φαίνεται να ανταποκρίνονται στην ανάγκη μας για έναν τόπο όπου μπορούμε να μοιραστούμε εμπειρίες, συναισθήματα, φόβους, αγωνίες, όνειρα», συμπληρώνει ο νεαρός ψυχολόγος κι εγώ θυμάμαι τον Ρίλκε που έγραφε για τον εν τέλει θεραπευτικό αλλά και παιδαγωγικό ρόλο της ψυχής, όσον αφορά τις δυσκολίες και τις ασθένειες, σωματικές και ψυχικές. Πηγή: www.lifo.gr
Οι συλλογικότητες, η αίσθηση κοινότητας, η σχέση με τον άλλο γενικότερα φαίνεται να ανταποκρίνονται στην ανάγκη μας για έναν τόπο όπου μπορούμε να μοιραστούμε εμπειρίες, συναισθήματα, φόβους, αγωνίες, όνειρα», συμπληρώνει ο νεαρός ψυχολόγος κι εγώ θυμάμαι τον Ρίλκε που έγραφε για τον εν τέλει θεραπευτικό αλλά και παιδαγωγικό ρόλο της ψυχής, όσον αφορά τις δυσκολίες και τις ασθένειες, σωματικές και ψυχικές. Πηγή: www.lifo.gr


(Σ' ευχαριστώ Σταύρο, που τώρα πια έχεις μετοικήσει στην ουράνια γειτονιά)


Eίναι περισσότερο ο φόβος, παρά οι ίδιες οι βάρβαρες συνθήκες ή τα μέτρα, που μουδιάζει και παραλύει τους ανθρώπους Πηγή: www.lifo.gr
Eίναι περισσότερο ο φόβος, παρά οι ίδιες οι βάρβαρες συνθήκες ή τα μέτρα, που μουδιάζει και παραλύει τους ανθρώπους Πηγή: www.lifo.gr

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

'Ημασταν άοπλοι.

Ε ψιτ!!!

Εσύ που...
...δηλώνεις αριστερός αλλά ακόμα δεν έχεις μάθει να ξεχωρίζεις ποιός είναι δίπλα σου και ποιός απέναντί σου (μπορεί και να μη σε νοιάζει). Ποιός ο εχθρός και ποιός ο φίλος, ο συναγωνιστής (μπορεί και να μην σε ενδιαφέρει). Αν και δεν πιστεύω πως οτιδήποτε απαιτεί να βγεις από το καβούκι σου και το "εγώ" σου σε αφορά (προς το παρόν). Ούτε ότι θέλεις κάποιον δίπλα σου (αυτή τη στιγμή, ίσως αργότερα!). Γιατί η αγκύλωση στο λαιμό σου καλά κρατεί. Πώς να γυρίσεις στο πλάι να κοιτάξεις τον διπλανό σου; Εσύ μόνος θέλεις να βρίσκεσαι κάπου εκεί κι όλοι οι άλλοι απέναντι. Όμως αυτοί "οι άλλοι" σου 'χουν γυρισμένη την πλάτη, δεν το βλέπεις; Δεν σε νοιάζει, το ξέρω, θέλεις να είσαι ένας μόνος του εναντίον όλων.

Σου φταίω εγώ, σου φταίει κι αυτός κι αυτός κι αυτός, η γενιά του 20, του 30, του 40, του 50, του 60, του 70 (ανάθεμα την ώρα που γεννήθηκες λες), η γενιά του Πολυτεχνείου, σου φταίμε όλοι για την κατάντια σου. Απορώ πώς ως "αριστερός" δεν έχεις καταλάβει ότι το θέμα δεν αφορά πρόσωπα.

"Δεκάδες φορές έχω γράψει ότι οι έλληνες ούτε ιστορία ξέρουν αλλά ούτε και ιστορική μεθοδολογία. Γι' αυτό ακούτε συνέχεια για την γενιά του πολυτεχνείου που στόχο έχει να λοιδωρήσει το ιστορικό γεγονός. Οι πτωχοί τω πνεύματι συμπατριώτες μας αγνοούν ότι ένα ιστορικό γεγονός αυτονομείται απ' τα συμμετέχοντα σε αυτό πρόσωπα, γίνεται αυτεξούσιο και αυτόνομο και καταγράφεται ως μία Στιγμή στην Ιστορία.
Τ
ο μετά, το πριν του κάθε ενός πρωταγωνιστή, δευτεραγωνιστή κ.λπ. ουδεμία επίδραση έχει σε αυτό, καθεαυτό το ιστορικό συμβάν. Δεν απαξιώνεται ο Μάης του 68 επειδή ο Κον Μπεντίντ έγινε αυτό που τότε πολεμούσε. Δεν λοιδωρείται η Γαλλική Επανάσταση επειδή υπήρξε η γκιλοτίνα ή ο Βοναπάρτης. Αυτά, αλλού, τα ξέρουν και τα παιδάκια του νηπιαγωγείου αλλά ξέχασα εκεί τρώγανε βαλανίδια όταν εμείς κάναμε πεντικιούρ"
γράφει η φίλη ΣΛ και δεν μπορώ να συμφωνήσω περισσότερο.

Κάθε γενιά έχει τις δικές της προκλήσεις. Αν οι προηγούμενες γενιές τα έκαναν σκατά, αυτή είναι η πρόκληση της δικής σου. Να τα αλλάξεις.

Η γενιά του πολυτεχνείου που τόσο πολύ σου αρέσει να τοποθετείς σε αυτήν οτιδήποτε σου την σπάει και να την κατηγορείς ολόκληρη φερόμενος ως υπερφίαλος και θεωρητικός γενοκτόνος (ακραίο ε;), "έπραξε" όταν έπρεπε. Αυτό που άλλαξε μετά, αυτό που χάλασε μετά, είναι δική σου δουλειά να το εξηγήσεις και να το ανατρέψεις. Εσένα που τα βρήκες όλα έτοιμα επειδή εκείνη η γενιά, η τόσο ταλαιπωρημένη, πάνω στη "στροφή" τα βρήκε μπαστούνια και τα παράτησε. Κατά τη δική μου γνώμη το μεγάλο της "έγκλημα" είναι ότι σου πρόσφερε απλόχερα αγαθά αντί για εφόδια ν' αντιμετωπίσεις τις δικές σου δύσκολες στιγμές που σίγουρα θα έρχονταν κάποια στιγμή στο μέλλον. Γι' αυτό τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου. Δεν είναι κακό. Και μη ξεχνάς ότι για την χούντα αλλά και για την μαύρη περίοδο πριν από αυτήν δεν ευθυνόταν η γενιά του πολυτεχνείου αλλά οι προηγούμενες γενιές, αυτή όμως η γενιά αγωνίστηκε για να την ανατρέψει. Και ουδέποτε είπε στους γονείς της κουνώντας τους το δάχτυλο "τί βάρος μας φορτώσατε ωρέ". Απλά σήκωσε τα μανίκια κι έπιασε δουλειά. Όπως κι άλλες γενιές πριν από αυτήν που "κληρονόμησαν" από τους γονείς τους "κακώς κείμενα".

Από την άλλη δεν μπορείς να ξέρεις τί σημαίνει να βρίσκεσαι πάνω στα κάγκελα λίγη ώρα προτού το τανκ συντρίψει την σιδερένια πόρτα. Δεν ξέρεις τί σημαίνει ν' αναρωτιέσαι την επόμενη μέρα ποιός να ήταν εκείνος ο φοιτητής που με το ζόρι σε βούτηξε και σε κατέβασε οδηγώντας σε μακριά κι οργισμένος σου 'λεγε πως πρέπει να γυρίσεις σπίτι σου γιατί είσαι μικρό παιδί κι αν παραμείνεις περισσότερο πρόβλημα θα δημιουργήσεις παρά θα βοηθήσεις. Δεν έχει σημασία όμως, το ότι δεν βιώσαμε το 1821 δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχουμε κι άποψη.  
Άποψη ναι, ανάθεμα όχι.

Υψώνεις τη φωνή περί δικαιοσύνης και ισότητας αλλά εκείνο που επιθυμείς είναι παρέα στο χάλι σου. Επιθυμείς ισότητα προς τα κάτω, δικαιοσύνη σύμφωνη με τον δικό σου κώδικα ηθικής. Θέλεις να σκύψουν οι άλλοι αντί να προσπαθήσεις να σηκωθείς εσύ. Δηλώνεις δουλευταράς αλλά ειρωνεύεσαι τις παθογένειες της κοινωνίας που κάνουν το επάγγελμά σου να ευημερεί κι εσένα να έχεις δουλειά. Είσαι κι εσύ μέρος του συστήματος, είσαι κι εσύ συμμέτοχος σ' αυτό το αλισιβερίσι να το ξέρεις. Περισσότερο με τη νοοτροπία και τον χαρακτήρα σου παρά με τα κακώς κείμενα στη ζωή σου.

Δηλώνεις δημοκράτης αλλά δεν σε άκουσα να φωνάζεις "κάτω ο φασισμός". Είναι βολική δικαιολογία ότι ένα φασιστικό κόμμα στη χώρα σου είναι παραπροϊόν του συστήματος. Είναι θαρρείς πιο αποτελεσματικό να κρύβεις τον κίνδυνο κάτω από το χαλί. Ξεχνάς πως από ώρα σε ώρα αυτό το χαλί, που πάνω του πατάς τώρα, κάποιος θα το τραβήξει. Και βεβαίως ούτε λόγος για ν' αναλογιστείς τις συνέπειες όταν ταυτίζεσαι στην ουσία μαζί τους χειροκροτώντας ρατσιστικές, ξενόφοβες και φασιστικές δηλώσεις.

Αυτό το δάχτυλο που όλο μας κουνάς κάποια μέρα θα σου του κόψουν. Έτσι στα ξαφνικά ενώ βουλιάζεις απέναντι στη συσκευή της τηλεόρασής σου. Όταν στην ηλικία σου θα έπρεπε να είσαι στους δρόμους, στον αγώνα, στην προσπάθεια γι' ανατροπή του συστήματος που σε πνίγει, σε ακρωτηριάζει, σου στερεί την ανάσα, το μέλλον, την ίδια τη ζωή.

Αυτός ο καθρέφτης που όλο αποφεύγεις κάποια μέρα θα σε υποχρεώσει να τον κοιτάξεις η ίδια η ζωή. Έτσι στα ξαφνικά προτού προλάβει η ειρωνεία ν' απομακρυνθεί από το πρόσωπό σου, προτού το σηκωμένο φρύδι σου επανέλθει στη θέση του. Ελπίζω τότε να μην έχεις τυφλωθεί και να μπορέσεις να σταθείς με αξιοπρέπεια απέναντι στο είδωλό σου και να είσαι ειλικρινής.

Αυτή η ψεύτικη λάμψη που περιφέρεις δεξιά κι "αριστερά" κάποια μέρα θα σβήσει. Ή οι άλλοι άνθρωποι δεν θα τυφλώνονται πια και θα βλέπουν παρά μέσα. Και τότε ίσως με τρόμο διαπιστώσεις πως θα έχεις απομείνει ένα απόλυτο τίποτα χωρίς δάχτυλο να κουνάς και χωρίς είδωλο για ν' αναγνωρίζεις τον εαυτό σου. Και "οι άλλοι" θα είναι μακριά. Και θα πρέπει να τα βγάλεις πέρα μόνος σου τότε.

Πάντως εδώ που τα λέμε ένα δίκιο το 'χεις. Όπως πάντα it takes two to tango babe. Φταίμε που αφήνουμε να μας χειραγωγούν, να μας τρομάζουν κι έτσι να μας εξαθλιώνουν σαν πολίτη, σαν εργαζόμενο αλλά κυρίως σαν άνθρωπο.
Κριτικές και ειρωνείες άκουσα και διάβασα. Προτάσεις κι απόψεις δεν άκουσα (ούτε διάβασα) που να είναι πιο αποτελεσματικές από τις λειψές, λάθος κι έστω αποπροσανατολιστικές μέχρι τώρα προσπάθειες των άλλων. Το γεγονός πως τα πράγματα δεν αλλάζουν αυτόματα και με τον τρόπο που αρέσει σε σένα είναι πολύ βολική δικαιολογία για να μην βγεις ποτέ από το καβούκι σου. Απαξιώνεις αγώνες που έκαναν οι προηγούμενες γενιές μόνο και μόνο για να δικαιολογήσεις τα αδικαιολόγητα "αφού αυτοί δεν κατάφεραν τίποτα, αφού αυτοί έγιναν αυτό που πολεμούσαν γιατί ν' αγωνιστώ εγώ; Τί θα καταφέρω εγώ;" ή το ακραίο "Αυτά τα πολυτεχνεία είδατε που μας οδήγησαν, στην μεταπολίτευση και στο σημερινό κατάντημα". Και συνεχίζεις "άλλο... άλλο τρόπο πρέπει να βρούμε". Όμως ξέρεις και ξέρω καλά ότι δεν ψάχνεις για τρόπο, ψάχνεις για άλλοθι. Πόσο πληρώνεσαι γι' αυτό το άλλοθι; Σου φτάνουν να βγάλεις τη βδομάδα;




Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Δεν ακούω κουβέντα

Gustav Klimt

Της ανακοίνωσα πως ο διευθυντής του σχολείου θέλει τους γονείς μου.
Τραβώντας τα μαλλιά της ρωτούσε κάποιο εντελώς απροσδιόριστο άτομο ...κοιτάζοντας απεγνωσμένη το κενό:
- Τί έκανες; Τί είπες; Κάτω η Χούντα; Κάτω ο Φασισμός; Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία;
- Όχι καλέ μαμά, κυνηγιόμουνα με την Ρένα, την έπιασα απ' τα μαλλιά, πονούσε, φώναζε και τσίριζε, μας πήγανε στο "γραφείο" και τώρα θέλουν τους γονείς μας.
- Καλύτερα να είχες πει κάτω η Χούντα!!! είπε εξακολουθώντας να τραβάει ευτυχώς τα δικά της μαλλιά.

...

Της ανακοίνωσα πως σ' ένα μήνα θα παντρευόμουν. Χάρηκε για μένα αλλά καθόλου για τον μέλλοντα γαμπρό της τον οποίο εκτιμούσε και αγαπούσε πολύ.
Της ανακοίνωσα πως την επομένη θα ερχόταν να φάει μαζί μας, όπως άλλωστε έκανε πολύ συχνά, και θα της έλεγε κι ο ίδιος, επισήμως, ότι επιθυμεί να με παντρευτεί.
Σουρομαδιόταν γιατί δεν θα προλάβαινε - λέει - να μαγειρέψει κάτι της προκοπής και να φτιάξει και γλυκό.
Της θύμισα ότι ο μέλλων γαμπρός της ήταν συχνός επισκέπτης στο τραπέζι μας. Ούτε που με άκουσε.
Όταν εκείνος χτύπησε το κουδούνι τον υποδέχτηκε λέγοντας "δεν φέρω καμία ευθύνη".
Της ανακοίνωσα πως θέλω κλειστό γάμο με μόνο συγγενείς πρώτου βαθμού. Σχεδόν λιποθύμησε υπολογίζοντας πόσα γαμήλια δώρα έχει κάνει η ίδια σε άλλα ζευγάρια τα οποία τώρα δεν θα έβγαζαν για χάρη μου "την υποχρέωση".
Με ρώτησε τί χρήματα χρειαζόμουν για να φτιάξω το σπιτικό μου αφού πρώτα με ρώτησε αν η βιασύνη οφειλόταν σε εγκυμοσύνη.
Της απάντησα πως έχω δικά μου χρήματα, εφόσον εργαζόμουν και πως όχι δεν θέλω να κάνω παιδιά. Για το πρώτο σταυροκοπήθηκε, για το δεύτερο δεν με πίστεψε.
Ωστόσο μου αγόρασε ό,τι τσουμπλέκι πουλιόταν σε ακτίνα τετραγωνικού χιλιομέτρου από το σπίτι μας.

...

Της ανακοίνωσα πως δεν θα φορέσω νυφικό, με ρώτησε κάτωχρη αν τουλάχιστον θα φορέσω κάτι ...λευκό. Της απάντησα ναι, θα φοράω λευκά παπούτσια και πως όχι το φόρεμα θα ήταν ...καφετί και θα ήταν Λώρα Άσλεϋ, δεν ήξερε τί ήταν αυτό αλλά παρηγορήθηκε όταν άκουσε την τιμή του φορέματος.

...

Της ανακοίνωσα πως πέρασα όλα τα μαθήματα της τελευταίας εξεταστικής και πως θα πήγαινα στην ορκωμοσία γιατί θα έπαιρνα πτυχίο. Με ρώτησε αν πρέπει να έρθει μαζί, της είπα όχι. Με ρώτησε αν τουλάχιστον θα ερχόταν μαζί ο σύζυγός μου, της είπα όχι. Κι όταν με ρώτησε "πού είναι το πτυχίο;" της έδειξα απλώς ένα επίσημο έγγραφο που βεβαίωνε ότι αποφοίτησα με 7,5. Με ρώτησε "και πού είναι ο πάπυρος;" και της είπα "χέσε μας ρε μαμά". Ωστόσο η ίδια τηλεφώνησε χωρίς να με ενημερώσει και ζήτησε πληροφορίες για το τί και το πώς προκειμένου ν' αποκτήσουμε και πάπυρο. Έκανε ό,τι της είπαν και σε δύο μήνες μου τον έφερε τυλιγμένο σε κορδελάκι. Για κάδρο δεν επέμεινε.

...

Με κάθισε στο τραπέζι της κουζίνας, να μιλήσουμε σοβαρά. Για το μέλλον μου τώρα που είχα πάρει πτυχίο. Εννοούσε να επιστρατεύσουμε τους γνωστούς μας για να διοριστώ στο δημόσιο. Έκανα πως δεν κατάλαβα και την άφησα να ξεδιπλώσει τους συλλογισμούς της σχετικά με το τί θεωρούσε "μέλλον μου".

- Δεν ξέρω μαμά αν το έχεις προσέξει αλλά τα τελευταία 5 χρόνια φεύγω από το σπίτι κάθε πρωί κι επιστρέφω το απόγευμα, έχεις αναρωτηθεί πού πηγαίνω;
- Στη δουλειά σου.
- Άρα έχω δουλειά.
- Αυτό είναι "δουλειά";
- Ναι, είναι αλλά τώρα συνειδητοποιώ πως ποτέ δεν με ρώτησες τί ακριβώς δουλειά είναι αυτή που κάνω.
- Δουλεύεις σ' έναν εκδοτικό οίκο.
- Ναι, αλλά τί δουλειά κάνω;
- Τί δουλειά κάνεις λοιπόν;
Της απάντησα, δεν κατάλαβε, της έφερα ένα έντυπο και της είπα "τέτοια φτιάχνω".
Επέμενε πως αυτό δεν είναι δουλειά και τί θα γίνει αν με απολύσουν. Της απάντησα πως θα βρω άλλη δουλειά κι ότι ήμουν περιζήτητη. Χάρηκε για το "περιζήτητη".

Από εκείνο το σημείο και μετά συνέβησαν πολλά δυσάρεστα πράγματα για τα οποία δεν είχε πάρει χαμπάρι. Συνέβησαν όμως και πολλά ευχάριστα τα οποία πάντοτε άκουγε με δυσπιστία γιατί η απόσταση ανάμεσα σ' αυτό που εγώ θεωρούσα ευχάριστο και σ' αυτό που θεωρούσε εκείνη ήταν μερικά έτη φωτός και κάτι ψιλά. Ωστόσο χαμογελούσε αφού χαιρόμουν εγώ.

Μετά εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο. Παρά τη θέλησή της βεβαίως. Ποτέ δεν ξεπέρασα τον θάνατό της κι ας έχουν περάσει 17 χρόνια.

Μόνο φέτος, φέτος σκέφτηκα πόσο τυχερή στάθηκε και δεν ζει τώρα για να δει τους φασίστες μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο σε απόσταση αναπνοής από το γειτονόπουλο και παιδικό της φίλο Μανώλη Γλέζο και να τους ακούει να τον λένε εγκληματία. Γιατί αν δεν είχε "φύγει" τότε θα "έφευγε" σίγουρα τώρα και μάλιστα οικειοθελώς.

Όλα τα υπόλοιπα κάποιοι από εσάς λίγο πολύ τα ξέρετε... αλλά βεβαίως δεν έχω και κανένα πρόβλημα να τα ξαναπώ...

Θα έχετε καταλάβει όμως πως έχω και μια αδελφή. Μεγαλύτερη κατά μία δεκαετία. Αυτή τράβηξε των παθών της τον τάραχο από την αυταρχική αρχική βερσιόν της μητέρας μας κι ανέλαβε το δύσκολο έργο να την διαπαιδαγωγήσει πάντα με τη βοήθεια του δημοκράτη και πολύ προοδευτικού πατέρα μας, ώστε να βρω εγώ "έτοιμη" την πιο λάιτ βερσιόν της και να της πρήζω τα τζιέρια όπως έλεγε.



Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία και...

...Γόβες Μπλε


Την Παρασκευή πήγα σ' ένα γάμο.
Είχα ξεχάσει πώς είναι να πηγαίνεις σ' ένα γάμο. Για την ακρίβεια είχα ξεχάσει πώς είναι να γίνεται ένας γάμος. Νόμιζα πως οι άνθρωποι δεν θα παντρευτούν ποτέ ξανά. Πως δεν θα κάνουν οικογένειες. Δεν θα γελάνε, δεν θα κλαίνε,
δεν θα ζουν.

Σε πείσμα των καιρών όμως δυο νέοι άνθρωποι αποφάσισαν να ενώσουν τις ζωές τους. Τώρα πια βέβαια τα προβλήματά τους ενώνουν αλλά έστω κι έτσι εγώ τους εύχομαι να ζήσουν, να ευτυχίσουν, να κάνουν παιδιά και να βγάλουν αναιδώς την γλώσσα στο σύμπαν που δεν έχει καμιά διάθεση να συνωμοτήσει για τίποτα με κανέναν άρα πρέπει να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Και θα το καταφέρουν, είμαι σίγουρη. Εν πάση περιπτώσει τους το εύχομαι μέσα από την καρδιά μου.

Τελοσπάντων το θέμα μου όμως δεν είναι αυτό.
Το θέμα μου είναι άλλο. Δηλαδή το θέμα μου είναι μία από τις καλεσμένες. Το θέμα μου είμαι εγώ.

Έφτασε λοιπόν η μέρα όπου θα έπρεπε να ετοιμαστώ κι εγώ με τη σειρά μου για το γάμο. Πριν από μερικά χρόνια θα πήγαινα οπωσδήποτε κομμωτήριο. Τώρα δεν πήγα. Τσιγκουνεύτηκα; Όχι, έκανα οικονομία. Έφτιαξα μόνη μου τα μαλλιά μου όπως κάνω πάντα. Και χάρη στους ψηφιακούς φίλους μου που με δουλεύουν και μ' επεξεργάζονται λέγοντάς μου συνεχώς πόσο κουκλάρα είμαι σκέφτηκα πως δεν έχω ανάγκη το κομμωτήριο. Εξάλλου χου κέαρς για τα μαλλιά τα δικά μου. Εδώ χου κέαρς για τον γαμπρό (κούκλος ήταν ο άτιμος) μόνο για την νύφη νοιάζεται ο κόσμος. Και καμιά φορά και για την αδελφή της. Κι επί τη ευκαιρία να πω στον πατέρα τους και τη μητέρα τους να είναι πολύ περήφανοι για τις κουκλάρες τους και να τους ζήσουν.

Συνεχίζουμε λοιπόν...
Κι όπως κάθε γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της λίγη ώρα πριν άρχισα τις ...αδιάκριτες ερωτήσεις. "Και τώρα τί φοράνε;" Έλα μου ντε! Είχα τόσο καιρό να πάω σε γάμο, βάφτιση, αρραβώνα που είχα τελείως λησμονήσει το dress code. Κι όπως κάθε γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της αναφώνησα "δεν έχω τί να βάλω". Αλλά όπως κάθε γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της έτσι κι εγώ "είχα τί να βάλω". Απλώς το είχα ξεχάσει.
Άνοιξα λοιπόν τις ντουλάπες μου, προσπέρασα το τμήμα με τα "καθημερινά" και προχώρησα στα βαθιά και ξεχασμένα. Το τί ανακάλυψα δεν λέγεται. Το τί υπήρχε στο άλλο τμήμα των "καλών" επίσης δεν περιγράφεται. Κι από εκείνη τη διαστροφή που όλοι πια ξέρετε ότι με διακατέχει άρχισα να μετρώ. Τί άλλο; Χρήματα. Τί άλλο; Φόρους. Αυτό το φόρεμα το είχα αγοράσει "τόσο". Τόσο επί τόσο ο ΦΠΑ ίσον τόσο. Πόσο ήταν τότε ο φπας; 18%. Μάλιστα. Δηλαδή δεν προσπαθούσα ν' ανασύρω από τη μνήμη μου την χρονολογία αγοράς του ρούχου αλλά τον ΦΠΑ εκείνης της χρονιάς. "Αυτό το αγόρασα επί 17% ΦΠΑ". "Εκείνο το αγόρασα επί 18% ΦΠΑ" και πάει λέγοντας. Βεβαίως εκεί κοντά στο 21% σταμάτησα να ψωνίζω κι αυτό ήταν εμφανές και στην ντουλάπα μου. Δε βαριέσαι. Υγεία να υπάρχει.
Ξαφνικά ένιωσα πως αμέσως μετά τον ΦΠΑ ανέσυρα από τη μνήμη μου και το Ε1 της αντίστοιχης χρονιάς αλλά ένιωσα τέτοιες σουβλιές στο στήθος που γρήγορα εγκατέλειψα το Ε1 και περιορίστηκα στον ΦΠΑ.

Όλα τα ρούχα λοιπόν τα εκτιμούσα αναλόγως με το πόσο έμμεσο φόρο είχε εισπράξει το κράτος από μένα. Το αποτέλεσμα εκπληκτικό. Χάρηκα τόσο που ξαφνικά έπαψα να έχω την παραμικρή αμφιβολία κι αμφιταλάντευση για το αν θα ξαναπληρώσω έστω κι ένα κέρμα σε φόρους. Τους άμεσους γιατί τους έμμεσους δυστυχώς δεν μπορώ να τους αποφύγω ολωσδιόλου γιατί πρέπει και να ζήσω. Δεν θα ξαναπληρώσω λέγω φόρους, όχι επειδή δεν θα τους επιβάλλουν... χα χα χα χα ... λέμε και κανά αστείο, αλλά γιατί θεωρώ πως το χρέος μου απέναντι στο κράτος το έχω κάνει επί δεκαετίες και με το παραπάνω.

Στο θέμα μας....
Όμορφα ρούχα μερικά all time classic. Μερικά όχι. Αυτά τα έβγαλα στην άκρη. Παλιά το λέγαμε "θα τα δώσω". Τώρα το λέμε "μεταποίηση". Αμέ!!
Κι όσα μου άρεσαν πολύ αλλά δεν ήταν και τόσο της μοδός, θα τα έκανα εγώ της μοδός με τα κατάλληλα αξεσουάρ, το κατάλληλο ύφος και πόζα. Γιατί αλλιώς είναι να φοράς ντεμοντέ ρούχο σαν κλαμένο λουλί κι αλλιώς να το φοράς με τουπέ. Σου λέει ο άλλος "για να το φοράει αυτή έτσι, θα είναι μόδα και δεν το ξέρω". Έτσι δημιουργούνται τα "ρεύματα" αγάπη μου. Έτσι δημιουργούνται και οι "τάσεις". Και θέλει μαγκιά για να μην σε ανατινάξουν.
Για μόδα μιλάμε. Μην ξεχνιόμαστε έτσι; Η μόδα το μόνο που μπορεί να σου τινάξει είναι τα πέταλα και τον προϋπολογισμό στον αέρα. Κατά τα άλλα είναι ακίνδυνη.

Τελικά αποφάσισα να ντυθώ στα μπλε. Ναι αλλά... Τί αλλά μωρή... έχεις και μπλε γόβες και μπλε τσάντα, τα ξέχασες!!
OMG!!! Μπλε ψηλοτάκουνες γόβες!!! Oh yeah!!! Τις είχα ξεχάσει. Καθόλου παλιομοδίτικες, φρέσκιες φρέσκιες, καταπληκτικές, υπέροχες, άφθαρτες ...Καλογήρου βλέπετε, από το στοκατζίδικο βεβαίως βεβαίως, γιατί είπαμε οι δουλειές πήγαιναν καλά αλλά ψώνιο δεν ήμουνα, από τότε ακόμη αναρωτιόμουν όταν έβλεπα τη βιτρίνα της στην Πατριάρχου Ιωακείμ "ρε συ οικόπεδα πουλάει αυτή;". Και θυμήθηκα που πήγαινα με τις φίλες μου για καφέ και λέγαμε "ρε σεις δεν περνάμε πρώτα από Καλογήρου να γελάσουμε;" Δεν γελούσαμε όμως μόνο με τις τιμές αλλά και με τα σχέδια!! Χριστέ μου τί εποχές!! Γόβα μυτερή λουστρίνι ροζ με δύο παραμάνες στο πλάι της!! 100.000 χιλιάδαι δίσκοι! Μια φορά το έκανα σ' ένα ζευγάρι παλιό - το κατέστρεψα βέβαια - αλλά το κέφι μου το έκανα. Το τί "μεγειά" και μάλιστα με θαυμασμό εισέπραξα δεν περιγράφεται. Κι όχι στ' αστεία ε; Στα σοβαρά!!

Εεεεεπ στο θέμα μας.
Φόρεσα λοιπόν τα ρουχαλάκια μου, φόρεσα τα παπουτσάκια μου, πήρα την τσαντούλα μου που χωρούσε το απόλυτο τίποτα και βγήκα. Είχα να περπατήσω 300 μέτρα, όπου με περίμενε ο καλός μου, καθότι ο δρόμος μου μονοδρομήθηκε και πρέπει να κάνει κάποιος μεγάλο κύκλο αν θέλει να με πάρει ακριβώς όξω από την πόρτα. Αλλά εγώ δεν είμαι ψωνάρα, ποδαράκια έχω μπορώ να περπατήσω μια χαρά.
Ρε σεις είχα ξεχάσει πώς είναι να φοράς "τα καλά σου". Είχα ξεχάσει πώς είναι να έχεις αφήσει πίσω παντελόνια του υδραυλικού, σαλβάρια, μίνι φούστες, μικρά φορεματάκια, μπλουζάκια του κώλου και βερμούδες της πλάκας ή μάλλον ανάποδα, μπλουζάκια της πλάκας και βερμούδες του κώλου.
Ρε σεις είχα ξεχάσει πόσο υπέροχο είναι να περπατάς πάνω σε ψηλοτάκουνες γόβες! Είχα ξεχάσει πόσο όμορφοι φαίνονται οι αστράγαλοι και πόσο ωραία τους κοσμούν τα βραχιόλια τους όταν τα πόδια βρίσκονται μέσα σε αυτές. Έβλεπα τη σκιά μου μπροστά κι όλο γύριζα πίσω να δω ποια έρχεται όλο χάρη και σκέρτσο. Ρε σεις εγώ ήμουν!!

Ο γάμος έγινε κι εγώ επέστρεψα σπίτι όπου ρούχα, παπούτσια και τσάντα ξαναμπήκαν στη θέση τους. Κι εγώ επίσης. Στον επόμενο γάμο θα φορέσω αυτό, είπα στον εαυτό μου και του έδειξα κάποιο άλλο όμορφο ρούχο. Αρκεί να είμαστε καλά. Αλλά πώς να είμαστε; Α μάλιστα... εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε.
Νησιά πρέπει - λέει - να εκκενωθούν, ο φασισμός κατσικώθηκε για τα καλά στα μυαλά των ανθρώπων.
Συλλογικές συμβάσεις καταργούνται. Δικαιώματα καταστρατηγούνται.
Η εργασία "απομυθοποιείται", ευτελίζεται και βεβαίως "απελευθερώνει" ενώ την ίδια στιγμή απογειώνει τα κέρδη και τα οφέλη των υψηλών εργοδοτών της συγκυβέρνησης.
Οι ιδέες ετικετοποιούνται. "Άκρο" εδώ κι "άκρο" παραπέρα. Για να ταυτίζονται στο μυαλό των ανθρώπων.
Οι συναθροίσεις "απαγορεύονται". Η σημειολογία στην υπηρεσία της εξουσίας.
Η σάτιρα διώκεται. Το χιούμορ ενοχοποιεί.
Ληστρικοί φόροι επιβάλλονται για τη σωτηρία μας. Μισθοί, συντάξεις εξαφανίζονται εν ριπή οφθαλμού.
Ληγμένα τρόφιμα στα ράφια, ληγμένοι άνθρωποι στην κοινωνία.
Χαράτσια. Άνθρωποι πεθαίνουν, άνθρωποι αυτοκτονούν, άνθρωποι εξαθλιώνονται. Αξιοπρέπειες ακρωτηριάζονται. Και συναισθήματα επίσης.
Διαδηλωτές δηλητηριάζονται, τραυματίζονται, συλλαμβάνονται, φυλακίζονται, βασανίζονται.
Το Νόμπελ ειρήνης στην ΕΕ. Το Νόμπελ ανεργίας στην Ελλάδα. Και το Όσκαρ βλακείας επίσης. Τα βραβεία Ποπκόρν, Αρίων και Χρονιάς είναι για "σοβαρούς" ανθρώπους.


Ψωμί (ό,τι βρείτε ληγμένο στα ράφια), Παιδεία (ό,τι προαιρούνται οι δάσκαλοι), Υγεία (ό,τι προλαβαίνουν οι γιατροί και το λοιπό νοσηλευτικό προσωπικό), Ελευθερία (πώς είπατε;) αγνοούνται. Για την Δημοκρατία δεν το συζητώ. Αυτή έχει πιάσει ...στρατόσφαιρα.
Ξέχασα κάτι; Ε όλο και κάτι θα ξέχασα.
Περιγράφω μια μαύρη Ελλάδα;
Και πού να δείτε πόσο μαύρη θα είναι η Ελλάδα που μας περιμένει μετά τον "τελευταίο" κάβο που ισχυρίζεται ο πρωθυπουργός μας ότι περάσαμε.

Κι εμείς; Εμείς ...φέεεεετα ...ψητή ή τηγανητή μικρή σημασία έχει.

Αλλά όσο υπάρχουν άνθρωποι που εξακολουθούν να παντρεύονται, να ονειρεύονται, να αγαπιούνται, να γεννούν, να ζουν δηλαδή, εγώ δεν ανησυχώ.


(Συγνώμη Γιώργο που αποδόμησα τον γάμο της κόρης σου. Το ξέρεις ότι όλες μου οι ευχές από καρδιάς είναι δικές της).





Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Έρχεται εκπροσωπώντας...

Αντί προλόγου

Την ώρα που γράφονταν αυτές οι σκέψεις με τί χαρά οι εκφωνητές των ειδήσεων ανακοίνωναν μία ακόμη επίθεση με προαποφασισμένο νικητή. Κι εσύ...
...σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, υπόκυψε στα εξαίσια πειθήνια όργανα του εγκληματικού τροϊκανού θιάσου, κι αποχαιρέτα την, την Εθνική Συλλογική Σύμβαση που χάνεις. Κι όταν, όπου να 'ναι, θα απαγορευτεί η απαγόρευση της παιδικής εργασίας, δεν θα βλέπεις την ώρα το παιδί σου να τελειώσει το δημοτικό ώστε αμόρφωτο κι απολίτιστο, εύκολη λεία σε στόματα λεόντων να βγει στην αγορά εργασίας προκειμένου να συντηρήσει τον εαυτό του. Γιατί εσύ ή δεν θα μπορείς ή δεν θα ζεις. Μέχρι τότε όμως μπορείς απλώς ν' αλλάζεις πλευρό και να ονειρεύεσαι.


Ε ψιτ!!!

Εσύ που...
...δηλώνεις αριστερός αλλά ακόμα δεν έχεις μάθει να ξεχωρίζεις ποιός είναι δίπλα σου και ποιός απέναντί σου (μπορεί και να μη σε νοιάζει). Ποιός ο εχθρός και ποιός ο φίλος, ο συναγωνιστής (μπορεί και να μην σε ενδιαφέρει). Αν και δεν πιστεύω πως οτιδήποτε απαιτεί να βγεις από το καβούκι σου και το "εγώ" σου σε αφορά (προς το παρόν). Ούτε ότι θέλεις κάποιον δίπλα σου (αυτή τη στιγμή, ίσως αργότερα!). Γιατί η αγκύλωση στο λαιμό σου καλά κρατεί. Πώς να γυρίσεις στο πλάι να κοιτάξεις τον διπλανό σου; Εσύ μόνος θέλεις να βρίσκεσαι κάπου εκεί κι όλοι οι άλλοι απέναντι. Όμως αυτοί "οι άλλοι" σου 'χουν γυρισμένη την πλάτη, δεν το βλέπεις; Δεν σε νοιάζει, το ξέρω, θέλεις να είσαι ένας μόνος του εναντίον όλων.

Σου φταίω εγώ, σου φταίει κι αυτός κι αυτός κι αυτός, η γενιά του 20, του 30, του 40, του 50, του 60, του 70 (ανάθεμα την ώρα που γεννήθηκες λες), η γενιά του Πολυτεχνείου, σου φταίμε όλοι για την κατάντια σου κι όχι η Μέρκελ νομίζεις. Απορώ πώς ως "αριστερός" δεν έχεις καταλάβει ότι το θέμα δεν αφορά πρόσωπα. Πως δεν είναι το άτομο "Μέρκελ" αλλά ό,τι εκπροσωπεί είναι αυτό που έχεις να πολεμήσεις.

Κάθε γενιά έχει τις δικές της προκλήσεις. Αν οι προηγούμενες γενιές τα έκαναν σκατά, αυτή είναι η πρόκληση της δικής σου. Να τα αλλάξεις.

Η γενιά του πολυτεχνείου που τόσο πολύ σου αρέσει να τοποθετείς σε αυτήν οτιδήποτε σου την σπάει και να την κατηγορείς ολόκληρη φερόμενος ως υπερφίαλος και θεωρητικός γενοκτόνος (ακραίο ε;), "έπραξε" όταν έπρεπε. Αυτό που άλλαξε μετά, αυτό που χάλασε μετά, είναι δική σου δουλειά να το εξηγήσεις και να το ανατρέψεις. Εσένα που τα βρήκες όλα έτοιμα επειδή εκείνη η γενιά, η τόσο ταλαιπωρημένη, πάνω στη "στροφή" τα βρήκε μπαστούνια και τα παράτησε. Κατά τη δική μου γνώμη το μεγάλο της "έγκλημα" είναι ότι σου πρόσφερε απλόχερα αγαθά αντί για εφόδια ν' αντιμετωπίσεις τις δικές σου δύσκολες στιγμές που σίγουρα θα έρχονταν κάποια στιγμή στο μέλλον. Γι' αυτό τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου. Δεν είναι κακό. Και μη ξεχνάς ότι για την χούντα αλλά και για την μαύρη περίοδο πριν από αυτήν δεν ευθυνόταν η γενιά του πολυτεχνείου αλλά οι προηγούμενες γενιές, αυτή όμως η γενιά αγωνίστηκε για να την ανατρέψει. Και ουδέποτε είπε στους γονείς της κουνώντας τους το δάχτυλο "τί βάρος μας φορτώσατε ωρέ". Απλά σήκωσε τα μανίκια κι έπιασε δουλειά. Όπως κι άλλες γενιές πριν από αυτήν που "κληρονόμησαν" από τους γονείς τους "κακώς κείμενα".

Από την άλλη δεν μπορείς να ξέρεις τί σημαίνει να βρίσκεσαι πάνω στα κάγκελα λίγη ώρα προτού το τανκ συντρίψει την σιδερένια πόρτα. Δεν ξέρεις τί σημαίνει ν' αναρωτιέσαι την επόμενη μέρα ποιός να ήταν εκείνος ο φοιτητής που με το ζόρι σε βούτηξε και σε κατέβασε οδηγώντας σε μακριά κι οργισμένος σου 'λεγε πως πρέπει να γυρίσεις σπίτι σου γιατί είσαι μικρό παιδί κι αν παραμείνεις περισσότερο πρόβλημα θα δημιουργήσεις παρά θα βοηθήσεις. Δεν έχει σημασία όμως, το ότι δεν βιώσαμε το 1821 δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχουμε κι άποψη. Άποψη ναι, ανάθεμα όχι.

Υψώνεις τη φωνή περί δικαιοσύνης και ισότητας αλλά εκείνο που επιθυμείς είναι παρέα στο χάλι σου. Επιθυμείς ισότητα προς τα κάτω, δικαιοσύνη σύμφωνη με τον δικό σου κώδικα ηθικής. Θέλεις να σκύψουν οι άλλοι αντί να προσπαθήσεις να σηκωθείς εσύ. Δηλώνεις δουλευταράς αλλά ειρωνεύεσαι τις παθογένειες της κοινωνίας που κάνουν το επάγγελμά σου να ευημερεί κι εσένα να έχεις δουλειά. Είσαι κι εσύ μέρος του συστήματος, είσαι κι εσύ συμμέτοχος σ' αυτό το αλισιβερίσι να το ξέρεις. Περισσότερο με τη νοοτροπία και τον χαρακτήρα σου παρά με τα κακώς κείμενα στη ζωή σου.

Δηλώνεις δημοκράτης αλλά δεν σε άκουσα να φωνάζεις "κάτω ο φασισμός". Είναι βολική δικαιολογία ότι ένα φασιστικό κόμμα στη χώρα σου είναι παραπροϊόν του συστήματος. Είναι θαρρείς πιο αποτελεσματικό να κρύβεις τον κίνδυνο κάτω από το χαλί. Ξεχνάς πως από ώρα σε ώρα αυτό το χαλί, που πάνω του πατάς τώρα, κάποιος θα το τραβήξει. Και βεβαίως ούτε λόγος για ν' αναλογιστείς τις συνέπειες όταν ταυτίζεσαι στην ουσία μαζί τους χειροκροτώντας ρατσιστικές, ξενόφοβες και φασιστικές δηλώσεις.

Αυτό το δάχτυλο που όλο μας κουνάς κάποια μέρα θα σου του κόψουν. Έτσι στα ξαφνικά ενώ βουλιάζεις απέναντι στη συσκευή της τηλεόρασής σου. Όταν στην ηλικία σου θα έπρεπε να είσαι στους δρόμους, στον αγώνα, στην προσπάθεια γι' ανατροπή του συστήματος που σε πνίγει, σε ακρωτηριάζει, σου στερεί την ανάσα, το μέλλον, την ίδια τη ζωή.

Αυτός ο καθρέφτης που όλο αποφεύγεις κάποια μέρα θα σε υποχρεώσει να τον κοιτάξεις η ίδια η ζωή. Έτσι στα ξαφνικά προτού προλάβει η ειρωνεία ν' απομακρυνθεί από το πρόσωπό σου, προτού το σηκωμένο φρύδι σου επανέλθει στη θέση του. Ελπίζω τότε να μην έχεις τυφλωθεί και να μπορέσεις να σταθείς με αξιοπρέπεια απέναντι στο είδωλό σου και να είσαι ειλικρινής.

Αυτή η ψεύτικη λάμψη που περιφέρεις δεξιά κι "αριστερά" κάποια μέρα θα σβήσει. Ή οι άλλοι άνθρωποι δεν θα τυφλώνονται πια και θα βλέπουν παρά μέσα. Και τότε ίσως με τρόμο διαπιστώσεις πως θα έχεις απομείνει ένα απόλυτο τίποτα χωρίς δάχτυλο να κουνάς και χωρίς είδωλο για ν' αναγνωρίζεις τον εαυτό σου. Και "οι άλλοι" θα είναι μακριά. Και θα πρέπει να τα βγάλεις πέρα μόνος σου τότε.

Την Τρίτη έρχεται η Μέρκελ. Φέρνει μαζί της βαρειές αποσκευές. Αποσκευές που μέσα τους κρύβουν ό,τι αυτή εκπροσωπεί. Την υπέρτατη μορφή βάρβαρης κι αιμοδιψούς εξουσίας στην υπηρεσία του κέρδους. Δεν φέρνει δώρα, φέρνει συμφορές. Δεν έρχεται για σένα, έρχεται με ντιρεκτίβες στους γονυπετείς υπηρέτες της. Έρχεται να στηρίξει μια συγκυβέρνηση που δουλειά της είναι μας παραδώσει σιδηροδέσμιους στους εκπροσώπους της άγριας "νεοφιλελεύθερης" πολιτικής. Έχεται να σώσει μια συγκυβέρνηση που κάτω από άλλες συνθήκες θα είχε πέσει έως τώρα. Έρχεται να δώσει κύρος κι εξουσία στους "αντ' αυτής". Έρχεται να δει τους υπηκόους της να μην τολμούν να βγουν από τα σπίτια τους γιατί οι αυλικοί της θα έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους. Ναι, ναι ξέρω θα μου πεις ότι υπερψηφίστηκε αυτή η συγκυβέρνηση άρα να σκάσω. Ξέρεις πόσες φορές το έχω πει αυτό στον εαυτό μου; Το θέμα όμως δεν είμαι μόνο εγώ, αλλά κι εσύ. Αν ανήκεις στη μειοψηφία που δεν στηρίζει αυτό το σάπιο πολιτικό σύστημα, δείξτο τώρα. Πάρε τις αποφάσεις σου. Ποτέ κάτι μεγαλειώδες δεν ξεκίνησε παρά από μειοψηφίες.

Απ' την άλλη αν νομίζεις πως αυτό που εκπροσωπεί η Μέρκελ και οι υπηρέτες της δεν ευθύνεται για τα δεινά σου κάτσε σπίτι σου. Πήγαινε στη δουλειά σου, βόλτα, σινεμά, ή όπου αλλού γουστάρεις.

Πάντως εδώ που τα λέμε ένα δίκιο το 'χεις. Όπως πάντα it takes two to tango babe. Φταίει αυτή αλλά φταις κι εσύ που την άφησες και την αφήνεις να σε χειραγωγεί, να σε τρομάζει κι έτσι να σε εξαθλιώνει σαν πολίτη, σαν εργαζόμενο αλλά κυρίως σαν άνθρωπο.
Κριτικές και ειρωνείες άκουσα και διάβασα. Προτάσεις κι απόψεις δεν άκουσα (ούτε διάβασα) που να είναι πιο αποτελεσματικές από τις λειψές, λάθος κι έστω αποπροσανατολιστικές μέχρι τώρα προσπάθειες των άλλων. Αλλά ξέχασα, δεν ψάχνεις για τρόπο, ψάχνεις για άλλοθι. Πόσο πληρώνεσαι γι' αυτό το άλλοθι; Σου φτάνουν να βγάλεις τη βδομάδα;

Φιλικά
Μια γνωστή σου

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Περιοδικό Λεύγα. Μετράει αποστάσεις κάθε δίμηνο.

Λεύγα 8. Μην τη χάσετε


19.992 λεύγες υπό τη θάλασσα… και ο δρόμος για την επιφάνεια μοιάζει πιο μακρύς από ποτέ. Το «ελληνικό συναίσθημα» στρογγυλοκάθεται στο ντιβάνι της ιστορίας και κοιμάται χαρούμενα.  Οι χαμογελαστοί πελάτες που δεν πρόκοψαν αρκετά ώστε να πάρουν το Proficiency, αφήνονται σε ένα ακόμα stage-diving στην επισφάλεια ή σε ένα αντιμνημονιακό απονενοημένο διάβημα. Ενώ ο διάβολος τεχνάζεται αυτοκτονίες μεταξύ άστεως και επαρχίας, ο ηγεμόνας εξαπολύει πράκτορες και ειδικές δυνάμεις για να κρύψουν την αλήθεια για τις τράπεζες και να μοιράσουν τις καμένες λάμπες στα κοράκια. Αναμένοντας τον αριστερό καλλιτέχνη που θα κλείσει την αυλαία του εκσυγχρονιστικού θεάτρου, παρακολουθούμε τη μαύρη τέχνη του φασισμού να ανεμίζει τη σημαία του Πάουντ πάνω από τα κεφάλια μας και να ρίχνει μαχαιριές στα σχολεία της (επιθυμητής) κοινότητας. Μετά λοιπόν από ξέγνοιαστες αναζητήσεις σε γυμνές και λυγερόκορμες παραλίες, η απάντηση ήρθε και οι σκιές επιστρέφουν. Αφήνουν τα ντάκιρι στην άκρη και αρπάζουν τα όπλα τους.


Μάρκο Ζερμπίνο, CasaPound Italia: για τον φασισμό του 21ου αιώνα




Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Η Χαζή στο Μετρό

Πριν λίγο καιρό χρειάστηκε να κατέβω στο κέντρο της Αθήνας. Καρακέντρο, πιο κέντρο δεν γινόταν. Πριν τελειώσουν οι εκπτώσεις, ήθελα ν' αγοράσω ένα ζευγάρι πέδιλα. Μαύρα, απ' αυτά με το σχοινί ή τον φελλό που τα λένε "πλατφόρμες". Θα πήγαινα σ' εντελώς "μπασκλασαρία", όπως πίστευα, περιοχή, απ' αυτές που δεν περίμενα ποτέ ότι θα πάω. Αλλά θα πήγαινα. Μισή ντροπή δική μου, μισή δική τους.
Βλέπετε μία εβδομάδα νωρίτερα είχα επισκεφθεί κεντρικούς εμπορικούς δρόμους της πόλης και το τί πλαστικούρα είδα δεν λέγεται. Πλαστικό καλούπι για απομίμηση φελλού, για απομίμηση σχοινιού δεν μπορεί κάπου θα υπήρχε και απομίμηση παλουκιού αλλά μου διέφυγε. Και οι τιμές; Τζίζας!! Με την έκπτωση, 60 ευρώ έκανε η πλαστικούρα! Αν αγόραζα όμως τέτοια παπούτσια θα κατέβαινε η μάνα μου απ' τον ουρανό και θα μ' άρχιζε τα χαστούκια. Και καλά να έμενε για λίγο να τα λέγαμε αλλά μάλλον θα έφευγε άρον άρον για εκεί ψηλά. Πού ν' αντέξει η γυναίκα σ' αυτήν την Ελλάδα της οποίας τα νέα μαθαίνει από άλλους ανθρώπους οι οποίοι καθημερινά περνάνε την πύλη που τους οδηγεί από την ύπαρξη στην ανυπαρξία, όπως τουλάχιστον εμείς αντιλαμβανόμαστε αυτές τις έννοιες.

Τελοσπάντων θα έπαιρνα το μετρό. Πήγα λοιπόν στο σταθμό "Κατεχάκη" κι όσοι έχετε ποτέ κατεβεί αυτές τις κυλιόμενες σκάλες θα ξέρετε ότι είναι ιδιαίτερο και πολύ δυνατό το ρεύμα αέρα που έρχεται από τα βάθη της γης. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται λόγω της κίνησης του αέρα προς τις περιοχές με χαμηλότερη πίεση αν και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί σε αυτόν ειδικά τον σταθμό αυτά τα φαινόμενα είναι πιο έντονα.

Φορούσα φορεματάκι σένιο με μπουρμπουλήθρες (πουά το λένε στην οτ κουτύρ), βλέπετε πήγαινα για πεδιλάκι πλατφόρμα οπότε έπρεπε να φορέσω και το σωστό φόρεμα. Στέκομαι λοιπόν καμαρωτή καμαρωτή στο πρώτο σκαλοπάτι της κυλιόμενης σκάλας κι ενώ αυτή κατέβαινε κάτι άλλο ανέβαινε και τσουπ μου 'κόψε τη θέα και τσουπ το 'νιωσα και στο κεφάλι μου πίσω και τσουπ και στα πλάγια και παντού. Αμάν!!! Ο αέρας σήκωσε το φόρεμά μου τόσο πολύ που παραλίγο να μου το βγάλει καλέ! Στα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν μέχρι να μετασχηματιστώ σε θεά Κάλι και ν' αποκτήσω 150 χέρια ώστε να κατεβάσω το φορεματάκι μου απ' όλες τις πάντες, φθάσαμε - ευτυχώς - στο τέλος της κυλιόμενης διαδρομής κι εγώ ως άλλη Βίκυ Σταυροπούλου στο "Είσαι το ταίρι μου" προτού βγάλει τα μάτια της με τον Αλέξη Γεωργούλη, σκέφτηκα:
- Αποτρίχωση σε γάμπες-μηρούς-μπικίνι: ✓
- Σωστό εσώρουχο: ✓ (για καθαρό δεν το συζητάμε, μπανιαρισμένη βγήκα από το σπίτι μου)

Θα με πείτε τώρα ανωμαλιάρα που εγώ με τέτοιο χουνέρι σκέφτομαι μαλακίες αλλά επειδή δεν ξέρεις ποτέ πάνω σε ποιά "περίπτωση" θα πέσεις πρέπει όλα να τα σκέφτεσαι.
Εντάξει δε λέω καλή είμαι αλλά Μέριλυν δεν είμαι. Ούτε το σκέρτσο της έχω, ούτε την τσαχπινιά της, ούτε την ομορφιά της, ούτε βεβαίως κι εκείνο το καταπληκτικό φόρεμά της. Ελπίζω να μην έχω ούτε την "τύχη" της. Και μάλλον δεν θα την έχω γιατί με την εξουσία και τους εκπροσώπους της δεν είχα ούτε έχω τις καλύτερες σχέσεις. Για την ακρίβεια έχω τις χειρότερες.

Προχώρησα λοιπόν στην αποβάθρα κι εκεί που περίμενα, ήρθε και στάθηκε δίπλα μου ένα καταπληκτικό ζευγάρι πέδιλα όπου το περιεχόμενό τους ήταν εξόχως περιποιημένο κι άρχισε το βλέμμα μου ν' ανηφορίζει προς την ιδιοκτήτριά του κι αφού σήκωσα το βλέμμα καμιά τριανταριά πόντους πάνω από μένα είδα έναν κορίτσαρο να τον πιείς στο ποτήρι. Έριξα τα μούτρα μου και τη ρώτησα: Να σας κάνω μια αδιάκριτη ερώτηση; Παρακαλώ να μου κάνετε. Αυτά τα πέδιλα από πού τα πήρατε; Και μη μου πείτε από το εξωτερικό γιατί θα με πληγώσετε. Δυστυχώς θα σας πληγώσω γιατί τα πήρα από το εξωτερικό υπάρχει όμως και στην Ελλάδα αυτή η φίρμα. Κι έβγαλε το χαριτωμένο ποδαράκι της από το πεδιλάκι (πεδιλάκι δεν το λες Νο 40φεύγα αλλά ας μην το κάνουμε θέμα) προκειμένου να διαβάσω τη φίρμα γιατί ο κορίτσαρος δεν το θυμόταν. Μάλιστα, γνωστή μάρκα. Εντάξει κοπέλα μου σ' ευχαριστώ πολύ, ο θεός να σου δίνει υγεία να τα χαίρεσαι τα παπουτσάκια σου αλλά μη σου δώσει άλλους πόντους ε; Τη χάρηκα αυτήν την κοπέλα. Την ομορφιά, τη χάρη της, την άνεσή την και την ακομπλεξαρισιά της. Τόσο την συμπάθησα που αν είχα λίγο χρόνο θα την κερνούσα και καφέ και μετά θα εκβίαζα τους άντρες φίλους μου να είναι καλοί μαζί μου και να μου κάνουν όλα τα χατίρια προκειμένου να τους την γνωρίσω.

Ο συρμός ήρθε, μπήκαμε κι οι δύο στο ίδιο βαγόνι χαμογελαστές και τότε μου 'ρθε από κεί που δεν το περίμενα. "Να σας ρωτήσω κι εγώ κάτι;" "Να με ρωτήσεις κοπέλα μου, γιατί να μην με ρωτήσεις; Αρκεί να μου χαμογελάς". Γιατί δεν ξέρω αν σας το έχω πει αλλά με τα χαμόγελα έχω μεγάλο θέμα. Ακόμα κι όταν ένα χαμόγελο είναι σκέτο φονικό όπλο εγώ το θέλω (αυτό λέγεται αυτοκτονικός ιδεασμός), βέβαια έχουν υπάρξει φορές - ελάχιστες είν' η αλήθεια - που είναι θαύμα το γεγονός ότι επιβίωσα από ένα τέτοιο χαμόγελο. Γι' αυτό εσείς που το 'χετε αυτό το ρημάδι το φονικό όπλο να προσέχετε πού τ' αμολάτε τα χαμόγελά σας γιατί σέρνονται κι αρρώστιες έτσι; Και να έχετε πάντα υπόψη σας ότι έχω κι εγώ χαμόγελο - φονικό όπλο είναι και το δικό μου μη νομίζετε - και μπορεί ν' ανταποδώσω τα πυρά όταν καθόλου δεν θα το περιμένετε.

Τί λέγαμε; Ααα για την ερώτηση της κοπέλας. "Από πού αγοράσατε αυτήν την όμορφη τσάντα;" με ρώτησε! Και τότε ...τσουπ ένιωσα να ψηλώνω και ...τσουπ να ψηλώνω και να ψηλώνω κι όταν πια κινδύνευα να την περάσω στο ύψος της απάντησα: "Από τη Ρώμη"!!!
Αχ πολύ το φχαριστήθηκα.



Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012

Κάνουν και σιδέρωμα (αν και τα σάβανα δεν το 'χουν ανάγκη)


Έκλεινα τους λογαριασμούς, άνοιγα τους απολογισμούς αλλά όλα μισοτελειωμένα τ' άφησα τελικά. Έπρεπε να ετοιμαστώ για έξοδο. Πάνω κάτω στο τεράστιο διαμερισματάκι μου των ελαχίστων τετραγωνικών, αυτό να φορέσω, το άλλο να φορέσω, δωδεκάποντο να βάλω, έχει εκεί που θα πάω πλακόστρωτο; Άσε τις τακούνες τώρα, κοντή ήσουν και κοντή θα μείνεις. Μου έκαναν όμως οι πλατφόρμες ένα πόδι!! Δηλαδή και τα δύο μου τα πόδια, μου τα έκαναν πανύψηλα. Εγώ, η Βοντιάνοβα κι η Σκλεναρίκοβα τέτοια γάμπα. Α ρε Βίκυ Καγιά, γατάκι, άντε πλέξε καμιά κουβέρτα. Είπα κι ελάλησα. Το ότι ελάλησα, αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Και πώς άλλωστε να μη λαλήσω μανδάμ; Εδώ και λίγους μήνες ζω σ' ένα παράλληλο σύμπαν που παραλληλότερο δεν γίνεται. Βουτηγμένη στις αυταπάτες νόμιζα πως θα μπορέσω να πάω κόντρα στους φυσικούς νόμους και θα καταφέρω τελικά να κάνω τις παράλληλες να συναντηθούν γιατί ένα-δυο πραγματάκια στην απέναντι όχθη τα 'βλεπα και μ' άρεσαν, θα δυσκολευόμουν να τ' αποχωριστώ δια παντός. Έτρεφα γι' αυτό ελπίδες, φλούδες όμως που τελικά τις πάτησα κι έφαγα τα μούτρα μου. Εγώ στο σύμπαν μου λοιπόν κι εσύ επίσης μαζί μου. Και μερικοί ακόμη δικοί μου άνθρωποι το ίδιο. Μόνη δεν ήμουν. Συνάντησα κόσμο και κοσμάκη κι όλοι το ίδιο ισχυρίζονταν, πως δηλαδή ζουν σε παράλληλο σύμπαν κι αυτοί. Μα πόσα τέτοια μικρο-υπο-σύμπαντα υπάρχουν ρε γαμώτη μου στο ευρύτερο μεγασύμπαν; Μακάρι να 'ξερα. Έχω χάσει πια το λογαριασμό. Το περίεργο είναι πως τα μικρο-υπο-σύμπαντα αυτά επικοινωνούν μια χαρά μεταξύ τους και τσούκου τσούκου έρχονται λίγο κοντύτερα, δεν τέμνονται βέβαια, δεν συγκλίνουν βεβαιότερα, αλλά λίγο ακόμα και θ' ακουμπήσουν. Κι όλα σε σταθερά τεράστια απόσταση από το σύμπαν στο οποίο συμβαίνουν όλα τ' ακαταλαβίστικα πράγματα.

Έ όχι κι ακαταλαβίστικα, θα μου πείτε. Ε ναι, θα σας πω κι εγώ. Γιατί αν δείτε παρακάτω πώς αντιλαμβάνομαι εγώ τις καταστάσεις είναι βέβαιο ότι θα αναρωτηθείτε αν είμαι εγώ τρελή ή αν είναι όλοι οι άλλοι. Διαλέχτε.

Πού είχαμε μείνει; Α ναι, στο δωδεκάποντο. Τελικά φόρεσα φλαταδούρες. Πριν απ' όλα αυτά άκουγα μουσικούλα, κατέβαζα τραγουδάκια κι ιδέες. Έμπαινα στο FB έριχνα μια ματιά κι έφευγα. Μη χάσουμε και τίποτε σπουδαίο ε; Από το πρωί κάτι αναγούλες τις είχα, είναι γεγονός. Τελικά εντόπισα το λόγο. Ήταν απ' τη μπόχα, που όλος ο αέρας της οικουμένης δεν φτάνει για να τη διώξει μακριά. "Θέλουμε αέρα ν' αναπνεύσουμε, δεν θέλουμε λεφτά". Ώπα! Πρώτο πληθυντικό ακούω, "θέλουμε... αναπνεύσουμε... δεν θέλουμε...". Ρε μεγάλε, εμένα με ρώτησες τί θέλω; Βεβαίως, ακούω φωνές από παντού, σε ρώτησα. Και τί απάντησα ρε ξοφλημένε σκαρτοκαπετάνιε σε σαπιοκάραβο της συμφοράς; Απάντησαν άλλοι για σένα, ξανακούω φωνές από παντού. Εντάξει, το 'πιασα το υπονοούμενο. Ανήκω κι εγώ σ' εκείνο το "ξένο σώμα" της ελληνικής κοινωνίας, το άθλιο και ποταπό που συνεχώς ποδοπατούν και τελειωμό δεν έχει το ποδοπάτημα. Απλόν, απλούστατον, όλοι ψηφίσαμε, άλλοι αποφάσισαν. Γαμώ τα σπίτια των αρχαίων ελλήνων που το εφηύραν αυτό το κωλοσύστημα και του 'δωκαν και χαριτωμένο ονοματάκι - Δημοκρατία λέει - σκατά, λέω εγώ. Δημοκρατία είναι βεβαίως αλλά καμιά σχέση με αυτό που νομίζετε μανδάμ. Δεν ξέρω τί εννοούσαν οι αρχαίοι κάτοικοι αυτού του κομματιού γης, ξέρω πως τώρα πια "Δημοκρατία είναι η επιβολή - δικτατορικώ δικαίω - των περισσότερων επάνω στους λιγότερους". Άρα; Τουμπεκί ψιλοκομμένο; Δεν ξέρω, θα δούμε.

Λοιπόν, σκαρταδούρα του κερατά να το ξέρεις. Εγώ, θέλω λεφτά, αέρα έχω μπόλικο και μάλιστα τώρα που κάψατε τη Χιό για να βάλετε ανεμογεννήτριες θα τον έχω και κοπανιστό. Λεφτά θέλω τ' ακούς; Μπα!!! Να ζήσω θέλω, άρα χρειάζομαι λεφτά για να φάω, λεφτά για να πληρώσω το στεγαστικό μου και τις υποχρεώσεις μου προς το κράτος δηλαδή προς εσάς για να μπορείτε εσείς να πληρώνετε τους υμέτερους που διορίζετε σωρηδόν σε οποιοδήποτε κτίριο έχει απέξω πινακίδα που λέει "υπουργείο", "οργανισμός", "γραμματεία", "δημόσια επιχείρηση" κ.λπ. κ.λπ. Και μετά σου λέει ο Γιούνκερ "Κωλοχανείο η Ελλάς". Και ζητάει κι αυτός το μερτικό του. Όχι τίποτα σπουδαίο ρε παιδί μου... Εξάλλου ο Γιούνκερ είναι φιλέλλην... για μας δουλεύει... ήρθε σαν φίλος μπλα μπλα μπλα μπλα... από κάπου ακούγονταν αυτές οι άγνωστες σε μένα λέξεις. Δεν ήξερα και τί γλώσσα ήταν ώστε να ζητήσω τη βοήθεια του bing, του τηλεφώνου ή του κοινού. Το ανθρωπίδιο μιλούσε. Η σιχαμερή μικροποσότητα σάπιου εγκεφάλου σφραγισμένου σε καψουλίτσα τόση δα, έλεγε τον Γιούνκερ φίλο μου!!! Και κλικ γύρισε η καρδιά μου, και κλικ γύρισε το μυαλό μου. Ουπς, τί συναίσθημα είναι αυτό; Από πού μπήκε; Αφού εδώ και καιρό έχω κλείσει σα γυναίκα, έχω κλείσει σαν άνθρωπος, έχω κλείσει πόρτες και παράθυρα, έχω κατεβάσει ρολά λέμε. Μου συστήθηκε: Αηδία με λένε. Αηδία, μοναδική κι ανεπανάληπτη γι' αυτό το υποκείμενο που κάθε βράδυ αποτελειώνει ό,τι έχει μείνει όρθιο από τον ημερήσιο αγώνα για επιβίωση. Αηδία ανακατεμένη με οργή στα όρια του μίσους, συναίσθημα που λένε ότι είναι όπλο με δύο κάννες. Όμως εγώ ένιωσα δυνατή, άτρωτη. Και πόσο καθαρό ήταν πια ότι αυτός ο φονικός ιός κινείται σ' ένα σύμπαν πολύ μακριά απ' το δικό μου. Δεν ακούω τη φωνή του, αλλά έχω μάθει να διαβάζω τα χείλη του. Τα μικρά, στεγνά και στενά χείλια της αποφοράς. Πιο Καψής πεθαίνεις, κάποιος είπε. Δίκιο είχε.

Κάτι κουδουνάκια ...γκλιν ...γκλιν ...γκλιν... χτυπούσαν στ' αυτιά μου. Είχα ήδη ντυθεί, είχε έρθει η ώρα του μακιγιάζ... όχι σπουδαία πράγματα... έτσι για το θεαθήναι. Τότε λοιπόν ξύπνησε εκείνο το τμήμα του εγκεφάλου μου που είναι υπεύθυνο για την πρόσφατη μνήμη κι εμφανίστηκαν τα πλάνα στα οποία είχε "παίξει" λίγο νωρίτερα το ερωτικό τετ-α-τετ Γιούνκερ-Σαμαρά. Ελληνολουξεμβουργιανό σεξ μ' επιτυχή κατάληξη και "συναισθηματική" ολοκλήρωση. Όμως μόνο ο έλληνας "αγαπάει", ο ξένος όχι. Τη δουλειά του θέλει να κάνει κι αντί να πληρώσει, πληρώνεται. Έτσι συμβαίνουν αυτά εδώ στη χώρα, όλα ανάποδα. Γλαρό το βλέμμα του πρωθυπουργού. Όχι από την αποκόλληση αλλά από τη λαγνεία. Γουστάρει Γιούνκερ και το δείχνει. Σάλια υπάρχουν, δάκρυα όχι. Κάποια στέγνωσαν και κάποια άλλα, πολύτιμα και μοναδικά, στερεοποιήθηκαν και νέκρωσαν από τη φωτιά πάνω στα μαστιχόδεντρα. Η στερεοποίηση του υγρού, ρευστού στοιχείου σ' όλο της το μεγαλείο. Από τις δυνάμεις της φύσης(;) ενεργοποιημένες από τα συμφέροντα, την αναλγησία, τα ανταλλάγματα. Υπάλληλοι της συμφοράς, της δικής μας όμως. Υπάλληλοι υποδειγματικοί, των άλλων όμως.


ΒΑΣΙΛΙΑ ΜΟΥ ιδού ο στρατός σου:
"Ζεστό ευρωπαϊκό χρήμα για κάθε λαθρονεκροκεφαλή"
"Νέο συγγενικό - νεοδημοκρατικό αυτή τη φορά - αίμα στελεχώνει το κράτος σου"
"Έρωτας με την πρώτη δαγκωματιά του πρωθυπουργού σου για τον εταίρο με τις ευλογίες και τη συγκάλυψη της συγκυβερνητικής κλάκας σου"
"Νησιά για πούλημα, νησιά για κλέφτες, νησιά για δολοφόνους".

Τα σάλια και το σπέρμα, βρώμικα και τα δύο, πλημμύρισαν τα προεδρικά μέγαρα, τα εστιατόρια, τα κυνοβούλια. Ο πρωθυπουργός εκσπερμάτισε χάμω, παρολίγον πρόωρα, σαν σκύλος στη θέα όμορφης σκυλίτσας. Κι οι άλλοι δύο, "καμαριέρες" φθηνού συνοικιακού μπουρδελοξενοδοχείου, μάπα ο ένας, σκούπα ο άλλος. Εν τω μεταξύ, "εν τάξει εφόδου", κάτι "χρυσοί" λεβέντες "τιμώντας", δηλαδή λερώνοντας, τους 300 του Λεωνίδα παίρνουν τη σκυτάλη της ολοκληρωτικής αποδόμησης της κοινωνίας της οποίας κάποτε ήμουν μέλος.
Ε ψιτ, κάποιος να έρθει να κάνει και το σιδέρωμα. Πώς να κατεβούμε στη γη με σάβανα ζαρωμένα; Σιδερώστε τα. Άλλοι πληρώνουν.

(Εν τω μεταξύ ο πρωθυπουργός μας με κατεβασμένα ακόμη τα παντελόνια του συνέχισε το αγοραίο σεξ σε Βερολίνο και Παρίσι. Αλλά κι απ' εκεί αγάπη δεν πήρε αλλά αγάπη έδωσε ζυμωμένη με γην και ύδωρ. Το δικό μας).

Παραλήρημα τέλος. Δεν μεταδίδω άλλο. Μόνο τραγουδώ.


Baby, you've been going so crazy
Lately nothing seems to be going right

http://www.youtube.com/watch?v=AmhKXFkUQbQ






Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

Μη μου τους κύκλους τάραττε!

 
Ω ναι, επήλθε μια κάποια ηρεμία. Η Λίμνη (Ελύμνιον) Ευβοίας και
η Λίμνη Μέσα μου αντάλλαξαν τις μνήμες των νερών τους. Η2Ο. Δύο άτομα υδρογόνου κι ένα άτομο οξυγόνου καθορίζουν τη σύσταση του νερού. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο στοιχεία όμως, ένα πλήθος αριθμών καθορίζουν τη σύσταση της μνήμης του. Ανάμεσά τους άλλα στοιχεία, μπορεί άγνωστα προς το παρόν στους ερευνητές αλλά πολύ γνωστά στους κοινούς θνητούς χωρίς ωστόσο αυτοί να γνωρίζουν τη σύσταση και τις ιδιότητές τους παρότι βασανίζονται από αυτές πολλές φορές στη διάρκεια της ζωής τους. Στοιχεία του "είναι" μας που όλοι αφήνουμε στα κυβικά νερού που κολυμπάμε. Στοιχεία κάθαρσης που είτε μετατρέπουν αυτά τα κυβικά σε ατομική κολυμπήθρα του Σιλωάμ είτε στοιχεία συμπληρωματικά που μετατρέπουν αυτά τα κυβικά σε πηγή άντλησης νέων μορίων ύπαρξης και συναίσθησης. Καταγάλανα, ήρεμα και πεντακάθαρα τα νερά της πρώτης λίμνης, εξίσου ήρεμα και καθαρά αλλά ακόμη γεμάτα απορίες, της δεύτερης.
Στοιχεία πόνου αφημένα ως ενέχυρο στην απεραντοσύνη της ελύμνιας θάλασσας. Στοιχεία πόνου που βρήκαν χώρο και "μπήκαν" χάριν ή εξαιτίας της δημιουργίας διάτρητων συναισθημάτων που πριν προλάβουν να βρουν το χώρο τους, να αποκτήσουν τον όγκο και το βάρος τους, χάθηκαν, επιτρέποντας προηγουμένως την είσοδο σε πόνους καρδιάς, πόνους ψυχής και πόνους σώματος. Ο πόνος είναι υποπροϊόν. Ο πόνος δεν υπάρχει αν δεν νιώθεις.
Ο πόνος συνυπάρχει με τα αισθήματα. Όταν χαθεί το ένα χάνεται και το άλλο.
Ο πόνος όμως δεν είναι προϋπόθεση γι' αυτά. Τα αισθήματα όμως είναι προϋπόθεση του πόνου. Αυτή είναι η γνώμη μου παγιωμένη πια από την ηλικιακή μου διαδρομή και τις εμπειρίες μου.

Ωστόσο οι κύκλοι από τα ριγμένα βότσαλα του παρελθόντος έχουν αρχίσει πια να εξασθενούν, αργά αλλά σταθερά φθάνουν στην ακτή και χάνονται στα εκατομμύρια μικρά κενά που αφήνουν ανάμεσά τους οι κόκκοι της άμμου, που κρατούν σε απειροελάχιστη απόσταση τα μικρά χαλίκια και τα μεγαλύτερα βότσαλα απ' τα οποία κάποιο θα ξαναπέσει μέσα μου για να σχηματιστούν νέοι κύκλοι αφού αυτοί δεν είναι τίποτε άλλο από τους ίδιους τους κύκλους της ζωής μας. Τα παλιά βότσαλα βρίσκονται πια στο βυθό μου, παραδομένα στη λείανση του χρόνου, μπορεί ν' αλλάξουν χρώμα, μπορεί ν' αλλάξουν σχήμα και υφή ή ακόμα και θέση αλλά πάντα θα υπάρχουν εκεί κλέβοντας κι εγκλωβίζοντας μέσα στους πόρους τους τις μνήμες του νερού που τα περιβάλλει, μνήμες ζωοδότρες, απεκείνες που χρειαζόμαστε εμείς οι κοινοί θνητοί για να νιώθουμε "άνθρωποι" δηλαδή θεοί.

Τα βότσαλα έκαναν τη διαδρομή τους κι αφού άφησαν τα κυκλικά σημάδια τους στην υδάτινη επιφάνεια ξεκίνησαν το ταξίδι χωρίς επιστροφή. Η βαρύτητα μαζί με το χρόνο θα κάνουν πάλι το θαύμα τους. Στο αρχέγονο χωροχρονικό πλέγμα που συγκρατεί τη μνήμη, που χαράσσει τη διαδρομή κι ορίζει την αρχή και το τέλος, που αποφασίζει για το αέναο ή το πρόσκαιρο, κυλούν οι δικές μας απειροελάχιστες στιγμές ευδαιμονίας ή πόνου, πίκρας ή χαράς, απόρριψης ή αποδοχής, συντροφικότητας ή μοναξιάς σ' ένα ατέρμον δούναι και λαβείν αισθημάτων και συναισθημάτων.

Αποστασιοποιούμαι και προχωρώ προκειμένου να κοιτάξω μέσα μου και με την απόλυτη αλήθεια μου να μετρήσω και ν' αναμετρηθώ με ό,τι έχει απομείνει από τις αναταράξεις του παρελθόντος στη λίμνη της ύπαρξής μου.

Οι παλιοί κύκλοι διαλύθηκαν, αφήνοντας θέση για καινούργιους. Έσκυψα προσεκτικά να δω τί έχει μείνει από το παρελθόν. Και είδα το απόλυτα σταθερό σημάδι τους. Σημάδι ακίνητο στο ίδιο σημείο που το νερό ταράχτηκε κυκλικά, σημάδι όμως μεγάλης περιεκτικότητας από το υλικό που το δημιούργησε. Αφού ό,τι υπήρξε μια φορά, υπάρχει για πάντα. Το ολόγραμμα δεν χάνεται, η μνήμη του δίνει υπόσταση. Αυτό που θυμόμαστε υπάρχει μέσα μας. Σημάδι μιας διαδρομής, σημάδι μιας αναμονής, σημάδι μιας απόφασης, σημάδι μιας λύτρωσης σαν νέα αρχή για καινούργια σημάδια, για τα ατέλειωτα πώς και τα ατέλειωτα γιατί.

Τα σημάδια της ζωής μας, γράμματα δηλαδή στο αλφαβητάρι του είναι μας. Σημεία δηλωτικά της ύπαρξής μας. Κώδικες για να σχηματιστούν τα νοήματα της ζωής μας, σύμβολα για να ξεσηκώσουν θύελλες ερμηνειών για τη σημασία τους κι έτσι προχωράμε στο ταξίδι της αυτογνωσίας μας και της μετάλλαξής μας σε όντα νοήματα και συναισθηματικά, σε ανθρώπους που ζητούν ένα κοινό ταξίδι, σε άτομα που μέσα από τη μοναξιά γίνονται πλήρη πλάι σε άλλα άτομα που συμπληρωματικά ή όχι μας συντροφεύουν στις αναζητήσεις και τις συμφορές μας. Άπλωσα το χέρι και με τ' ακροδάχτυλά μου ακούμπησα τα κυκλικά σημάδια στην υδάτινη επιφάνεια θέλοντας να σπάσω τους κώδικες, να διαβάσω επιτέλους τί σημαίνουν όλα αυτά που άκουσα, όλα αυτά που διάβασα, αυτά που ειπώθηκαν κι αυτά που εννοήθηκαν. Πιο συγκεκριμένα αυτά που είπα κι αυτά που εννόησα γιατί αν δεν με γελάει η δική μου μνήμη - η κανονική - του υλικού μυαλού μου, δεν άκουσα και πολλά, συναισθήματα δεν αποκαλύφθηκαν παρά μόνο προθέσεις κι επιθυμίες. Μόνη ελάλησα φωνή βοώντος εν τη ερήμω της πολύβουης μικρής μας συνοικίας.
Άφησα το χρόνο να κυλήσει, ο χρόνος είναι γιατρός λένε, αλλά το πενταψήφιο νούμερο που πρέπει να καλέσω το ξέχασα. Υπερβολές θα μου πείτε. Βεβαίως θα σας πω κι εγώ. Υπερβολές όμως που δημιουργεί η άγνοια και η απορία.

Εν τούτοις λέω πια να προχωρήσω μπροστά. Δεν θα κοιτάξω πίσω, δεν θα στρέψω το κεφάλι να κοιτάξω στο πλάι, θα βλέπω μόνο μπροστά. Χωρίς τις παρωπίδες της ψευτοευδαιμονίας θα λοξοκοιτάζω τα κενά που έχει αφήσει η εξαΰλωση των συναισθημάτων που δημιουργήθηκαν στο όχι και τόσο μακρινό χθες, να γεμίζουν απ' το απιθάνως ελκυστικό σήμερα που θα μου δώσει στο όχι πολύ μακρινό - ελπίζω - αύριο, την ηρεμία που χρειάζομαι. Αυτήν την ηρεμία που είναι η μόνη πηγή ζωής γιατί με αυτήν την ηρεμία στην επιφάνειά της, η λίμνη μέσα μου θα μπορέσει να υποδεχτεί ξανά και ξανά τα βότσαλά μου. Μια ήρεμη επιφάνεια για να μπορώ να μετρώ, να ερμηνεύω, να χαϊδεύω τους κύκλους που θα σχηματιστούν ξανά και ξανά, κύκλοι τόσο βασανιστικά απαραίτητοι σαν τους παλμούς της καρδιάς μας που δίχως αυτούς δεν υπάρχει ζωή. Παλμοί ακουστοί, παλμοί ορατοί οι κύκλοι της καρδιάς της λίμνης μέσα μου.